Με αντιπολιτευτικό επίκεντρο την προσπάθεια αμφισβήτησης της αποτελεσματικότητας του «επιτελικού κράτους», το οποίο χαρακτηρίζει «επικοινωνιακή φούσκα» και μιλά για κατάρρευσή του, και με βασικό πολιτικό στόχο τον ίδιο τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ προετοιμάζεται για μία υψηλών τόνων πολιτική αντιπαράθεση το επόμενο διάστημα, με πρώτο σταθμό την επερχόμενη συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών στη Βουλή για τις πυρκαγιές.
Η επιλογή της ηγεσίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης να αμφισβητεί με ένταση την κυβερνητική διαχείριση σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των πυρκαγιών, αλλά να μη θέτει σε πρώτη γραμμή αίτημα για παραιτήσεις υπουργών, όπως έχει κάνει σε άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν, συνδέεται όχι μόνο με το γεγονός ότι η απόδοση ευθυνών είναι ζήτημα που ούτως ή άλλως αφορά την επόμενη φάση και όχι την ώρα της μάχης, αλλά κυρίως με την απόφαση να επικεντρωθεί σε ό,τι αφορά το ζήτημα των πολιτικών ευθυνών αποκλειστικά στον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Η πρόσφατη δήλωση του Νάσου Ηλιόπουλου πως «η πολιτική ευθύνη για ό,τι συνέβη φέρει το όνομά του, το ίδιο και η επιχειρησιακή ευθύνη, αφού συγκέντρωσε όλες τις αρμοδιότητες στο πρωθυπουργικό γραφείο» είναι ενδεικτική των προθέσεων του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Γνωρίζοντας ότι ο κ. Μητσοτάκης εξακολουθεί να διατηρεί πολύ υψηλά ποσοστά αποδοχής στην ελληνική κοινωνία, η Κουμουνδούρου επικεντρώνει την αντιπολιτευτική της κριτική για τη διαχείριση των πυρκαγιών στο πρόσωπο του πρωθυπουργού, πιστεύοντας ότι θα μπορέσει, μέσω αυτής της τακτικής, να δημιουργήσει κάποιες ρωγμές στην εικόνα της κυβέρνησης, η οποία παραμένει ισχυρή στην κοινωνία, πολύ περισσότερο μετά την επιτυχή διαχείριση των πολλαπλών κρίσεων που έχει κληθεί να αντιμετωπίσει αυτή τη διετία.
Με δεδομένη, εξάλλου, την αναγνώριση και από το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου της ύπαρξης και λαθών κατά τη διαχείριση της πανδημίας -η οποία τροφοδοτεί και τη συζήτηση περί ανασχηματισμού- η αξιωματική αντιπολίτευση επιχειρεί να αποδυναμώσει εκ των προτέρων και τέτοιου είδους πολιτικές κινήσεις, υποστηρίζοντας ότι ο πρωθυπουργός «γελιέται ότι θα διώξει τις πολιτικές ευθύνες από πάνω του με ανασχηματισμούς».
Παράλληλα με τον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη, που αποτελεί το ισχυρό χαρτί της κυβέρνησης και το «επιτελικό κράτος» που στην πραγματικότητα συμβολίζει την αποτελεσματικότητα της σημερινής διακυβέρνησης σε πολλούς τομείς αλλά και σε πολλαπλές κρίσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιχειρήσει να αποδομήσει και ένα ακόμη κυβερνητικό πλεονέκτημα, που επίσης συνδέεται με τις επιδόσεις της σε ό,τι αφορά το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών.
Δεν είναι τυχαίο πως ο Αλέξης Τσίπρας υποστηρίζει ότι «εκατομμύρια πολίτες σε όλη τη χώρα ζουν μέσα στο φόβο για το σήμερα και το αύριο», σχολιάζοντας ότι «αυτή είναι η ασφάλεια που έκανε σημαία του ο κ. Μητσοτάκης», ενώ την ίδια ώρα κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ προβάλλουν στις δημόσιες παρεμβάσεις τους τον ισχυρισμό ότι «η Ν.Δ., που βγήκε με πρόγραμμα την ασφάλεια είναι ο βασικός παράγοντας ανασφάλειας, των πολιτών».
Είναι σαφές, πάντως, ότι η συγκεκριμένη αντιπολιτευτική επιχειρηματολογία συγκρούεται όχι μόνο με την ίδια την πραγματικότητα π.χ. όσον αφορά την ταχύτητα και αποτελεσματικότητα με την οποία δρομολογούνται τα μέτρα ανακούφισης και οι πολιτικές ανασυγκρότησης των πληγεισών περιοχών, αλλά και με τα αρνητικά πεπραγμένα της ίδιας της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, ειδικά στον τομέα της αντιμετώπισης των πυρκαγιών.
(Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής)