Οι ΗΠΑ δαπάνησαν περισσότερα από 8 δισ. δολάρια σε 15 χρόνια σε προσπάθειες να στερήσουν από τους Ταλιμπάν ένα από τα πιο ισχυρά όπλα τους: Το εμπόριο οπίου και ηρωίνης. Δοκίμασαν τα πάντα από επιχείρησης εξάλειψης παπαραούνων έως αεροπορικές επιδρομές σε ύποπτα για παραγωγή ναρκωτικών ουσιών εργαστήρια και άλλες εγκαταστάσεις. Παρόλα αυτά το όπιο ήταν αυτό που κράτησε «ζωντανή» την εξτρεμιστική οργάνωση όλα αυτά τα χρόνια μετά τον πόλεμο του Αφγανιστάν, προσφέροντάς της μία διαρκή ένεση ρευστότητας.
To όπιο είναι ο αποξηραμένος γαλακτώδης χυμός που προέρχεται από ένα είδος παπαρούνας που ονομάζεται μήκων η υπνοφόρος (Papaver Somniferum). Το όπιο περιέχει περίπου 25% αλκαλοειδή, ενώ μεταξύ αυτών έχει περιεκτικότητα περίπου 10~12% σε μορφίνη, από την οποία εξαρτάται η φαρμακολογική επενέργεια του. Η χημική επεξεργασία της μορφίνης παράγει την ηρωίνη που διακινείται στο παράνομο εμπόριο ναρκωτικών.
«Οι Ταλιμπάν στηρίχθηκαν στο αφγανικό όπιο ως μία από τις βασικές πηγές για το εισόδημά τους» λέει στο Reuters ο Σέζαρ Γκούντες, επικεφαλής του γραφείου του ΟΗΕ στην Καμπούλ. «Περισσότερη παραγωγή παπαρούνας και οπίου φέρνει ναρκωτικά με πιο ελκυστική τιμή και κατά συνέπεια ευρύτερη προσβασιμότητα» εξηγεί. «Τώρα θα επιχειρήσουν να ενισχύσουν περαιτέρω τη θέση τους στο εμπόριο οπίου» εκτιμά.
Οι Ταλιμπάν είχαν απαγορεύσει την καλλιέργεια παπαρούνας το 2000, καθώς επιχειρούσαν να εξασφαλίσουν διεθνή νομιμοποίηση. Ωστόσο ήρθαν αντιμέτωποι με λαϊκή αντίδραση και πολύ γρήγορα άλλαξαν τη στάση τους. Υπολογίζεται ότι το Αφγανιστάν σήμερα καλύπτει περισσότερο από το 80% της παγκόσμιας παραγωγής οπίου και ηρωίνης.
«Μείναμε άπραγοι και δυστυχώς επιτρέψαμε στους Ταλιμπάν να καταστούν η μεγαλύτερη και καλύτερα χρηματοδοτημένη τρομοκρατική οργάνωση στον πλανήτη» σχολιάζει Αμερικανός αξιωματούχος με γνώση των δικτύων εμπορίας ναρκωτικών από τους Ταλιμπάν. Δεν ήταν μόνοι οι Ταλιμπάν ωστόσο εκείνοι που στηρίζονταν στο όπιο. Αρκετοί Αφγανοί αγρότες αντιμέτωποι με πλημμύρες, καταστροφές και φτώχεια στρέφονταν στην καλλιέργεια παπαρούνας.
Τα τρία από τα τελευταία τέσσερα χρόνια είχαμε τα υψηλότερα επίπεδα παραγωγής, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ. Ακόμη και πέρυσι, με την πανδημία να «θερίζει» τον πλανήτη, η καλλιέργεια παπαρούνας εκτινάχθηκε 37%. Τα παράνομα ναρκωτικά είναι «η μεγαλύτερη βιομηχανία της χώρας πέραν του πολέμου» λέει ο Μπάρνετ Ράμπιν, πρώην σύμβουλος του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών.
Υπολογίζεται ότι το ιστορικό ρεκόρ κατεγράφη το 2017 με την παραγωγή οπίου να εκτινάσσεται στους 9.900 τόνους και τις πωλήσεις να φτάνουν στο 1,4 δισ. δολάρια ή στο 7% του ΑΕΠ του Αφγανιστάν. Αν συνυπολογίσει κανείς τα παράγωγα του οπίου και τις εξαγωγές τους η συνολική «οικονομία των ναρκωτικών» του Αφγανιστάν φτάνει τα 6,6 δισ. δολάρια.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ και την Ουάσιγκτον οι Ταλιμπάν εμπλέκονται σε όλες τις φάσεις της παραγωγής από την καλλιέργεια παπαρούνας έως την παραγωγή του οπίου, τη διακίνησή του, την είσπραξη ειδικών «φόρων» από αγρότες και τις εξαγωγές σε Αφρική, Ευρώπη, Καναδά, Ρωσία, Μέση Ανατολή και άλλα μέρη της Ασίας.
Αναφορές του ΟΗΕ υπολογίζουν τα κέρδη για τους Ταλιμπάν σε 400 εκατ. δολάρια μόνο την περίοδο 2018-2019. Έκθεση του ειδικού απεσταλμένου των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν τον Μάιο του 2021 ανέφερε ότι η οργάνωση αντλεί έως και το 60% των ετήσιων εσόδων της από το εμπόριο ναρκωτικών.
Πηγή: moneyreview.gr