Διευκρινίσεις για την παροχή εργασίας με τηλεργασία από εργαζόμενους των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τελούν σε αναστολή, σε πληττόμενες επιχειρήσεις, παρέχει εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, στο πλαίσιο εφαρμογής της Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ), με αριθμό 12998/232/23-3-2020 (1078 Β΄).
Συγκεκριμένα, προβλέπεται κατ’ εξαίρεση η δυνατότητα των επιχειρήσεων-εργοδοτών, που πλήττονται σημαντικά, βάσει των οριζομένων στο άρθρο 1 αυτής, να συμφωνήσουν στην παροχή εργασίας με τηλεργασία από εργαζόμενους, των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τελούν σε αναστολή και είναι δικαιούχοι της αποζημίωσης ειδικού σκοπού, μόνο για πρόσκαιρες ανάγκες της επιχείρησης.
Ειδικότερα, η κατ’ εξαίρεση συμφωνία για παροχή εργασίας με τηλεργασία για κάλυψη πρόσκαιρων αναγκών της επιχείρησης από εργαζόμενους, των οποίων η σύμβαση εργασίας έχει τεθεί σε αναστολή, κατά τα οριζόμενα στην υποενότητα Α.2 και είναι δικαιούχοι της αποζημίωσης ειδικού σκοπού, μπορεί να τύχει εφαρμογής μόνο σε ποσοστό 10%, κατ΄ανώτατο όριο, επί των εργαζομένων της επιχείρησης, των οποίων οι συμβάσεις τελούν σε αναστολή.
Επιπλέον, με την εγκύκλιο, επισημαίνονται τα εξής:
Το ποσό των καταβαλλόμενων αποδοχών για την εργασία αυτή μπορεί να φτάνει έως το ύψος των αποδοχών για τη νομίμως παρεχόμενη εργασία τους, αφαιρουμένου του ποσού της δικαιούμενης αποζημίωσης ειδικού σκοπού.
Για τις αποδοχές που αντιστοιχούν στην παροχή της ανωτέρω εργασίας, υποβάλλεται Αναλυτική Περιοδική Δήλωση (ΑΠΔ) και οι ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στο επιπλέον ποσό καλύπτονται από τον εργοδότη και αφαιρούνται από την υποχρέωση κάλυψής τους από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Στην περίπτωση παρεχόμενης εργασίας, με τηλεργασία, ως ανωτέρω, η επιχείρηση-εργοδότης υποχρεούται, πριν από την έναρξη πραγματοποίησής της, να την δηλώσει στο έντυπο ειδικού σκοπού, που τηρείται για το σκοπό αυτό στο πληροφοριακό σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ». Στην περίπτωση που δεν δηλωθεί, ως ανωτέρω, επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρου 24 του νόμου 3996/2011, όπως ισχύει.
Εκτός επιδότησης 800 ευρώ οι δικηγόροι με πάγια εντολή ή αντιμισθία
Με τη σημερινή εγκύκλιο διευκρινίζεται επίσης ότι δεν είναι δικαιούχοι της ειδικής αποζημίωσης των 800 ευρώ οι δικηγόροι με πάγια εντολή ή πάγια αντιμισθία. Συγκεκριμένα, ξεκαθαρίζεται ότι βάσει του «Κώδικα δικηγόρων»:
«1. Ο δικηγόρος ασκεί ελεύθερο επάγγελμα στο οποίο προέχει το στοιχείο της εμπιστοσύνης του εντολέα του προς αυτόν.
2. Για τις υπηρεσίες του αμείβεται από τον εντολέα του είτε ανά υπόθεση είτε με πάγια αμοιβή ή με μισθό».
Στη δε παράγραφο 1 του άρθρου 43 του ως άνω νόμου ορίζεται ότι: «1. Η πρόσληψη δικηγόρων με έμμισθη εντολή στον ιδιωτικό τομέα γίνεται με έγγραφη σύμβαση, που καταρτίζεται μεταξύ αυτού και του εντολέα». Έχει κριθεί ότι η σύμβαση παροχής νομικών υπηρεσιών με πάγια ετήσια ή μηνιαία αμοιβή δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας (Α.Π. 308/2017)».
Έτσι, και παρά το γεγονός ότι υποβάλλεται Α.Π.Δ. για τους δικηγόρους με πάγια εντολή ή με πάγια αντιμισθία, οι συμβάσεις τους, με επιχειρήσεις-εργοδότες των οποίων ή έχει ανασταλεί η επιχειρηματική τους δραστηριότητα με εντολή δημόσιας αρχής ή πλήττονται σημαντικά βάσει ΚΑΔ, όπως ορίζονται από το Υπουργείο Οικονομικών για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του κορωνοϊού Covid-19, δεν τίθενται σε αναστολή και δεν είναι δικαιούχοι της αποζημίωσης ειδικού σκοπού των οκτακοσίων ευρώ (800 €).
Οι δικηγόροι αυτής της κατηγορίας εντάσσονται και είναι δυνητικά δικαιούχοι του εκπαιδευτικού επιδόματος των εξακοσίων ευρώ (600 €), του προγράμματος τηλεκατάρτισης του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.