Aύπαρκτες πωλήσεις οχημάτων μέσω Facebook, υποτιθέμενες επιστροφές χρημάτων και επιδοτήσεων, αναβαθμίσεις ταμειακών μηχανών και διακίνηση ναρκωτικών. Αυτές ήταν μερικές μόνο από τις έκνομες ενέργειες της σπείρας των Ρομά που εξάρθρωσε η Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Αθηνών μετά από ταυτόχρονες έρευνες σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Αμαλιάδα, Λαμία, Γρεβενά και Φιλιατρά Μεσσηνίας. Εγκέφαλοι της σπείρας ένας 35χρονος Ρομά και ένας 26χρονος ομόφυλός του, με καταγωγή από Αργος και Κω αντίστοιχα. Τα συνολικά 37 μέλη της σπείρας είχαν καταφέρει να εξαπατήσουν 656 άτομα σε διάστημα δύο ετών, με τα κέρδη τους να φτάνουν τα δύο εκατομμύρια εννιακόσια πενήντα ευρώ. Ακόμη 20.000 ευρώ είχαν εξασφαλίσει από τη διακίνηση ναρκωτικών ουσιών.
Τα μέλη της σπείρας είχαν τρεις μεθόδους εξαπάτησης των πολιτών. Η πρώτη αφορούσε πωλήσεις αυτοκινήτων και αγροτικών μηχανημάτων σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές. Αναρτούσαν τις αγγελίες στο Facebook και ζητούσαν προκαταβολές από τους υποψήφιους αγοραστές. Οταν τα θύματα έκαναν τις καταθέσεις, τα μέλη της σπείρας διέκοπταν κάθε επαφή μαζί τους. Ενας δεύτερος τρόπος ήταν τα μέλη της σπείρας να επικοινωνούν με πολίτες προσποιούμενα πως είναι υπάλληλοι δημόσιων φορέων και τα (υποψήφια) θύματά τους ήταν δικαιούχοι είτε κρατικής επιδότησης ή επιστροφής χρημάτων. Δίνοντας υποσχέσεις για άμεση καταβολή μεγάλων ποσών, καθοδηγούσαν τα θύματά τους μέσω του e-banking στην κατάθεση χρημάτων στους λογαριασμούς των μελών της σπείρας. Επίσης, με πρόφαση την αναβάθμιση των ταμειακών μηχανών και προσποιούμενοι τους λογιστές, έπειθαν υπαλλήλους περιπτέρων και μίνι μάρκετ, να εκδίδουν pay safe και να τους λένε τον 16ψήφιο κωδικό.
Τα μέλη της σπείρας των Ρομά απατεώνων είχαν στήσει διευθυντήρια στο Ζευγολατιό, τα Εξαμίλια και το Αργος, όπου είχαν εγκαταστήσει και τα «τηλεφωνικά κέντρα» της οργάνωσης. Για τις επικοινωνίες τους χρησιμοποιούσαν «ghost phones», δηλαδή συνδέσεις που είχαν εκδοθεί στα ονόματα ανύπαρκτων αλλοδαπών, προκειμένου να γίνεται δύσκολος ο εντοπισμός τους.
Τα «μουλάρια»
Για τη μεταφορά των χρημάτων που αποσπούσαν από τα θύματά τους είχαν «στρατολογήσει» 500 άτομα που είχαν τον ρόλο των «money mules». Πρόκειται για τοξικοεξαρτημένους, επαίτες και εθισμένους στον τζόγο, οι οποίοι παραχωρούσαν τις τραπεζικές τους κάρτες και τα κινητά τους τηλέφωνα, προκειμένου τα μέλη της σπείρας να τα χρησιμοποιούν για να κάνουν τις μεταφορές χρημάτων από τις απάτες τους. Τα «μουλάρια» λάμβαναν για κάθε συναλλαγή από 500 έως 1.000 ευρώ.
Οπως διαπιστώθηκε στο πλαίσιο της έρευνας των αστυνομικών της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Αθηνών, τέσσερα μέλη της σπείρας διακινούσαν και ποσότητες κοκαΐνης στον Πειραιά και τη Σαλαμίνα. Σε διάστημα δύο ετών, μάλιστα, είχαν πραγματοποιήσει 200 αγοραπωλησίες, αποκομίζοντας πάνω από 20.000 ευρώ. Κατά τις συνομιλίες τους με τους «πελάτες» χρησιμοποιούσαν διάφορες ονομασίες για να περιγράψουν τις ποσότητες των ναρκωτικών και τα ποσά.
Ενδεικτικά το «μονό» ήταν το γραμμάριο κοκαΐνης που κόστιζε 100 ευρώ. «Μησαδάκι» ήταν το μισό γραμμάριο, ενώ «κατοστάρι» ονόμαζαν το γραμμάριο της κόκας. Κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων στα σπίτια των μελών της σπείρας, οι αστυνομικοί εντόπισαν χιλιάδες ευρώ, όπλα, ναρκωτικά και δεκάδες συσκευές κινητών τηλεφώνων.