Την άποψη ότι ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταφέρει να αναλύσει τα αίτια της εκλογικής κατάρρευσής του ούτε το ΠΑΣΟΚ έχει ξεφύγει από τη στείρα αντιδεξιά ρητορεία και για τον λόγο αυτόν κανένα από τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης δεν μπορεί να αμφισβητήσει την απόλυτη κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη εξέφρασε ο διευθυντής ερευνών της Opinion Poll Ζαχαρίας Ζούπης σε άρθρο του στην ιστοσελίδα politicalbank.gr.
Ακολουθεί το άρθρο του Ζαχαρία Ζούπη στην ιστοσελίδα politicalbank.gr
«H κατάσταση τελικά πρέπει να απασχολήσει σοβαρά την αντιπολίτευση. Έξι μήνες μετά την διπλή εκλογική νίκη της Ν.Δ και την σηματοδότηση μιας ισχυρής κυριαρχίας του Κ. Μητσοτάκη και της Ν.Δ και οι δημοσκοπήσεις μονότονα δίνουν όλες τα ίδια αποτελέσματα. Η Ν.Δ στην ζώνη του 38%-39%, να προηγείται με πάνω από 20% του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ που δίνουν μεταξύ τους μάχη για την δεύτερη θέση στην κατηγορία 14%-15%. Ο Κ. Μητσοτάκης να προηγείται στην καταλληλότητα για Πρωθυπουργός με 40%- 42% έναντι 6%-7% του Σ. Κασσελάκη και του Ν. Ανδρουλάκη ή αντιστρόφως.
Αυτά δε τα στοιχεία ενώ το πρώτο εξάμηνο της Κυβέρνησης συνοδεύτηκε από σοβαρά προβλήματα με φυσικές καταστροφές , την εισβολή των Κροατών χούλιγκανς, την εκτίναξη των φαινομένων εγκληματικότητας και κάθε είδους παραβατικότητας, την ένταση των προβλημάτων στο ΕΣΥ και την ακρίβεια που συνεχίζει να καλπάζει φέρνοντας το μέσο νοικοκυριό μπροστά σε δυσκολίες. Ωστόσο και πάλι, αν ρωτήσεις ποιος μπορεί να διαχειριστεί αυτά τα προβλήματα ο Κ. Μητσοτάκης προηγείται συντριπτικά των δύο μονομάχων της δεύτερης θέσης. Αν πάρουμε τα τρία πιο καυτά προβλήματα που απασχολούν τους πολίτες, δηλαδή την ακρίβεια , την εγκληματικότητα και την κατάσταση με την ακρίβεια τα αποτελέσματα είναι χαρακτηριστικά και αποκαλυπτικά. Για την ακρίβεια ως πιο κατάλληλος να την διαχειριστεί αναδεικνύεται ο Κ. Μητσοτάκης με 33.4% έναντι 13.4% του Σ. Κασσελάκη και 11.2% του Ν. Ανδρουλάκη. Για την διαχείριση της εγκληματικότητας/ παραβατικότητας οι επιδόσεις είναι αντίστοιχα 40.1%, 8.5% , 9.8% , ενώ για το Ε.Σ.Υ 36% έναντι 13.3% και 13.3%. Και αυτά είναι τα δύσκολα θέματα για τον Κ. Μητσοτάκη. Στα θέματα εξωτερικής πολιτικής η πρωτοκαθεδρία του είναι εντυπωσιακή με 53.9% έναντι 7.5% και 6.4%, στα δε θέματα Ανάπτυξης/ Οικονομίας με 43.2% έναντι 11.7% και 9.6%.
Είναι φανερό, ότι αναφερόμαστε σε μια πλήρη, καταλυτική κυριαρχία η οποία οφείλεται στο πολιτικό κεφάλαιο του Κ. Μητσοτάκη και στην πολιτικά και ιδεολογικά διευρυμένη αποδοχή του , αλλά και στην αδυναμία της Αντιπολίτευσης, από την έλλειψη δυνατότητας ότι υπάρχει κόμμα και πολιτικός αρχηγός που αυτή την ώρα και για το αμέσως επόμενο διάστημα μπορεί να εγγυηθεί ότι μπορεί να κυβερνήσει πιο σωστά, πιο αποτελεσματικά.
Η αντιπολίτευση πρέπει να δει την πραγματικότητα πιο καθαρά και να κατανοήσει ότι με ρητορικά σχήματα, τετριμμένες προτάσεις και ισοπεδωτικές τακτικές δεν θα βγάλει άκρη και μπορεί να βρεθεί μπροστά σε σοβαρότερες εκπλήξεις και στις Ευρωεκλογές. Ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ που το υπέστη, αλλά ούτε το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να έχουν αναλύσει στα σοβαρά την εκλογική κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ μετά από τέσσερα χρόνια δήθεν σκληρής αντιπολίτευσης που απλά δεν προσέφερε καμία προοπτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει την περιδίνησή του και το ερώτημα πιο είναι το κατώτερο ποσοστό που μπορεί να συγκρατηθεί , μένει προς απάντηση. Έχουν περάσει επτά μήνες από τις εκλογές και ακόμα δεν υπάρχει μια ολοκληρωμένη εξήγηση για τον καταποντισμό και κανένα δείγμα ότι διαμορφώνεται μια νέα φυσιογνωμία για το ΣΥΡΙΖΑ, ότι αναθεωρεί απόψεις του και ότι σκιαγραφείται έστω μια στοιχειώδης εναλλακτική λύση. Οι πειραματισμοί, οι αποσπασματικές πρωτοβουλίες του Σ. Κασσελάκη μαζί με τα μπρος πίσω και τις γκάφες επιδεινώνουν την κατάσταση. Ας είμαστε ακόμα πιο σαφείς: Αν δεν υπάρχουν άμεσα αναπροσαρμογές, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να βρεθεί σε θέση να φλερτάρει και με μονοψήφια ποσοστά στις Ευρωεκλογές.
