Όταν τον Δεκέμβριο του 2022 βρέθηκα στο Νέο Δελχί, ως πρόεδρος του ΔΣ του ΚΕΘΕΑ, για τις εργασίες του Παγκοσμίου Συνεδρίου των Θεραπευτικών Κοινοτήτων, πληροφορήθηκα, στις συζητήσεις με τους ομολόγους μου πως, τον Μάρτιο της ίδιας χρονιάς, η ελεγχόμενη από το Κομουνιστικό Κόμμα της Κίνας, αγγλόφωνη, κινέζικη εφημερίδα Global Times διέδιδε πως η Ινδία είχε φωτίσει ένα από τα σημαντικότερα και εντυπωσιακότερα αξιοθέατα του Νέου Δελχί, το Qutub Minar, στα χρώματα της ρωσικής σημαίας, ως [δήθεν] ένδειξη υποστήριξης της Ρωσίας στην εισβολή της στην Ουκρανία. Η είδηση αποδείχθηκε γρήγορα άνευ αξιοπιστίας, όμως πέρα από τον προβληματισμό μας για την εύκολη διάδοση «fake news», στο ψηφιακά παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον της σύγχρονης ενημέρωσης, θα πρέπει να σταθούμε στο αληθές και συμπαγές υπόβαθρο ενός [υπαρκτού] διεθνούς φόβου ο οποίος πυροδοτείται εύκολα από τέτοιες «ειδήσεις», καθώς ο Δυτικός Κόσμος ταλανίζεται από υφέρπουσες ανησυχίες σχετικά με το ενδεχόμενο συγκρότησης ενός συνασπισμού Κίνας - Ρωσίας - Ινδίας. Όπως, εξάλλου, γράφει στο Foreign Affairs o David Miliband, πρώην υπουργός Εξωτερικών και Κοινοπολιτειακών Υποθέσεων του Ηνωμένου Βασιλείου, «η Ινδία εξαρτάται παραδοσιακά από τη Ρωσία για στρατιωτικές προμήθειες».
Η ευρύτερη ανάλυση των γεωστρατηγικών συμμαχιών, όπως αυτές διαμορφώνονται σε ένα μετα-ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο τοπίο, το οποίο δονείται, μάλιστα, από αλληλοδιάδεχούμενες πολυ-κρίσεις, γίνεται ακόμη πιο επίκαιρη, με δεδομένη την πρόσφατη επίσκεψη του Ινδού πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι στην Αθήνα.
Όπως γράφει, πάλι στο Foreign Affairs o καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Timothy Garton Ash, μια δημοσκόπηση που διεξήχθη στα τέλη του 2022 και στις αρχές του 2023 στην Κίνα, την Ινδία και τη [γειτονική μας] Τουρκία, για λογαριασμό του Council on Foreign Relations, αποκάλυψε το πόσο οι χώρες αυτές απέχουν από το να κατανοήσουν αυτό που συμβαίνει στην Ουκρανία ως έναν αγώνα ανεξαρτησίας ενάντια στον πόλεμο που έχει εξαπολύσει η Ρωσία αποπειρώμενη έναν επανεποικισμό της κεντροανατολικής Ευρώπης.
Στο σημείο αυτό έγκειται το στρατηγικό πλεονέκτημα της Ελλάδας στην προσέγγιση της Ινδίας και το κρυφό, ευρύτερα γεωπολιτικό, ειδικό βάρος των επαφών Μόντι-Μητσοτάκη, που δύναται να επηρεάσει τη μηχανική των διαπλανητικών συσχετισμών πέρα από τις διμερείς συμφωνίες που συνάφθηκαν και τις οικονομικές ευκαιρίες που προκύπτουν, ανοίγοντας νέες προοπτικές για τη χώρα μας στην ινδική υπο-ήπειρο. Αυτό συμβαίνει γιατί η Ευρώπη, όπως επισημαίνει πάλι ο Timothy Garton Ash, σε ότι αφορά στην αλληλεπίδρασή της με τις μεγάλες μετα-αποκιακές χώρες και δυνάμεις όπως είναι η Ινδία, πρέπει να έχει μεγαλύτερη συνείδηση του αποικιακού της παρελθόντος. Εδώ, θα βοηθούσε να επισημανθεί και το γεγονός πως ένας μεγάλος και αυξανόμενος αριθμός κρατών-μελών της ΕΕ στην ανατολική Ευρώπη υπήρξαν τα ίδια αντικείμενα της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας και όχι θύτες της. Σε αντίθεση, όμως, με τις παραδοσιακές δυνάμεις της Δυτικής Ευρώπης και του Αγγλοσαξωνικού και Βορειοατλαντικού περιβάλλοντος η Ελλάδα δεν είχε καταγράψει αποικιακό παρελθόν (και ανάλογα «αμαρτήματα») στη νεότερη και σύγχρονη ιστορία της και άρα μπορεί, με πιο αξιόπιστο τρόπο, να εκπέμψει, σε χώρες όπως η Ινδία αλλά και άλλες αναδυόμενες μετα-ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, το μήνυμα της συνάσπισης με τον δοκιμαζόμενο Ουκρανικό λαό, για την προάσπιση των ανθρωπιστικών αξιών τις οποίες ευαγγελίζεται ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός, έστω και αν στη διαδρομή του, ο τελευταίος, χαρακτηρίζεται συχνά από την εφαρμογή "δύο μέτρων και δύο σταθμών". Όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζει, επ' αυτού, ο David Miliband, η παραστρατιωτική εταιρεία Wagner -η ρωσική μισθοφορική οργάνωση που δραστηριοποιείται στην Ουκρανία, υπερ των ρωσικών δυνάμεων και που μέχρι πρότινος είχε στο τιμόνι της τον θανόντα υπό περίεργες συνθήκες αεροπορικού ατυχήματος, παλαιό φίλο και συνεργάτη του Πούτιν, Πριγκοζίν- έχει συνεργαστεί και με δικτατορικές κυβερνήσεις στην κεντρική και δυτική Αφρική για να υποστηρίξει την ασφάλεια και την επιβίωσή τους. Είναι χαρακτηριστικό, συνεχίζει ο Miliband, πως η έκκληση του ΟΗΕ για ανθρωπιστική βοήθεια προς την Ουκρανία έχει χρηματοδοτηθεί κατά 80-90%, ενώ οι αντίστοιχες εκκλήσεις του Οργανισμού για τους ανθρώπους που έχουν υποστεί τις δραματικές συνέπειες κρίσεων στην Αιθιοπία, τη Συρία και την Υεμένη, έχουν χρηματοδοτηθεί μόνον κατά το ήμισυ. Όταν οι Ευρωπαίοι ηγέτες περιφέρονται σε όλον τον κόσμο παρουσιάζοντας την ΕΕ ως τη μεγαλειώδη ενσάρκωση των μετα-αποικιακών αξιών της δημοκρατίας, των ανθρώπινων δικαιωμάτων, της ειρήνης και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, συχνά φαίνεται να έχουν ξεχάσει τη μακρά και αρκετά πρόσφατη αποικιοκρατική ιστορία της Ευρώπης, κάτι που ο υπόλοιπος κόσμος δεν το έχει -όμως- λησμονήσει. Αυτός είναι ένας λόγος που μετα-αποικιακές χώρες όπως η Ινδία δεν έχουν συνταχθεί με τη Δύση, εναντίον της Ρωσίας, στην Ουκρανική Κρίση, όπως συμπληρώνει ο Καθηγητής Timothy Garton Ash.
Ο διακεκριμένος Ινδός διπλωμάτης, Shivshankar Menon, έγραψε αιχμηρά στο Foreign Affairs πως: «αποξενωμένες και αγανακτισμένες, πολλές αναπτυσσόμενες χώρες βλέπουν τον πόλεμο στην Ουκρανία και την αντιπαλότητα της Δύσης με την Κίνα να αποσπούν την προσοχή από επείγοντα ζητήματα όπως το χρέος, η κλιματική αλλαγή και οι επιπτώσεις της πανδημίας», με τους περισσότερους αναλυτές να συμφωνούν πως η realpolitik έπαιξε τον ρόλο της στον καθορισμό των θέσεων ορισμένων χωρών σχετικά με τη σύγκρουση στην Ουκρανία.