Το 2035 μια καινούργια τεχνολογία μπορεί να έχει αντικαταστήσει την τρισδιάστατη εκτύπωση. Το 2030 η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να είναι πια ικανή να συνεισφέρει στη χάραξη μιας ισχυρής υπερασπιστικής γραμμής στις δικαστικές αίθουσες. Τα data analytics πιθανώς να έχουν «περάσει» σε άλλη σφαίρα κι ίσως η συζήτηση για τους κβαντικούς υπολογιστές να εστιάζει πλέον σε πολύ πιο πρακτικά ζητήματα της καθημερινότητας.
Η τεχνολογία αναπτύσσεται ραγδαία, αλλάζοντας το τοπίο ως προς τις ζητούμενες δεξιότητες στην αγορά εργασίας. Οι 16χρονοι μαθητές και μαθήτριες όμως, καλούνται να επιλέξουν σήμερα, σε «αχαρτογράφητα νερά», την επαγγελματική κατεύθυνση από την οποία θα βιοπορίζονται το 2030.
Πώς μπορεί να προσανατολιστεί επαγγελματικά ένα 16χρονο παιδί και ποια επαγγέλματα εκτιμάται ότι θα έχουν ζήτηση στα επόμενα χρόνια; Το ΑΠΕ-ΜΠΕ συζήτησε αυτά και πολλά ακόμα ερωτήματα με τον σύμβουλο σταδιοδρομίας, κ. Χρήστο Ταουσάνη, διδάκτορα του ΑΠΘ και ιδρυτή της EMPLOY EDU, ενόψει της ομιλίας του στο TEDxUniversityofMacedonia 2021, στις 8 Μαΐου (Πληροφορίες για όλους τους ομιλητές εδώ: https://blog.tedxuniversityofmacedonia.com/).
Πώς μπορεί ένα 16χρονο παιδί να επιλέξει σήμερα το επάγγελμα που θα κάνει το 2030;
Κατά ορισμένες εκτιμήσεις, πάνω από το 65% των σημερινών μαθητών δημοτικού θα κάνει επαγγέλματα που σήμερα δεν υπάρχουν. Πώς μπορεί λοιπόν ένα 16χρονο παιδί να βοηθηθεί να αποφασίσει τώρα πού θα προσανατολιστεί επαγγελματικά;
«Πολύ βασικό είναι ο μαθητής ή η μαθήτρια να κάνει μια έρευνα αγοράς, για να σχηματίσει έστω μια βασική αντικειμενική εικόνα για τις προοπτικές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Πολλοί μαθητές, για παράδειγμα, βλέπουν στο μηχανογραφικό το Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας και το προσπερνούν, ενώ αναζητούν σπουδές με προοπτική για καινοτόμες εξειδικεύσεις. Δεν αναζητούν πληροφορίες για το τι θα μάθουν σε αυτό το Τμήμα, ενώ εκεί θα αποκτήσουν ένα βασικό πλαίσιο γνώσεων, που θα τους επιτρέψει, π.χ., να ασχοληθούν με το 3D printing, οπότε να η καινοτομία που έψαχναν!», εξηγεί ο Χρήστος Ταουσάνης.
Το δεύτερο που συνιστά σε μαθητές και μαθήτριες είναι να μην ζυγίζουν μόνο τα υπέρ και τα κατά μιας επιλογής, αλλά να στέκονται και στις κλίσεις και τα ενδιαφέροντά τους. «Πολλοί λένε για παράδειγμα “θέλω να γίνω διακοσμητής, αλλά…”. Αυτό το “αλλά” είναι που καταστρέφει την προοπτική να ακολουθήσουμε ό,τι θέλουμε πραγματικά να κάνουμε στη ζωή μας. Συνοψίζοντας, για να μπορέσει ένας μαθητής να αποφασίσει στα 16 το επάγγελμά του, θα πρέπει να συνθέσει τις σωστές πληροφορίες και να μάθει για τις μελλοντικές εξελίξεις… Όχι να κάνει λεπτομερή ανάλυση για πώς πιθανώς θα είναι η αγορά εργασίας το 2035, αλλά να γνωρίζει για παράδειγμα τι είναι το fintech, το blockchain, το VR, για τα οποία μιλούν όλοι… Αφού σχηματίσει μια αντικειμενική εικόνα των πιθανών αναγκών στην αγορά, και δει ποιες είναι οι κλίσεις και τα ενδιαφέροντά του, μπορεί να επιδιώξει να τα συνδυάσει με το κατάλληλο πρόγραμμα σπουδών» λέει.
Είναι τα πιθανά μεταπτυχιακά καλό κριτήριο για την επιλογή του πρώτου πτυχίου;
«Το μεταπτυχιακό είναι μόνο ένα επικουρικό κριτήριο, για να δούμε τι επιλογές έχουμε για εξειδίκευση. Μόνο στην Ελλάδα, αυτή τη στιγμή προσφέρονται πάνω από 1000 μεταπτυχιακά προγράμματα, ενώ κάποια χρόνια πριν, όταν έκανα εγώ μεταπτυχιακό, δεν ξεπερνούσαν τα 150. Συνεπώς, τα μεταπτυχιακά μας διαφοροποιούνται και αλλάζουν… Άρα, αρχικά εμβαθύνουμε στη βασική επιστήμη και μετά το δεύτερο τρίτο- έτος, στα τελευταία χρόνια του πτυχίου και όταν είμαστε πιο κοντά στην αγορά εργασίας, αποφασίζουμε ποια εξειδίκευση θα ακολουθήσουμε, αν π.χ., από τα μαθηματικά θα πάμε στη στατιστική ή την αναλογιστική ή και την τεχνητή νοημοσύνη» σημειώνει ο ιδρυτής της EMPLOY EDU και συγγραφέας του πρώτου οδηγού σπουδών «μεικτής πραγματικότητας» στην Ελλάδα.
Υπενθυμίζει δε, πως πάρα πολλά στελέχη διεύθυνσης Ανθρώπινων Πόρων συνιστούν το μεταπτυχιακό να γίνεται αφού το άτομο αποκτήσει ένα- δύο χρόνια επαγγελματικής προϋπηρεσίας, ώστε να μπορεί πλέον να «οσμίζεται» τι ζητάει η αγορά.
Τα επαγγέλματα με ζήτηση στο μέλλον
Είναι λοιπόν δύσκολο να προβλεφθεί ποια επαγγέλματα θα έχουν ζήτηση το 2035, αλλά υπάρχει κάποια εκτίμηση ως προς το ποια έχουν μεγαλύτερη προοπτική απασχολησιμότητας για τα επόμενα χρόνια;
*Το 67% των εταιρειών της αυτοκινητοβιομηχανίας δηλώνουν πως ως το 2025 θέλουν να εφαρμόσουν τεχνολογία 3D και 4D printing (τρισδιάστατης και τετραδιάστατης εκτύπωσης) στην παραγωγή τους. Άρα, κατά τον κ. Ταουσάνη, τα επαγγέλματα που σχετίζονται με το 3D και 4D printing έχουν προοπτική.
Το 89% των εταιρειών του κλάδου της υγείας και το 90% των εταιρειών του οικονομικού κλάδου δηλώνουν πως θα επιδιώξουν να χρησιμοποιήσουν τεχνολογίες Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ). Άρα, σχετικά επαγγέλματα αναμένεται επίσης να έχουν ζήτηση τα επόμενα χρόνια: ανάλυση δεδομένων, ειδικοί μηχανικής μάθησης, αναλυτές συστημάτων, μηχανικοί ρομποτικής, αλλά και digital marketeers, ειδικοί στη στρατηγική ανάπτυξη, project managers («όσο πιο σύνθετη γίνεται η αγορά και το πλαίσιο ενός έργου, τόσο πιο αναγκαίος θα είναι ένας μάνατζερ που μπορεί να τα οργανώσει όλα»), μηχανικοί χρηματοοικονομικής τεχνολογίας (fintech), ψυχομέτρες, ψυχίατροι, υπολογιστικοί γλωσσολόγοι («όσο περισσότερο εντείνεται η χρήση ψηφιακών βοηθών και θέλουμε να κάνουμε μετατροπή της γλώσσας σε γλώσσα υπολογιστή, θα συνεχίζει να εντείνεται η αξία του συγκεκριμένου επαγγέλματος στην αγορά»), νευροεπιστήμονες και εκπαιδευτές ενηλίκων.
