«Κόκκινες γραμμές» εκτός και εντός Ελλάδας θέτει πλέον η κυβέρνηση, προκειμένου να δοθεί ένα τέλος στην προσπάθεια που βρίσκεται σε εξέλιξη ώστε να εμφανιστεί πως προχωρά σε ένα είδος παζαριών με την τουρκική πλευρά. Το θέμα έχει πλέον παρατραβήξει, με την ακροδεξιά να επιδιώκει να εργαλειοποιήσει ένα ζήτημα που δεν υφίσταται και δεν προκύπτει από πουθενά – στην κυριολεξία. Το γεγονός πως τη σκυτάλη επιχειρούν να πάρουν κόμματα όπως το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ στοχεύοντας στη συνοχή και στην αποδόμηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβέρνησης οδηγεί στη σκλήρυνση της στάσης που τηρείται προς όλες τις πλευρές. Είναι πλέον ορατό διά γυμνού οφθαλμού πως έχει στηθεί ένα αφήγημα μέσω fake news που αφορά τα εθνικά θέματα. Και έχει στηθεί την ώρα που η στάση και η θέση της κυβέρνησης και του ίδιου του πρωθυπουργού είναι κάτι περισσότερο από ξεκάθαρη...
«Δεν υπάρχει κανενός είδους παζάρι με την Τουρκία, υπάρχει μόνο μια διαφορά με την Τουρκία, αυτή της οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας», τόνισε ο Παύλος Μαρινάκης, καταγράφοντας τις «κόκκινες γραμμές» της χώρας στο πλαίσιο των συζητήσεων και του διαλόγου με την Τουρκία. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έθεσε όμως και τις «κόκκινες γραμμές» εντός Ελλάδας, υπογραμμίζοντας με έμφαση ότι «οφείλουμε να δίνουμε απαντήσεις σε καθετί που αφορά το κυβερνητικό έργο, δεν πρόκειται ν΄ αφήσουμε ούτε μισή σπιθαμή παραφιλολογίας ή διακίνησης fake news στα εθνικά θέματα», για να προσθέσει πως «εκεί είναι η απόλυτη “κόκκινη γραμμή”» και να καταλήξει λέγοντας ότι «προσπάθεια για αφήγημα ενδοτικότητας, αντίθετη με την πραγματικότητα, είναι εξαιρετικά επικίνδυνη».
Με απλά λόγια, η κυβέρνηση δεν προτίθεται να αφήσει αυτό το αφήγημα να πάρει διαστάσεις. Και, κυρίως, δεν θα επιτρέψει σε κάποιους να στήσουν πολιτικές καριέρες πάνω σε fake news και σε σενάρια που στηρίζονται σε θεωρίες συνωμοσίας, χωρίς κανένα στοιχείο, χωρίς την παραμικρή αφορμή. Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει τοποθετηθεί με κάθετο τρόπο ως προς τις «κόκκινες γραμμές» της Ελλάδας στον διάλογο με την Τουρκία. Το ίδιο έχει τονίσει κατ’ επανάληψη και ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης. Χθες και ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης σημείωσε ότι για την Ελλάδα η διαφορά είναι μία, προσθέτοντας ότι «ο διάλογος από μόνος του είναι καλό να υπάρχει, έχει φέρει θετικά αποτελέσματα», αναφερόμενος στη «soft» ατζέντα μεταξύ των δύο πλευρών και στην επίλυση δευτερευόντων ζητημάτων μέσω της επικοινωνίας. Από εκεί και πέρα ουδέν... Δεν υπάρχει κανένα ζήτημα, καμία ενδοτικότητα, καμία πρόθεση της ελληνικής κυβέρνησης και φυσικά του Κυριάκου Μητσοτάκη να μετατοπιστούν οι πάγιες ελληνικές θέσεις.
