Δεκάδες φορές σε αυτή τη στήλη και εκατοντάδες φορές στο Τwitter έχω γράψει για τις σχέσεις μίσους και πάθους μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ. Επί Αλέξη Τσίπρα έγιναν δεκάδες απόπειρες προσέγγισης με αφορμή την περιβόητη έμπνευση της απλής αναλογικής. Συστηματικά τότε από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ διέρρεε ότι το ΠΑΣΟΚ θα συνομολογήσει στη διαβόητη «σύγκλιση των προοδευτικών δυνάμεων» ώστε να μπορέσει να σχηματιστεί κυβέρνηση συνεργασίας. Το ΠΑΣΟΚ βέβαια δεν το έκανε ποτέ. Και γι’ αυτό στο μεσοδιάστημα είχαμε κατηγορίες από τον ΣΥΡΙΖΑ σε βάρος του ίδιου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ για «εκβιασμούς», ακόμα ακόμα και για «ύποπτες δοσοληψίες με Κινέζους». Ο Τσίπρας μπορεί να έφυγε από το πρώτο πλάνο της πολιτικής σκηνής, ωστόσο η τακτική είναι απολύτως η ίδια. Με αφορμή τις εκλογές της Αυτοδιοίκησης, κάποιοι στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είδαν παράθυρο συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ μήπως και «ρίξουν τον Μητσοτάκη». Οπως έγραφα χθες, δεν ξέρω πόσο κολακευτικό είναι να χρειάζεται να συμπορευτούν 2, 3, 4 ή 5 κόμματα για να καταφέρουν να ταρακουνήσουν τον Μητσοτάκη. Φαντάζομαι πάντως ότι δεν είναι. Ακόμα και για τα δικά τους μέτρα και σταθμά.

Πίσω στην πεζή καθημερινότητα πάντως, η συνεργασία των δύο κομμάτων είναι πρακτικά αδύνατη. Οι σχέσεις τους ήταν και παραμένουν απολύτως ανταγωνιστικές, με μόνο στόχο τις ευρωεκλογές, όπου και οι δύο επιθυμούν τη δεύτερη θέση. Διότι η δεύτερη θέση στις ευρωεκλογές σε κάνει άμεσο αντίπαλο της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη και de facto αξιωματική αντιπολίτευση. Αλλωστε, το ισχύον εκλογικό σύστημα αποκλείει κάθε προεκλογική σύμπραξη κομμάτων, ακόμα και στην περίπτωση που οι ηγεσίες τους την ήθελαν προεκλογικά. Με την ενισχυμένη αναλογική και το κλιμακωτό μπόνους των 40 εδρών στον νικητή των εκλογών, στις βουλευτικές κάλπες σημασία έχει μόνο η πρώτη θέση, όχι οι συνεργασίες.