Μετά τη... διερευνητικής φύσης δήλωση από το μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΠΑΣΟΚ Θεόδωρο Μαργαρίτη ήρθε και η επίσημη πρόταση που έκανε η Νέα Αριστερά για να προταθεί ο πρώην αντιπρόεδρος του ΣτΕ και πρόεδρος της Αρχής για τη Διασφάλιση του Απορρήτου των Επικοινωνιών Χρήστος Ράμμος για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Ο πρόεδρος της ΚΟ της Νέας Αριστεράς Αλέξης Χαρίτσης είπε ότι το κόμμα του θα προτείνει τον Χρήστο Ράμμο με μια δήλωση που ταιριάζει γάντι στο προφίλ που έχει καλλιεργήσει ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ. «Έναν δημόσιο λειτουργό, έναν δικαστικό, έναν άνθρωπο που υπερασπίστηκε με σθένος τους θεσμούς, που ενέπνευσε εμπιστοσύνη στο κράτος δικαίου, που δεν σιώπησε μπροστά στο πρωτοφανές σκάνδαλο των υποκλοπών» χαρακτήρισε ο Αλέξης Χαρίτσης τον Χρήστο Ράμμο επιβεβαιώνοντας όσους επικρίνουν τον πρόεδρο της ανεξάρτητης Αρχής για την πορεία του που θυμίζει περισσότερο «πολιτική σταυροφορία» ειδικά στο θέμα των νόμιμων επισυνδέσεων.
Ο Αλέξης Χαρίτσης κάλεσε τα κόμματα της «δημοκρατικής αντιπολίτευσης», όπως είπε, να υιοθετήσουν την πρόταση της Νέας Αριστεράς, χωρίς μικροκομματικές σκοπιμότητες, χωρίς υστερόβουλους σχεδιασμούς και να στείλουν «ηχηρό μήνυμα για την υπεράσπιση της Δημοκρατίας και του κράτους δικαίου στη χώρα μας».
Το γεγονός ότι η δήλωση του Αλέξη Χαρίτση ήρθε μια μέρα μετά από εκείνη του Θεόδωρου Μαργαρίτη, η οποία αποδοκιμάστηκε μόνο μέσω κύκλων και όχι επίσημα από το ΠΑΣΟΚ, και πιθανώς δείχνει ότι η αντιπολίτευση προσανατολίζεται συντεταγμένα στην επιλογή ενός προσώπου με σκληρά αντικυβερνητικά χαρακτηριστικά.
«Οι πολίτες χάνουν την εμπιστοσύνη τους στους θεσμούς, στο κράτος δικαίου, στη δικαιοσύνη. Και η ευθύνη βαραίνει την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Την κυβέρνηση του σκανδάλου των υποκλοπών. Την κυβέρνηση της συγκάλυψης του εγκλήματος των Τεμπών. Την κυβέρνηση, η οποία δείχνει πρωτοφανή αλαζονεία και περιφρόνηση προς τους δημοκρατικούς θεσμούς. Ήρθε η ώρα οι αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις να δώσουν μια ηχηρή απάντηση» είπε ο Αλέξης Χαρίτσης δείχνοντας ότι η επιλογή του Χρήστου Ράμμου είναι κάθε άλλο παρά ενωτική, όπως θα έπρεπε να είναι λόγω του θεσμικού ρόλου του Προέδρου της Δημοκρατίας.