Το ερώτημα είναι γιατί γίνεται αυτή η συζήτηση. Η απάντηση είναι απλή. Πιο απλή απ’ ό,τι δείχνει η όλη συζήτηση. Το ζήτημα έχει και λόγο ύπαρξης αφενός, αφετέρου εκτιμούν ότι με τον τρόπο αυτό φθείρουν την κυβέρνηση και την πλαγιοκοπούν εκ δεξιών. Το ίδιο δείχνουν να εκτιμούν και οι όψιμοι υποστηρικτές τους που στόχο έχουν να... κοντύνουν τον πρωθυπουργό, να δημιουργήσουν συνθήκες αποσταθεροποίησης και να οδηγήσουν τη χώρα σε μια εκλογική μάχη που θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάδειξη κυβερνήσεων συνεργασίας. Γιατί; Μα, διότι αυτές οι κυβερνήσεις είναι πιο ελεγχόμενες απ’ όσους επιχειρούν να έχουν τον τελικό λόγο στην πορεία της χώρας και στις αποφάσεις που λαμβάνονται, ώστε να αποφευχθούν τομές και μεταρρυθμίσεις που τους πλήττουν.
Δεν είναι τυχαίο ότι όλο αυτό το αφήγημα στήνεται χωρίς βάση. Χωρίς καμία δήλωση και, κυρίως, χωρίς καμία απόφαση, ενέργεια ή συμφωνία που να επιτρέπει αυτήν τη συζήτηση. Δεν είναι τυχαίο ότι ξεκινούν από κόμματα όπως αυτό του Κυριάκου Βελόπουλου, που κηρύσσει τον... πόλεμο στην Τουρκία, και αυτό της Αφροδίτης Λατινοπούλου, που αξίζει να σημειωθεί ότι ως ευρωβουλευτής έχει ενταχθεί στην ευρωομάδα του Βίκτορ Ορμπαν και της Μαρίν Λεπέν, με τον λαϊκιστή Ούγγρο πρωθυπουργό να παραμένει εκ των φανατικότερων υποστηρικτών της Τουρκίας και του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Η κριτική του Αντώνη Σαμαρά και οι θέσεις που εκφράζει αντιμετωπίζονται με διαφορετικό τρόπο από την κυβέρνηση και λόγω της θητείας του ως πρωθυπουργός. Οι απόψεις του χαρακτηρίζονται σεβαστές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι συμφωνούν με αυτές, ειδικά όταν δεν αναφέρονται σε συγκεκριμένα ζητήματα, αλλά επικαλούνται συζητήσεις και... πληροφορίες.
Σε κάθε περίπτωση είναι δεδομένο πως με τα εθνικά θέματα ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν παίζει. Αρκεί να δει κάποιος το πώς θωρακίζει τη χώρα, καθιστώντας τη σημείο σταθερότητας για την ευρύτερη περιοχή. Και τη θωρακίζει τόσο διπλωματικά όσο και αμυντικά – αποτρεπτικά. Οι εξοπλισμοί έχουν μετατρέψει τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις σε δύναμη αποτροπής και διατήρησης της ασφάλειας και αυτό ουδείς μπορεί να το παραγνωρίσει.
Και κάτι ακόμη. Η προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ να εκμεταλλευτούν τις ακροδεξιές κορόνες και να εμφανισθούν ως πατριωτικές δυνάμεις έρχονται απλά να επιβεβαιώσουν την προσπάθεια που είναι σε εξέλιξη. Η δήλωση του Νίκου Ανδρουλάκη μετά τη στρατιωτική παρέλαση στη Θεσσαλονίκη δείχνει πως υπάρχουν σκέψεις να στηριχθούν κάποια αφηγήματα. Το ίδιο και κάτι ανακοινώσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Εκτιμούν ίσως πως θα συντηρήσουν εσωκομματικό ζήτημα στην κυβερνώσα παράταξη, καλό είναι όμως να δουν πού κατέληξαν ανάλογες προσπάθειες στο παρελθόν...
* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»