«Γκάζι» για καθαρότερα υγρά καύσιμα χαμηλών εκπομπών πατούν τα ΕΛΠΕ στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης. Μέσω του στρατηγικού επιχειρησιακού σχεδίου «Vision 2025» ο Ομιλος δείχνει ότι υπάρχει και άλλος δρόμος ο οποίος συνδέει την Κοζάνη με την περιφέρεια Pau στη Γαλλία: επενδύουν αφενός στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και αφετέρου στις εναλλακτικές τεχνολογίες.
Το παράδειγμα της περιφέρειας Pau στη Γαλλία λειτουργεί ως οδηγός ως προς το δεύτερο: η περιοχή γνώρισε την οικονομική ανάπτυξη λόγω του κοιτάσματος φυσικού αερίου που βρέθηκε το 1950. Το 1960 ξεκίνησε η παραγωγή φυσικού αερίου από την ELF Aquitaine, μετέπειτα Total/TotalEnergies. Αν και κακής ποιότητας φυσικό αέριο, η ανακάλυψή του αποτέλεσε εφαλτήριο για την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών (πχ νέων υλικών, δημιουργία ερευνητικού κέντρου, ανάπτυξη χημικής και φαρμακευτικής βιομηχανίας -η φαρμακευτική SANOFI ξεκίνησε από εκεί-, παραγωγή ελαστικών και ανθρακονημάτων από το πλούσιο περιεχόμενο S του ΦΑ). Το 1980 έδινε απασχόληση σε 8000 οικογένειες, έχοντας κοινωνική αποδοχή.
Πριν από 15 χρόνια ξεκίνησε η προσπάθεια ενεργειακής μετάβασης – και λόγω της εξάντλησης του κοιτάσματος- με στόχο την αξιοποίηση των υποδομών και εξασφάλιση της οικονομικής ευημερίας και της απασχόλησης.
Ετσι από το 2011 λειτουργεί το τεχνολογικό πάρκο ChemParc, που σήμερα απασχολεί συνολικά 3000 εργαζόμενους. Στόχος να συνδέσει το εργαστήριο με τη βιομηχανική παραγωγή και να συμβάλει στη διατήρηση των θέσεων εργασίας στην περιοχή.
Ηδη στο Pau παράγεται το 20% της βιοαιθανόλης στη Γαλλία, στον επόμενο χρόνο θα ξεκινήσει η λειτουργία μονάδας αξιοποίησης αποβλήτων βιομάζας για παραγωγή μεθανίου, ενώ δημιουργείται το μεγαλύτερο πιλοτικό project CCS στην Ευρώπη, ενώ πλέον προχωρούν και σε έργο μεγάλης κλίμακας, σε συνεργασία με την Ισπανία και τις εταιρείες TotalEnergies, Repsol.
Παραγωγή πράσινου υδρογόνου, παραγωγή HVO, νέος στόλος αστικών λεωφορείων με H2, χρήση 100% HVO στα συμβατικά λεωφορεία, αποθήκευση CCS, κέντρο έρευνας για νέες τεχνολογίες, αποτελούν μέρος του Οράματός τους για τα επόμενα χρόνια σύμφωνα με τον Δήμαρχο Francois Bayrou. Ήδη σήμερα υπάρχουν 8.000 θέσεις εργασίες, οι οποίες αναμένεται να αυξηθούν σε 10.000 στα επόμενα 3 χρόνια.
Πρεσβευτής αυτής της προσπάθειας το Grand Prix για το οποίο είναι γνωστό η περιοχή. Ενώ μέχρι πριν από 2 χρόνια όλοι θεωρούσαν ότι έφτανε στο τέλος του μαζί με το τέλος των ορυκτών καυσίμων, το ανασχεδίασαν, προκειμένου να το θέσουν στην υπηρεσία της Ενεργειακής Μετάβασης και των νέων τεχνολογιών κινητικότητας, διοργανώνοντας για πρώτη φορά φέτος, το Green Grand Prix.
