Οι νέες ταραχές μεταξύ προσφύγων στη Σάμο στο επίκεντρο γερμανικών δημοσιευμάτων.Ιδιαίτερο βάρος δίνεται στους ασφυκτικά γεμάτους καταυλισμούς.
Στα νέα πολύ σοβαρά επεισόδια μεταξύ προσφύγων στη Σάμο αναφέρεται δημοσίευμα στην ηλεκτρονική σελίδα του Spiegel. Στο άρθρο σημειώνεται όσον αφορά την φωτιά που ξέσπασε στον καταυλισμό: «Αρχικά δεν ήταν σαφές πώς ξέσπασε η φωτιά.
Σύμφωνα με πληροφορίες του Spiegel γύρω στις 7 μ.μ. υπήρξε μια πολύ βίαιη συμπλοκή ανάμεσα σε Σύρους και Αφγανούς αιτούντες άσυλο κατά την οποία τραυματίστηκαν τουλάχιστον τρεις Σύροι. Μεταφέρθηκαν τραυματισμένοι στο νοσοκομείο…. Αργότερα διαδόθηκαν φήμες στον καταυλισμό ότι ένας πρόσφυγας πέθανε κατά τη συμπλοκή. Τότε ξέσπασαν νέες συμπλοκές και αυτή τη φορά η αστυνομία χρησιμοποίησε δακρυγόνα για να χωρίσει τους πρόσφυγες».
Και το δημοσίευμα συνεχίζει: «Στο λεγόμενο hotspot της Σάμου, που βρίσκεται μόλις λίγα χιλιόμετρα μακριά από τις τουρκικές ακτές, διαβιούν 5.768 αιτούντες άσυλο… ο καταυλισμός κατασκευάστηκε για να φιλοξενήσει 648 άτομα. Από το καλοκαίρι η κατάσταση έχει εμφανώς χειροτερεύσει. Έρχονται ολοένα και περισσότεροι πρόσφυγες στην Ελλάδα από την Τουρκία. Τον Αύγουστο ήρθαν 9.300 πρόσφυγες και τον Σεπτέμβριο 12.000».
Tο άρθρο καταλήγει, αναφερόμενο στις προειδοποιήσεις του νέου δημάρχου του νησιού Γιώργου Στάντζου, ότι η κατάσταση μπορεί να βγει εκτός ελέγχου. Kαι συμπληρώνει: «Aλλά και ο γιατρός Νίκος Κακλαμάνης, ο οποίος χώρισε στην αρχή τους μετανάστες, είναι πεπεισμένος πως ‘κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο κάτω από αυτές τις συνθήκες’».
Στο ίδιο θέμα αναφέρεται και δημοσίευμα της Welt, το οποίο με αφορμή τις ταραχές στη Σάμο υπογραμμίζει την κατάσταση των προσφυγικών καταυλισμών και σε άλλα νησιά: «Και άλλοι καταυλισμοί στη Χίο, τη Σάμο, τη Λέρο και την Κω είναι ασφυκτικά γεμάτοι. Πριν από δυο εβδομάδες ξέσπασαν πάλι συμπλοκές στη Λέσβο και μια γυναίκα έχασε τη ζωή της. Από τις αρχές του χρόνου έχουν καταφθάσει στην Ελλάδα 38.000 περισσότεροι μετανάστες σε σύγκριση με τον περασμένο χρόνο σύμφωνα με στοιχεία της Υπάτης Αρμοστείας του ΟΗΕ».