Με βάση την ειδική αποζημίωση των 534 ευρώ και όχι τον ονομαστικό μισθό θα υπολογιστεί για τους χιλιάδες εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα το Δώρο Χριστουγέννων, με το κράτος να καλύπτει το μέρος που αντιστοιχεί στο διάστημα που οι συμβάσεις είχαν τεθεί σε αναστολή.
Αυτό αναμένεται να οδηγήσει την πλειονότητα των περιπτώσεων σε σημαντική μείωση του επιδόματος, που βάσει νόμου θα πρέπει να καταβληθεί στους δικαιούχους έως τις 21 Δεκεμβρίου.
Στο σχέδιο νόμου που αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή τις επόμενες μέρες και θα περιλαμβάνονται μέτρα στήριξης εργαζομένων και εργοδοτών κατά την περίοδο του φθινοπώρου, το υπουργείο Εργασίας προωθεί διάταξη με την οποία θα ξεκαθαρίζει τις προϋποθέσεις και τον τρόπο υπολογισμού του δώρου Χριστουγέννων από τις επιχειρήσεις-εργοδότες που η λειτουργία τους ανεστάλη με εντολή δημόσιας αρχής, αλλά και σε αυτές που ανήκουν στις πληττόμενες βάσει ΚΑΔ και για κάποιο διάστημα έθεσαν τις συμβάσεις εργασίας των απασχολούμενών τους σε αναστολή.
Σύμφωνα με αυτή, το επίδομα εορτών Χριστουγέννων θα πρέπει να καταβληθεί κανονικά, δηλαδή έως την 21 Δεκεμβρίου του 2020. Στην περίπτωση εργαζομένων που οι συμβάσεις τους τέθηκαν σε αναστολή, με αποτέλεσμα η διάρκεια της εργασιακής σχέσης, αφού αφαιρεθούν τα διαστήματα αναστολής, να μην καλύπτει ολόκληρη τη χρονική περίοδο από 1η Μαΐου έως την 31η Δεκεμβρίου του τρέχοντος έτους που αποτελεί προϋπόθεση για τη λήψη του Δώρου Χριστουγέννων, το επίδομα θα καταβάλλεται από τον εργοδότη μειωμένο.
Για τον υπολογισμό του σκέλους αυτού, της συμμετοχής δηλαδή του εργοδότη, θα λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος διάρκειας της εργασιακής σχέσης έως την αναστολή της. Για το διάστημα αναστολής της εργασιακής σύμβασης, το ποσό που αντιστοιχεί στο δώρο Χριστουγέννων θα καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Προσοχή όμως. Η βάση υπολογισμού του ποσού αυτού θα είναι η ειδική αποζημίωση των 534 ευρώ και όχι ο πραγματικός-ονομαστικός μισθός του εργαζομένου, όπως αυτός προβλέπεται στη σύμβαση εργασίας του. Αυτό οδηγεί όσους αμείβονται με ποσά άνω των 650 ευρώ (βασικός μισθός) σε μικρότερο ποσό Δώρου. Αντίστοιχα, ευνοημένοι εκτιμάται ότι θα είναι όσοι εργάζονται με μερική απασχόληση και λαμβάνουν μισθό κάτω από τα 534 ευρώ.
Ο τρόπος και η διαδικασία καταβολής θα εξειδικευθούν με υπουργική απόφαση. Να σημειωθεί ότι το Δώρο Πάσχα καταβλήθηκε τελικά στο σύνολό του από τους εργοδότες, οι οποίοι στη συνέχεια υπέβαλαν αιτήσεις προς το σύστημα Εργάνη και πλέον, αναμένουν την πληρωμή των ποσών που αντιστοιχούν στη συμμετοχή του κράτους, από το υπουργείο Εργασίας. Η συμμετοχή αυτή υπολογίστηκε όχι με βάση τα 800 ευρώ (που ήταν τότε το ύψος της ειδικής αποζημίωσης) αλλά με βάση τον ονομαστικό μισθό των εργαζομένων.
Οι υπερωρίες λόγω Covid-19
Εν τω μεταξύ, μετά τις έντονες αντιδράσεις που προκάλεσε η δημοσιοποίηση της πρόθεσης του υπουργείου Εργασίας να προβλέψει με διάταξη την κάλυψη του διαστήματος κατά το οποίο οι εργαζόμενοι τίθενται υποχρεωτικά σε καραντίνα με επιπλέον υπερωριακή εργασία, χωρίς όμως την αντίστοιχη προσαύξηση στην αμοιβή, στο υπουργείο Εργασίας δέχονται εισηγήσεις για βελτιωτικές παρεμβάσεις.
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο δικηγόρος-εργατολόγος Γιάννης Καρούζος, η διάταξη δημιουργεί σοβαρά ζητήματα τεχνικής φύσεως αλλά και ουσιαστικού εργατικού δικαίου. Έτσι, πέρα από την τεχνική λογιστική γραφειοκρατία που θα προκύψει, ως προς το ουσιαστικό εργατικό δίκαιο καταστρατηγείται ο θεσμός και η αμοιβή της υπερεργασιακής και υπερωριακής απασχόλησης, επισημαίνει ο κ. Καρούζος. Και συμπληρώνει ότι εφόσον διατηρηθεί η αρχική διατύπωση της διάταξης, δεν τίθεται κανένα απολύτως όριο στον εργοδότη, αφού αυτός μπορεί να απασχολεί τον εργαζόμενο πέραν των 40 ωρών, 3 ώρες, αλλά και επιπλέον αυτού, υπερεργασιακά και υπερωριακά, δηλαδή για απίστευτα εξοντωτικό ωράριο.
Πλέον, σύμφωνα με πληροφορίες, εξετάζεται η μείωση της υποχρεωτικής αναπλήρωσης του χρόνου απουσίας στο μισό.
Πηγή: Euro2day.gr