Η φετινή διοργάνωση περιελάμβανε έξι διαφορετικούς αγώνες οχημάτων που τροφοδοτούνταν αποκλειστικά από εναλλακτικά καύσιμα, όπως η ηλεκτρική ενέργεια, τα συνθετικά καύσιμα και τα προηγμένα βιοκαύσιμα. Με αγωνιστικά οχήματα συμμετείχαν όλες οι μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες ενώ επίσημοι partners ήταν οι FuelsEurope, TotalEnergies, Repsol, Aramco κ.ά.
«Για την πράσινη και δίκαιη μετάβαση των μεταφορών χρειάζεται συνδυασμένα, η συμβολή όλων των τεχνολογιών χαμηλού άνθρακα, όπως η ηλεκτροκίνηση, το υδρογόνο και τα ανανεώσιμα και χαμηλού άνθρακα καύσιμα» είναι το μήνυμα που έστειλαν οι διοργανωτές.
Στην περιοχή λειτουργούν μονάδες νέων τεχνολογιών όπως:
- Μονάδα παραγωγής πράσινου υδρογόνου για την τροφοδοσία αστικών λεωφορείων της πόλης: πρόκειται για τον πρώτο τέτοιο project στον κόσμο, συνολικού budget 20 εκ. €, χρηματοδοτούμενο κατά 50% από την ΕΕ. Η μονάδα παραγωγής διαθέτει 2 συμπιεστές των 600 bar και δυναμικότητα 174-268 kg H2/ημέρα. Διατηρεί stock 3 ημερών, ενώ μπορεί να δεχθεί και εισαγόμενο Η2 σε περίπτωση προβλημάτων παραγωγής. Το κόστος παραγωγής του Η2 εξαρτάται κατά περίπου 70% από το κόστος ηλεκτρισμού. Με τις σημερινές τιμές ηλεκτρισμού το κόστος χρήσης του Η2 στα λεωφορεία είναι 10-12 €/kg H2, και δεν απέχει πολύ από το κόστος του ντίζελ (60-70 lt για ένα λεωφορείο).
- Σταθμός εφοδιασμού αστικών λεωφορείων με πράσινο υδρογόνο FEBUS: Πιλοτικό πρόγραμμα 8 λεωφορείων (σε σύνολο 100 οχημάτων) που ξεκίνησε τον Δεκέμβριου του 2019. Τα πολυτελή λεωφορεία Η2, κατασκευάσθηκαν από τη βελγική Van Hool ειδικά για το project. Ανεφοδιάζονται κάθε βράδυ με 27 kg H2, σε περίπου 20΄, και διανύουν 250-300 km/ημέρα (9 kg H2/100 km). Λειτουργούν όπως τα ηλεκτροκίνητα, μόνο που αντί της μπαταρίας, έχουν τη δεξαμενή Η2 στην κορυφή τους (για λόγους ασφάλειας από διαρροή). Διαθέτουν και εφεδρική μπαταρία.
- Σταθμός εφοδιασμού αστικών λεωφορείων με 100% HVO: Πιλοτικό project που πηγαίνει πολύ καλά, καθώς δεν απαιτεί καμία διαφοροποίηση του στόλου των υπαρχόντων λεωφορείων, ενώ πετυχαίνει μείωση εκπομπών της τάξης του 90%. Το καύσιμο παράγεται από διάφορα είδη βιομάζας.
- Τεχνολογικό πάρκο ChemParc: Ερευνητικό και Τεχνολογικό πάρκο της περιοχής. Η ίδρυσή του αποφασίσθηκε το 2003 και η λειτουργία του ξεκίνησε το 2011 με στόχο να συνδέσει το εργαστήριο με τη βιομηχανική παραγωγή και να συμβάλει στη διατήρηση των θέσεων εργασίας στην περιοχή. Σήμερα απασχολεί 3.000 εργαζόμενους.