Το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να εισπράττει κάτι και γι΄ αυτό έχει περάσει δεύτερο, με διαφορά όμως της τάξης του 1%-2%. Ωστόσο προκύπτει ένα απλό ερώτημα: Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε χάσει στις εκλογές το 40% των δυνάμεών του δηλαδή 850.000 ψηφοφόρους, τι θα έπαιρνε άραγε στις εκλογές; Και αν από τότε δεν έχανε άλλο ένα 4% δημοσκοπικά, που θα βρισκόταν αλήθεια το ΠΑΣΟΚ; Η αδυναμία χάραξης μιας ορθά προσανατολισμένης και εποικοδομητικής αντιπολιτευτικής τακτικής και η ροπή σε μια στείρα αντιδεξιά ρητορεία ακόμα και όταν θέλει να ασκήσει κριτική στο ΣΥΡΙΖΑ και οι φοβικές αντιδράσεις απέναντι σε πρωτοβουλίες του Κ. Μητσοτάκη το εμποδίζουν να απευθυνθεί σε δυνάμεις του Κέντρου αλλά και της μεταρρυθμιστικής Κεντροαριστεράς.
Η κατάσταση αυτή ίσως επιδεινωθεί για την Αντιπολίτευση. Ο Κ. Μητσοτάκης φαίνεται να προσπαθεί να ενισχύσει τις παρεμβάσεις του για την ακρίβεια, την εγκληματικότητα και το Ε.Σ.Υ., ενώ ανοίγει την μεταρρυθμιστική ατζέντα του( γάμος ομοφύλων, μη Κρατικά Πανεπιστήμια, επιστολική ψήφος, επιτάχυνση διαδικασιών στην Δικαιοσύνη κ.ά.). Απέναντι σ΄ αυτές τις πρωτοβουλίες η αμηχανία και η νευρική κρίση είναι χαρακτηριστικές στο ΠΑΣΟΚ. Δεν μπορεί ένα κόμμα που θέλει να είναι σοσιαλδημοκρατικό και μεταρρυθμιστικό να μην παίρνει καθαρή θετική θέση υπέρ του γάμου ομοφύλων και να αφήνει περιθώρια ασάφειας. Δεν μπορεί οι διαρροές για την θέση του για τα μη Κρατικά Πανεπιστήμια να παραπέμπει στα γνωστά 40 χρόνια επιχειρήματα για τα Δημόσια Πανεπιστήμια και την αναβάθμισή τους, για προετοιμαστεί πιθανά η καταψήφιση του σχετικού Νομοσχεδίου. Ούτε να διαρρέεται ότι στο Νομοσχέδιο για την επιστολική ψήφο υπάρχει προβληματισμός γιατί να συμπεριλαμβάνονται και Έλληνες του εσωτερικού, όταν λίγους μήνες πριν συζητιόταν ευρέως πως θα εξασφαλίζεται η δυνατότητα ψήφου στους εποχιακούς του τουρισμού ή και άλλους εργαζόμενους που μπορεί να βρίσκονται εκτός περιοχής που ψηφίζουν. Η αγωνία για να μην φανεί ότι « ψηφίζουμε νομοσχέδια Μητσοτάκη» με την ελπίδα να εισπράξουμε κανένα αριστερόστροφο ψηφοφόρο, αναδεικνύει καταστροφικό άγχος.
Ο χρόνος κυλάει και ίσως πρέπει να μελετηθούν καλύτερα τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων και από το 2ο και από το 3ο κόμμα. Όσο ο Κ. Μητσοτάκης επιλέγεται από το 43.9% των κεντρώων ψηφοφόρων και ακόμα και από το 21.7% οι συζητήσεις για αντιδεξιές τακτικές έτσι δίχως πρόγραμμα ή για μέτωπα ή για συγκρότηση μεγάλης προοδευτικής παράταξης από την συνάντηση δήθεν όμορων χώρων μετά τις Ευρωεκλογές (αλήθεια στην βάση ποιων ιδεολογικών, πολιτικών, προγραμματικών και στρατηγικών επιλογών) απλά ενδυναμώνουν και παρατείνουν την κυριαρχία του Κ. Μητσοτάκη. Άρα και το ΠΑΣΟΚ, κυρίως, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να το ξανασκεφτούν. Γιατί η μάχη για την δεύτερη θέση από μόνη της δεν αποτελεί και αγωνία της κοινωνίας αλλά και γιατί αν στις ευρωεκλογές η Ν.Δ ακόμα και αν χάσει δυνάμεις σε μια εκλογική μάχη χωρίς διακύβευμα διακυβέρνησης προηγείται με 20% plus τίποτα δεν θα έχει γίνει και τα προβλήματα που θα έχει να αντιμετωπίσει η αντιπολίτευση θα είναι πολύ μεγαλύτερα απ΄ ό,τι σήμερα.
Για να δούμε…».