Ας μη γελιούνται: όσοι επιμείνουν στην οξύτητα, στον λαϊκισμό, στην εχθροπάθεια και βέβαια στην υποκρισία, θα δουν ότι στο τέλος θα τιμωρηθούν. Οι δε θεωρητικοί της θεωρίας ότι το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο δεν υπάρχει πια, μάλλον θα καταλάβουν ότι άλλη μια φορά βιάστηκαν.

 

Στο Συνέδριο της Κεντρικής Ενωσης Δήμων και Κοινοτήτων το 1991, ο αείμνηστος Αντώνης Τρίτσης, δήμαρχος Αθηναίων τότε και πρόεδρος της ΚΕΔΕ, προσπαθώντας να απαντήσει σε διάφορους δημάρχους, είχε πει το αμίμητο: «Οι τελευταίες παρθένες πια στην Ελλάδα είναι οι Καρυάτιδες». Αυτή η ατάκα μάλλον είναι πιο επίκαιρη παρά ποτέ αυτήν την περίοδο. Με αφορμή την αναμφισβήτητα πολύ σοβαρή υπόθεση της παρακολούθησης του κινητού του Νίκου Ανδρουλάκη, υπόθεση για την οποία πρέπει να δοθούν πλήρεις εξηγήσεις και απαντήσεις, πολλοί επιχειρούν να εμφανίσουν ότι για πρώτη φορά στη χώρα γίνεται παρακολούθηση και σχεδόν ότι κινδυνεύει η δημοκρατία.

Δυστυχώς, άλλη μια φορά, ένα πολύ σοβαρό θέμα που πρέπει να διερευνηθεί μέχρι τέλους για να φανεί η αλήθεια και οι υπεύθυνοι, αλλά και για να διαμορφωθεί ένα νέο πλαίσιο λειτουργίας της ΕΥΠ, ένα νέο πλαίσιο για να δίνεται το ok για παρακολουθήσεις, εργαλειοποιείται εν όψει και των επικείμενων βουλευτικών εκλογών. Φαντάζομαι να δεχόμαστε πως πρέπει να γίνονται παρακολουθήσεις για εθνικούς λόγους ή για λόγους που συνδέονται με την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος και ότι αυτό δεν συνιστά πρόβλημα. Πρόβλημα ασφαλώς είναι το ξεχείλωμα, η δημιουργία στεγανών, η αυθαιρεσία και αυτά λύνονται μόνο θεσμικά. Τουλάχιστον στις δημοκρατίες.

Η υπόθεση βρίσκεται ήδη στη Δικαιοσύνη, θα έρθει στη Βουλή τόσο στην Ολομέλεια όσο και στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας και απ’ ό,τι φαίνεται θα συσταθεί Εξεταστική Επιτροπή, η οποία θα διερευνήσει την καταγγελία. Αρα ό,τι μπορεί να γίνει, θα γίνει και ό,τι έχει προταθεί υλοποιείται. Δεν νομίζω να έχω ακούσει άλλη πρόταση. Από εκεί και πέρα, βρίσκεται σε εξέλιξη μια επιχείρηση πολλαπλών στοχεύσεων.

Πρώτον: Επιχειρείται μια προσπάθεια να σβηστεί η ιστορία του τόπου και κάποιοι να «ξεπλυθούν». Θυμόμαστε όμως και τις παρακολουθήσεις Τόμπρα και τον Μαυρίκη. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να υποτιμά ότι θυμόμαστε και για την περίοδο 2015-2019, αφού δεν πέρασαν δα και πολλά χρόνια. Στην περίοδο αυτήν οι παρακολουθήσεις που ανακαλύπτουν τώρα έφτασαν από τις 8.000 τις 13.500! (Τα στοιχεία από σειρά ρεπορτάζ.) Παράλληλα, το ΚΚΕ από το 2016 αλλά και κομματικά και κυβερνητικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν αποχωρήσει τώρα (Ν. Κοτζιάς, Π. Λαφαζάνης, Γ. Βαρουφάκης, Γ. Πανούσης, όπως και ο πρόεδρος της ΠΕΝΕΝ) έχουν κάνει δημόσιες καταγγελίες για παρακολούθηση των τηλεφώνων τους. Απέναντι σ’ αυτές τις καταγγελίες επικράτησε και επικρατεί σιωπή. Δεν ασχολήθηκε κανείς. Μιλάμε εν ολίγοις για την πλήρη υποκρισία μέσω της οποίας επιχειρείται να χτυπηθεί προσωπικά ο πρωθυπουργός και να σβηστεί το παρελθόν όλων αυτών των «πολιτικών παρθένων».

 

Ανακαλύπτουν την Αμερική!

Να πούμε την αλήθεια: και τα τρία κόμματα που κυβέρνησαν τη χώρα διέπρεψαν –έστω κατά περιόδους– σε παράνομες παρακολουθήσεις· η δε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ξεχωριστό ζήλο αυξάνοντας θεαματικά τις παρακολουθήσεις (πάντα με βάση τα στοιχεία των ρεπορτάζ). Ας μην «ανακαλύπτουν την Αμερική» λοιπόν! Σημαίνει αυτό προσπάθεια συμψηφισμού ή «θαψίματος» της πολύ σοβαρής υπόθεσης παρακολούθησης του κινητού του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, που τότε ήταν ένας από τους υποψηφίους και ευρωβουλευτής; Οχι. Σημαίνει όμως ότι πρέπει να ξέρουμε για τι συζητάμε και να μην παριστάνουν κάποιοι τους αποφοίτους κατηχητικού.

Δεύτερον: Επιχειρείτο όλο το προηγούμενο διάστημα βασικά από τον ΣΥΡΙΖΑ, εδώ και στην Ευρώπη, ότι αυτά τα χρόνια η Ελλάδα είναι μια χώρα που οι «μισοί πεθαίνουν από κορωνοϊό» και οι άλλοι μισοί από πείνα, ότι… κινδυνεύει η Δημοκρατία από τον ακροδεξιό Κ. Μητσοτάκη, ότι χτυπιέται η ελευθεροτυπία, ότι κυνηγιούνται οι δημοσιογράφοι. Τώρα, σε όλα αυτά επιχειρείται να προστεθεί και ότι παρακολουθούμαστε συλλήβδην. Αυτά μπορεί να προκαλούν γέλωτα τουλάχιστον σε ένα 70%-75% των πολιτών, αλλά δεν πρέπει να υποτιμούνται. Ο λαϊκισμός, η ψευδολογία, η εχθροπάθεια δίνουν σταθερά το παρών και σε πολλές περιπτώσεις κάνουν ζημιά στη διεθνή εικόνα της χώρας αλλά και στην εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στους θεσμούς, όσο και αν το πιο σύντομο ανέκδοτο στην Ευρώπη πρέπει να είναι το «ακροδεξιός, αντιδημοκράτης Μητσοτάκης». Απέναντι σ’ αυτό οι δυνάμεις που έδωσαν τη μάχη για να μην πέσει η χώρα στον γκρεμό και να μη διολισθήσει σε πραγματικά ορμπανικού ή βενεζουελικού τύπου Δημοκρατία δεν μπορεί να δίνουν την εικόνα ότι «σφάζονται». Δεν είναι καλό για την ευστάθεια του πολιτικού συστήματος και –σε τελευταία ανάλυση– ας σκεφτούν κάποιοι ότι έτσι απλά βοηθούν άλλες δυνάμεις και ότι συνήθως σε τέτοιου είδους αντιπαραθέσεις, που μετατρέπονται σε συνολικά μετωπικές, συνήθως χάνει ο «μικρότερος». Το ΠΑΣΟΚ έχει απόλυτο δίκιο να ζητάει πλήρη διαλεύκανση της καταγγελίας του προέδρου του. Είναι αδιανόητο όμως να ξεχνά ότι αυτό αρχικά μόνο του, αλλά στη συνέχεια σε πλήρη συνεργασία με τη Ν.Δ. για σχεδόν τρία χρόνια συνέβαλε στη σωτηρία της χώρας που θα είχε βγει από τα μνημόνια από τις αρχές του 2015, αν δεν είχε μεσολαβήσει η «περήφανη διαπραγμάτευση, το δημοψήφισμα της ντροπής, το 3ο μνημόνιο» και όσα ζήσαμε. Είναι δείγμα πολιτικής μυωπίας να μη βλέπει ότι ο υπαρξιακός αντίπαλός του είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που, αφού το ευτέλισε, το ενοχοποίησε και το προπηλάκισε ποικιλοτρόπως, στη συνέχεια το πήγε από το 43% στο 13,5% προτού σχηματιστεί η κυβέρνηση Α. Σαμαρά – Ε. Βενιζέλου, την οποία κάποιοι θεωρούν πηγή της κακοδαιμονίας του ΠΑΣΟΚ είτε γιατί δεν έχουν διαβάσει ιστορία είτε γιατί στελέχη του θέλουν να σβηστούν οι ευθύνες τους για τη συρρίκνωσή του. Είναι δε αλλόκοτο η αθώωση του Α. Λοβέρδου να μην αξιοποιείται για τη συνολική ανάδειξη της σκευωρίας που κρέμασε δέκα πολιτικά στελέχη στα μανταλάκια και καταγγελίας όσων πρωτοστάτησαν σ’ αυτήν. Δεν ξέρω αν αυτή είναι η στρατηγική του και θέλει «να κάνει αριστερή στροφή», αν φοβάται ότι θα του λένε πως χαρίζεται στη Ν.Δ. αν πράξει διαφορετικά. Θεωρώ πάντως απαραίτητο να δει συνολικά τη στρατηγική του ξανά.