- CCS project: Το πρώτο τέτοιας κλίμακας demonstration project στην Ευρώπη, με τη μεγαλύτερη αποθήκευση CO2 στην Ευρώπη σε χερσαία περιοχή κοντά σε πόλη. Το CO2 εγχέεται και αποθηκεύεται στην εξαντλημένη κοιλότητα ΦΑ στη Rousse, σε βάθος 4.000 μ. Η ιδέα ξεκίνησε το 2010, το 2013 έγινε η πρώτη δοκιμαστική έγχυση και το 2016 ξεκίνησε η φάση της δοκιμαστικής λειτουργίας υπό επιτήρηση. Έμφαση στην κοινωνική αποδοχή των κατοίκων, με διαβουλεύσεις 2 ετών (2017-2018). Στενή παρακολούθηση της σεισμικής δραστηριότητας, χωρίς κάποια αρνητική επίπτωση στην ήδη σεισμογενή περιοχή. Βασικό στοιχείο και στόχος ήταν η αξιοποίηση των υπαρχουσών γραμμών αερίου και σχετικού εξοπλισμού (με κάποιες μετατροπές).
Επόμενο βήμα μεγάλης κλίμακας, το project PyCASSO (Pyrenean Carbon Abolition through Sustainable Sequestration Operations) για δέσμευση, μεταφορά και αποθήκευση CO2, 1Mtpa, με στόχο την έναρξή του το 2030 και μείωση του κόστους αποθήκευσης. Σε αυτό συμμετέχουν οι TOTALENERGIES, REPSOL, Γαλλία, Ισπανία, ενώ υποστηρίζουν η Ρουμανία και η Κροατία.
Ο Όμιλος των Ελληνικών Πετρελαίων συμμετείχε ενεργά στο πράσινο Grand Prix και στις πρωτοβουλίες της Fuels Europe στο πλαίσιο και του προγράμματος Vision 2025. Αποσκοπώντας στη διασφάλιση της ηγετικής θέσης που κατέχει στον κλάδο των πετρελαιοειδών, αλλά και στην ουσιαστική και ταχύτερη ενίσχυση της θέσης του σε νέες, πιο καθαρές μορφές ενέργειας ο όμιλος έχει καταρτίσει επενδυτικό πλάνο σχεδόν 4 δισ. Ευρώ, με τα μισά να προορίζονται για εκσυγχρονισμό της παραδοσιακής του δραστηριότητας και την παραγωγή «καθαρότερων» υγρών καυσίμων χαμηλών εκπομπών, ενώ τα υπόλοιπα θα δοθούν για την ενεργειακή μετάβαση, με έμφαση στις ΑΠΕ και στη μείωση των εκπομπών CO2.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως τονίζουν τα ΕΛΠΕ, «το διυλιστήριο Ελευσίνας θα αναδειχθεί σε υπόδειγμα της ενεργειακής μετάβασης και μείωσης των εκπομπών άνθρακα, μέσω επενδύσεων σε ενέργειες βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, σε μονάδα συμπαραγωγής για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών και διευκόλυνση έργων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, σε μονάδα μπλε υδρογόνου μέσω δέσμευσης άνθρακα στην υπάρχουσα παραγωγή υδρογόνου, σε πιλοτική μονάδα πράσινου υδρογόνου μέσω της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και σε μονάδα παραγωγής ηλιακής ενέργειας. Παράλληλα, το διυλιστήριο Θεσσαλονίκης θα αναβαθμιστεί μέσω μονάδας συμπαραγωγής βιοντιζέλ 2ης γενεάς, για την αύξηση βιώσιμων πρώτων υλών των προϊόντων μας».