Ποια επαγγέλματα κινδυνεύουν λιγότερο από τα ρομπότ;
Η πρόοδος της ΤΝ έχει δημιουργήσει φόβους για μελλοντική αντικατάσταση εκατομμυρίων ανθρώπων από ρομπότ στην αγορά εργασίας. Σε ποια επαγγέλματα το συγκριτικό πλεονέκτημα ανήκει στον άνθρωπο; Κατά τον κ. Ταουσάνη, έχουμε πρακτικά τρεις κατηγορίες επαγγελμάτων:
Τα επαγγέλματα στα οποία ο άνθρωπος έχει συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι της ΤΝ: π.χ, εργοθεραπευτές, ψυχολόγοι, διαμεσολαβητές, γηρίατροι, επαγγέλματα δηλαδή που απαιτούν συναισθηματική νοημοσύνη, ενσυναίσθηση, δημιουργικότητα και συμβουλευτική καθοδήγηση. «Σε τέτοια επαγγέλματα νομίζω πως έχουμε πολλά χρόνια ακόμα μπροστά μας, για να φτάσουμε να πούμε ότι η ΤΝ μπορεί να μας αντικαταστήσει. Η ΤΝ δεν μπορεί να παρηγορήσει μια μάνα που ανησυχεί επειδή το παιδί της μπαίνει στο χειρουργείο», λέει.
Τα επαγγέλματα στα οποία ο άνθρωπος έχει μερικό πλεονέκτημα. Τα επαγγέλματα αυτά, π.χ., δικηγόροι και γιατροί, απαιτούν υψηλή εξειδίκευση, οπότε δεν είναι ακόμα σαφές αν τελικά θα κερδίσει περισσότερες θέσεις εργασίας ο άνθρωπος ή οι νέες τεχνολογίες. «Σήμερα υπάρχουν ήδη τεράστιες νομικές βάσεις δεδομένων, που μπορούν να διασταυρώσουν τεράστιο όγκο data και με τη χρήση τους η ΤΝ θα μπορεί ενδεχομένως να χαράξει καλύτερη υπερασπιστική γραμμή από τον άνθρωπο δικηγόρο. Προς το παρόν, σε αυτά τα επαγγέλματα ο άνθρωπος έχει πλεονέκτημα, αλλά θα φανεί στην πορεία τι θα γίνει», εκτιμά ο κ. Ταουσάνης.
Τα επαγγέλματα στα οποία ο άνθρωπος μειονεκτεί σημαντικά έναντι της ΤΝ. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν επαγγέλματα της λεγόμενης κατηγορίας των τριών «Β» -βαρετά, βαριά, βρώμικα- και σε αυτά υπερτερούν ξεκάθαρα τα ρομπότ.
Γιατί οι ανθρωπιστικές επιστήμες αναμένεται να κερδίσουν έδαφος
Στο μεταξύ, οι ανθρωπιστικές επιστήμες δεν αποκλείεται να κερδίσουν ενισχυμένη θέση στην αγορά εργασίας στο μέλλον: «Ίσως δούμε τα επόμενα χρόνια τα ανθρωπιστικά επαγγέλματα να κερδίζουν έδαφος και τους αποφοίτους τους να βρίσκονται σε θέσεις που δεν φανταζόμαστε, όπως στο product management. Σε ολοένα περισσότερα επαγγέλματα θα χρειάζεται να έχουμε ανθρωπιστικό υπόβαθρο σπουδών, γιατί η παραγωγή ενός προϊόντος ή υπηρεσίας θα εστιάζει ολοένα περισσότερο στις ανάγκες και τα συναισθήματα του ανθρώπου. Ένα απλό παράδειγμα είναι τα προγράμματα εικονικής πραγματικότητας (VR), που στο τεχνικό τους κομμάτι φτιάχνονται βέβαια από αποφοίτους σχολών STEM, αλλά για να δημιουργηθεί μια εμπειρία VR με απήχηση στον άνθρωπο, χρειάζονται τα ανθρωπιστικά επαγγέλματα», εξηγεί.
Η κατάργηση των τριών κύκλων ζωής: εκπαίδευση, εργασία, σύνταξη
Κατά πολλούς αναλυτές, το μοντέλο των τριών διακριτών κύκλων στη ζωή ενός ανθρώπου -εκπαίδευση, εργασία, σύνταξη- καταργείται. Δίνει δε τη θέση του σε εκείνο που περιλαμβάνει άσκηση περισσότερων του ενός επαγγέλματα κατά τη διάρκεια της ζωής -και τις αντίστοιχες σπουδές. Τι σημαίνει αυτό για την αγορά εργασίας;
«Πριν από 50 χρόνια μαθαίναμε μια τέχνη και ήταν ικανή να μας βιοπορίσει μέχρι να βγούμε στη σύνταξη. Σήμερα, αυτά που μαθαίνουμε στο πανεπιστήμιο, αν δεν τα επικαιροποιήσουμε κι αναβαθμίσουμε, στα επόμενα δέκα χρόνια πιθανώς δεν θα μπορούμε να τα αξιοποιήσουμε», λέει.
Συνεπώς, χρειάζεται διαρκές upskilling (αναβάθμιση δεξιοτήτων) και reskilling (εκμάθηση νέων δεξιοτήτων). «Πιθανώς στο μέλλον θα αλλάζουμε δουλειά πολλές φορές κατά τη διάρκεια της ζωής μας, αλλά ακόμα και στο ίδιο αντικείμενο και την ίδια εταιρεία να βρισκόμαστε, θα διαφοροποιούνται οι απαραίτητες δεξιότητες. Ένας γεωπόνος για παράδειγμα, που πριν 10-15 χρόνια δαπανούσε το 90% του χρόνου του στο χωράφι, το 2030 μπορεί να βρίσκεται το 50% του χρόνου του στο χωράφι και το 50% μπροστά σε μια οθόνη υπολογιστή για data analysis στα δεδομένα των drones που χρησιμοποιούνται στη γεωργία ακριβείας», επισημαίνει.
Η πανδημία αύξησε την ανάγκη για ασφάλεια
Η πανδημία ενέτεινε το αίσθημα επαγγελματικής ανασφάλειας εκατομμυρίων ανθρώπων ανά τον πλανήτη. Οδήγησε αυτό σε στροφή των μαθητών στα θεωρούμενα ως πιο ασφαλή και με πιο σίγουρη επαγγελματική αποκατάσταση επαγγέλματα;
«Ολοκληρώνεται μια μελέτη με το Εργαστήριο Συμβουλευτικής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, για το κατά πόσο έχει επηρεάσει η πανδημία τις επιλογές των μαθητών. Κι έχει πράγματι ενταθεί η ανασφάλεια. Ένα από τα πρώτα στοιχεία που βλέπουμε στο πλαίσιο της μελέτης είναι ότι οι μαθητές αναζητούν πιο σίγουρες επιλογές. Πρέπει όμως να γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει ασφάλεια, ούτε σίγουρη επαγγελματική αποκατάσταση, αλλά μόνο απασχολησιμότητα. Χρειάζεται λοιπόν να βλέπουν ποιο πρόγραμμα σπουδών ανοίγει περισσότερες πόρτες στην αυριανή αγορά εργασίας και συνδέεται με τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας. Στην πραγματικότητα, η μόνη επαγγελματική ασφάλεια υπάρχει στα σώματα ασφαλείας και τις ένοπλες δυνάμεις, σε προγράμματα σπουδών δηλαδή που εξασφαλίζουν την άμεση πρόσληψη στο δημόσιο, σε άλλες σπουδές, όσο παραδοσιακές και σίγουρες και αν θεωρούνται, δεν μπορούμε να μιλάμε για αυτό που πολλοί γονείς λένε “σίγουρη αποκατάσταση”», καταλήγει ο κ. Τσαουσάνης.