Να κηρύξουν ένοχη την Έφη για απόπειρα ανθρωποκτονίας ζήτησε ο εισαγγελέας, Χαράλαμπος Μαστραντωνάκης, από τους δικαστές του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, στη δίκη για την υπόθεση με το βιτριόλι.
Ο εισαγγελικός λειτουργός τόνισε πως πρέπει να κριθεί απορριπτέος ο ισχυρισμός της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης, αναφέροντας πως από τις κινήσεις της κατηγορουμένης «συνάγεται ότι οπωσδήποτε θεώρησε ως πιθανό τον θάνατο της παθούσας και το επιδοκίμασε».
Όπως είπε ο κ. Μαστραντωνάκης, η Έφη πρέπει «να κηρυχθεί ένοχη για την απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Ζήτησε μία δίκαιη δίκη και μία δεύτερη ευκαιρία. Της δόθηκε δυνατότητα να απολογηθεί στον ανακριτή, να απολογηθεί ενώπιόν μας για μία πράξη που έχει τελέσει και έχει ομολογήσει. Δεν έδωσε, όμως, ποτέ στην Ιωάννα τέτοια δυνατότητα. Την καταδίκασε εφ’ όρου ζωής να ανεβαίνει κάθε μέρα ένα Γολγοθά».
Η διαδικασία συνεχίζεται με αγορεύσεις των συνηγόρων.
Ανέπτυξε αισθήματα μίσους
Η πρόταση του εισαγγελέα έδρας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, Χαράλαμπου Μαστραντωνάκη, για την επίθεση με βιτριόλι που δέχθηκε η Ιωάννα Παλιοσπύρου από την 37χρονη Έφη ξεκίνησε λίγο πριν τις 10:00. Όπως χαρακτηριστικά είπε, «ανέπτυξε αισθήματα μίσους για την Ιωάννα θεωρώντας ότι την κορόιδεψε. Έκτοτε άρχισε να απεργάζεται σχέδιο εξόντωσης με βιτριόλι».
Ο κ. Μαστραντωνακης, αφού ανέλυσε το αμιγώς νομικό σκέλος της υπόθεσης, προχωρά στην καταγραφή των πραγματικών γεγονότων που καθόρισαν τις κινήσεις της κατηγορούμενης αλλά και τη ζωή της Ιωάννας.
Όπως, μάλιστα, τόνισε ο εισαγγελικός λειτουργός αναφερόμενος στο ζήτημα που τίθεται από παράγοντες της δίκης σχετικά με το πώς βρέθηκε στα χέρια της Έφης το καυστικό υγρό, «το δικαστήριο δεν πρέπει να το απασχολήσει το γεγονός για το εάν συνέδραμαν τρίτα πρόσωπα, αλλά ότι στα χέρια της έφτασε το δυσεύρετο χημικό υγρό».
Ο εισαγγελέας τοποθετήθηκε αναφορικά με τη σχέση μεταξύ κατηγορούμενης και θύματος και περιέγραψε ότι κατάγονται από την ίδια περιοχή χωρίς να έχουν σχέσεις μεταξύ τους, έχοντας κοινό σύνδεσμο στην Αθήνα την εξαδέλφη του θύματος.
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, η σχέση της Έφης με τον 40χρονο ήταν ελεύθερη, πλην όμως, όταν εκείνος έκανε αίτημα φιλίας στην Ιωάννα, η τελευταία, «με αξιοπρέπεια και σεβασμό προσπάθησε να τη βοηθήσει, να τη συμβουλεύσει. Μάλιστα, της έστειλε φωτογραφία και τη συνομιλία της με τον Νώντα. Η κατηγορούμενη, που ουδέποτε είχε πάψει να ανησυχεί, έστελνε μηνύματα στην παθούσα για το θέμα. Τη ρωτούσε “τι κανείς με αυτόν τον άνθρωπο”. Η Ιωάννα απαντούσε ευγενικά. Ωστόσο, ο Νώντας δεν παραιτήθηκε της προσπάθειας και έστειλε και πάλι μήνυμα στην Ιωάννα».
Στη συνέχεια ο εισαγγελικός λειτουργός επεσήμανε πως «από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προέκυψε ότι η παθούσα διατήρησε επικοινωνία με τον Νώντα, σε αντίθεση με όσα μέχρι σήμερα πιστεύει η κατηγορούμενη. “Εγώ πιστεύω ότι υπήρξε κάτι μεταξύ τους” είπε στην απολογία της. Η κατηγορούμενη ουδέποτε πείστηκε ότι δεν συμβαίνει κάτι μεταξύ των δύο. Ανέπτυξε αισθήματα μίσους για την παθούσα, θεωρώντας ότι την κορόιδεψε. Έκτοτε άρχισε να απεργάζεται σχέδιο εξόντωσης με βιτριόλι».