Στα πλεονεκτήματα των “πράσινων” καυσίμων περιλαμβάνονται ακόμη τα εξής:
- Μειώνουν τις εκπομπές CO2 κατά 90% στον τομέα των μεταφορών σε σχέση με τη βενζίνη και το diesel
- Αποτελούν την πλέον αποτελεσματική λύση για τη μείωση των εκπομπών από τα περίπου 200 εκ. οχήματα με κινητήρες εσωτερικής καύσης που θα παραμείνουν σε κυκλοφορία μετά το 2030
- Μειώνουν την πίεση για τα δημόσια οικονομικά που ενέχει ο πλήρης εξηλεκτρισμός του στόλου και η ανάπτυξη νέων υποδομών διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και ταχείας φόρτισης
- Δίνουν τη δυνατότητα επιλογής στους καταναλωτές μεταξύ των τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών CO2, καθιστώντας την μετάβαση προσιτή σε όλους.
Επενδύσεις στις ΑΠΕ
Την ίδια ώρα ο Όμιλος ΕΛΠΕ επενδύει στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχοντας ήδη στο χαρτοφυλάκιό του – μεταξύ άλλων- το μεγαλύτερο φωτοβολταϊκό πάρκο στην Ελλάδα και ένα από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη, το οποίο εγκαινιάστηκε από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη τον Απρίλιο.
Με συνολική εγκατεστημένη ισχύ που φτάνει στα 204,3 MW, υπολογίζεται ότι θα παράγει ετησίως ενέργεια 350 GWh, ενώ θα καλύψει τις ανάγκες 75.000 νοικοκυριών με ενέργεια μηδενικών εκπομπών. Η συνολική επένδυση ανήλθε στα €130 εκατ., με σημαντικό όφελος για την εθνική οικονομία, αλλά και την περιοχή της Δ. Μακεδονίας (βρίσκεται στην Κοζάνη), καθώς δημιούργησε πάνω από 350 θέσεις εργασίας κατά τη διάρκεια της κατασκευής, ενώ θα διατηρήσει δεκάδες άμεσες και έμμεσες θέσεις απασχόλησης κατά τη διάρκεια λειτουργίας, οι περισσότερες εκ των οποίων θα καλυφθούν από την τοπική κοινωνία. Η κατασκευή του πάρκου, το οποίο είναι το μεγαλύτερο στην Ευρώπη με φωτοβολταϊκά πλαίσια διπλής όψεως (bifacial modules) και διαθέτει τελευταίας γενιάς σύστημα αυτοματισμών παρακολούθησης και ελέγχου της παραγωγής (Energy Management System), ολοκληρώθηκε εντός του χρονοδιαγράμματος, παρά τις δυσκολίες που προκλήθηκαν από την πανδημία. Κύριος εργολάβος του έργου ήταν η εταιρεία JUWI, ενώ την παρακολούθηση της κατασκευής είχε αναλάβει η εταιρεία ΑΣΠΡΟΦΟΣ θυγατρική του Ομίλου ΕΛΠΕ, η οποία ακολουθεί τη στρατηγική στροφή του Ομίλου αναπτύσσοντας τεχνογνωσία στη νέα αυτή αγορά.
«Στοχεύουμε σε έναν πιο ολοκληρωμένο Όμιλο παραγωγής και εμπορίας όλων των σύγχρονων μορφών ενέργειας, που θα πρωτοστατεί στις εξελίξεις, ενισχύοντας και την αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Επισπεύδουμε τον ενεργειακό μετασχηματισμό και στηρίζουμε τη μετάβαση σε προηγμένες και μηδενικών εκπομπών μορφές ενέργειας, αλλά παράλληλα εκσυγχρονίζουμε και την πετυχημένη βασική μας δραστηριότητα» δήλωσε ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ κ. Ανδρέας Σιάμισιης περιγράφοντας τον οδικό χάρτη του Ομίλου συμπληρώνοντας πως «με άξονα το στρατηγικό σχέδιο “Όραμα 2025” υλοποιούμε ένα από τα μεγαλύτερα επενδυτικά προγράμματα στην Ελλάδα, στοχεύοντας σε δραστική μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος κατά 50% μέχρι το 2030, ώστε να συμβάλουμε ουσιαστικά και στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης».