Η συνεχιζόμενη προσπάθεια να δοθεί η εικόνα πως η κυβέρνηση χρησιμοποιεί μια δήθεν μυστική διπλωματία στα ελληνοτουρκικά δείχνει ξεκάθαρα ότι κάποιοι επιχειρούν να στήσουν καριέρες ή να παραμείνουν στο πολιτικό σκηνικό χρησιμοποιώντας σοβαρά ζητήματα με μικροκομματικές λογικές άλλων δεκαετιών. Η θέση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι σαφής. Και στα ελληνοτουρκικά και στο Κυπριακό

Η παρουσία του στη Λευκωσία, στο πλαίσιο της διακυβερνητικής διάσκεψης Ελλάδας-Κύπρου, έδωσε τη δυνατότητα στον πρωθυπουργό να στείλει, για μία ακόμη φορά, μηνύματα εντός και εκτός της χώρας. Μηνύματα που αφορούν αφενός τις κόκκινες γραμμές ως προς τον διάλογο με την Τουρκία, αφετέρου την πλήρη στήριξη στην Κυπριακή Δημοκρατία. 

Οι ελληνικές θέσεις δεν έχουν αλλάξει στο παραμικρό και όπως τόνισε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης «είμαστε ακλόνητοι σε θέματα κυριαρχίας». Ανάλογες αναφορές έχουν γίνει, εκ νέου, το τελευταίο διάστημα και από τον υπουργό Εξωτερικών, Γιώργο Γεραπετρίτη, και από το βήμα της Βουλής και κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των κομμάτων για την πορεία του ελληνοτουρκικού διαλόγου. 

Τα «ήρεμα νερά» μπορεί να επιχειρείται να εμφανιστούν ως βήματα υποχώρησης έναντι των κόκκινων γραμμών. Μόνο που αυτό απέχει από την πραγματικότητα. Αλλωστε η ελληνική πλευρά δεν εφησυχάζει και αυτό καθίσταται σαφές μέσα από τις ενέργειες και τους σχεδιασμούς της ειδικά ως προς το θέμα της αμυντικής θωράκισης και της ισχυροποίησης της χώρας ως δύναμης αποτροπής που μετατρέπεται σε δύναμη σταθερότητας για την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. 

Τα κόμματα της ακροδεξιάς εμμένουν στη λογική των επικρίσεων. Γιατί; Μα διότι είναι το μοναδικό αφήγημα που μπορούν να στήσουν. Και όσοι, για δικούς τους μικροκομματικούς λόγους, ρίχνουν νερό στον μύλο αυτών των αφηγημάτων, καθίστανται συνυπεύθυνοι ως προς την ανάδειξη σεναρίων και fake news. 

Οι αναφορές του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ σε δήθεν μυστική διπλωματία επί της ουσίας μπορεί να δικαιολογηθούν πλέον μόνο στη λογική της δημιουργίας συνθηκών που οδηγούν σε ενδεχόμενη απώλεια ψήφων της κυβερνώσας παράταξης προς την ακροδεξιά. Στη λογική δηλαδή του «ψαλιδίσματος» των ποσοστών διά της τεθλασμένης οδού και όχι μέσω της ανόδου των δικών τους ποσοστών. Μπορεί να ευθύνεται γι’ αυτό η μέχρι τώρα εμφανής αδυναμία να κατατεθούν στον δημόσιο διάλογο προτάσεις που ν’ αποτελούν εναλλακτικές λύσεις για τα προβλήματα. Ομως, όπως και να ’χει, η εικόνα δεν είναι θετική, όπως τουλάχιστον αποτυπώνεται. 

Σε κάθε περίπτωση, η πραγματικότητα και τα δεδομένα είναι αυτά που καθορίζουν την ατζέντα στην πολιτική και όχι τα fake news και οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί…

* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»