Τρίτον: Επιχειρείται η συνολική αποδόμηση της κυβέρνησης με μονοθεματική αντιπολίτευση και με προσπάθεια να μην έρθουν στην επιφάνεια κρίσιμα θέματα (Ελληνοτουρκικά, εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού από τον Ερντογάν, ανάπτυξη, επιτυχία φέτος στον τουρισμό), στα οποία η κυβέρνηση –απ’ ό,τι έδειχναν οι τελευταίες έρευνες του Ιουλίου– έχει σημαντική αποδοχή, ενώ ο Κ. Μητσοτάκης εμφανιζόταν με τεράστιο πολιτικό απόθεμα. Ετσι γράφτηκαν πολλές αναλύσεις για τη συμπεριφορά των κεντρώων ψηφοφόρων, οι περισσότερες των οποίων έδειχναν ότι οι συγγραφείς τους μάλλον δεν έχουν μελετήσει καλά τη διαχρονική πολιτική συμπεριφορά του 20% της κοινωνίας. Προαναγγέλθηκε η κατάρρευση της κυβέρνησης για πολλοστή βέβαια φορά αυτά τα τρία χρόνια. Ζητήθηκε η παραίτηση του πρωθυπουργού! Γράφτηκαν «ρεπορτάζ» για ζυμώσεις αλλαγής του προέδρου της Ν.Δ. Επανεμφανίστηκε η περίφημη ομάδα κάποιων που αυτοαποκαλούνται «καραμανλικοί). Εν ολίγοις, τα είδαμε όλα και μάλλον από όλα αυτά προέκυπτε ένα άγχος πολιτικών κύκλων, αλλά όχι μόνον. Είναι εύλογο το άγχος της αντιπολίτευσης, μιας και οι εκλογές πλησιάζουν. Ωστόσο, η επανάληψη των ίδιων συνθημάτων και προφητειών μάλλον κουράζουν. Το πιο αστείο ήταν ένα δημοσίευμα της «Εφ.Συν» τις ημέρες του Δεκαπενταύγουστου που αναρωτιόταν «Πού είναι οι δημοσκοπήσεις;» αφήνοντας να εννοηθεί ότι μπορεί να γίνονται δημοσκοπήσεις (στις παραλίες;) και να κρύβονται γιατί «δεν συμφέρουν την κυβέρνηση». Το πολύ κωμικοτραγικό στοιχείο είναι ότι η ίδια εφημερίδα είχε ασκήσει δριμύτατη κριτική στην Opinion Poll και σε μένα προσωπικά γιατί είχαμε δημοσιεύσει έρευνα στις… 5/9/2019!

 

Η κορυφή του παγόβουνου

Είναι φανερό ότι η «υπόθεση Ν. Ανδρουλάκη» είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Κάποιοι θεώρησαν ότι «τώρα είναι η ώρα να χτυπήσουμε δυνατά» και κάποιοι άλλοι έκριναν ότι είναι ευκαιρία να απαλλαγούν από το άγχος της απάντησης στο ερώτημα «αν δεν προκύψει αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές, εσείς τι θα κάνετε;»  Ολες αυτές οι τακτικές, όλα όσα έχουν συμβεί αυτό το καλοκαίρι θα αποτυπωθούν από τις αρχές Σεπτεμβρίου. Αρα ας μην εκτίθενται κάποιοι. Κοντός ψαλμός αλληλούια.

Το μέγα όμως πρόβλημα για τη χώρα αυτήν την ώρα, κι ενώ βρισκόμαστε μπροστά σε μεγάλες προκλήσεις, είναι η αλήθεια, η σταθερότητα, η αντιπαράθεση, αλλά με πολιτικές και επιχειρήματα. Ας μη γελιούνται: όσοι επιμείνουν στην οξύτητα, στον λαϊκισμό, στην εχθροπάθεια και βέβαια στην υποκρισία, θα δουν ότι στο τέλος θα τιμωρηθούν. Οι δε θεωρητικοί της θεωρίας ότι το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο δεν υπάρχει πια, μάλλον θα καταλάβουν ότι άλλη μια φορά βιάστηκαν.

 

ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΖΟΥΠΗΣ

Υπεύθυνος Ερευνών της Opinion Poll, πολιτικός αναλυτής