Περίπου 100.000 άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τις εστίες τους στη βορειοανατολική Συρία, εκ των οποίων ολοένα και περισσότεροι διαμένουν προσωρινά σε καταφύγια και σχολεία, μετά την έναρξη αυτήν την εβδομάδα της τουρκικής στρατιωτικής επιχείρησης στην περιοχή, έγινε γνωστό σήμερα από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών.

«Ο ανθρωπιστικός αντίκτυπος είναι ήδη αισθητός. Υπολογίζουμε ότι 100.000 άνθρωποι έχουν ήδη εγκαταλείψει τα σπίτια τους», τονίζεται σε μια ανακοίνωση των Ηνωμένων Εθνών.

«Οι περισσότεροι έχουν καταφύγει σε άλλες κοινότητες, όμως ένας ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων σπεύδει σε καταφύγια στις πόλεις Αλ Χασάκα και Ταλ Ταμέρ και πολλοί αναζητούν καταφύγιο σε σχολεία».

Εν τω μεταξύ, τέσσερις Τούρκοι στρατιώτες σκοτώθηκαν και πολλοί τραυματίστηκαν στη Συρία από την κουρδική πολιτοφυλακή των Μονάδων Προστασίας του Λαού, εναντίον της οποίας η Άγκυρα εξαπέλυσε μια στρατιωτική επιχείρηση αυτήν την εβδομάδα.

Ένας στρατιώτης έχασε τη ζωή του χθες και άλλος ένας σήμερα στις εχθροπραξίες που βρίσκονται σε εξέλιξη στη βορειοανατολική Συρία, έγινε γνωστό από το υπουργείο Άμυνας.

Επιπλέον, δύο στρατιωτικοί σκοτώθηκαν και τρεις τραυματίστηκαν σήμερα από οβίδες που έριξαν οι μαχητές των Μονάδων Προστασίας του Λαού (YPG) εναντίον μιας τουρκικής στρατιωτικής βάσης κοντά στην Αζάζ, μια πόλη στη βορειοδυτική Συρία, η οποία δεν βρίσκεται στη ζώνη όπου εκτυλίσσεται η τουρκική επιχείρηση, μετέδωσε το πρακτορείο ειδήσεων Anadolu.

Σύμφωνα με τη μη κυβερνητική οργάνωση Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, από την Τετάρτη, που ξεκίνησε η τουρκική επιδρομή, 41 Κούρδοι μαχητές και 17 άμαχοι έχουν σκοτωθεί από τις τουρκικές δυνάμεις.

Ξύπνησε η Γερμανία

Να σταματήσει την επίθεσή της στην βόρεια Συρία κάλεσε την Τουρκία η γερμανική κυβέρνηση με μεγάλη καθυστέρηση, προειδοποιώντας για τον κίνδυνο η τουρκική επιχείρηση να αποσταθεροποιήσει ακόμη περισσότερο την περιοχή, να ενισχύσει το «Ισλαμικό Κράτος» και να προκαλέσει νέο προσφυγικό κύμα.

«Σε όλες μας τις δηλώσεις από την Τετάρτη είναι σαφές ότι απορρίπτουμε την στρατιωτική επέμβαση και δεν συμμεριζόμαστε τους διακηρυγμένους στόχους της Τουρκίας (…) Ζητάμε από την Τουρκία να σταματήσει την επίθεση», δήλωσε ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών Ράινερ Μπρόιλ, ενώ ερωτώμενος σχετικά με τις χθεσινές απειλές του τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν να ανοίξει τον δρόμο για την Ευρώπη σε 3,6 εκατομμύρια πρόσφυγες που φιλοξενούνται στη χώρα του, εάν δεν του επιτραπεί η δημιουργία «ζώνης ασφαλείας» στην βόρεια Συρία, τόνισε ότι το προσφυγικό πρόβλημα δεν μπορεί να απαντηθεί με στρατιωτική επίθεση. «Αντιθέτως», δήλωσε, «χρειαζόμαστε τον πολιτικό διάλογο (…) και βλέπουμε τον κίνδυνο η τουρκική στρατιωτική επίθεση να οδηγήσει στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα, στην απομάκρυνση δηλαδή από την πολιτική διαδικασία». Ο Ράινερ Μπρόιλ σημείωσε, πάντως, ότι το Βερολίνο αναγνωρίζει την μεγάλη επιβάρυνση της Τουρκίας με το προσφυγικό και αναφέρθηκε τόσο στην οικονομική βοήθεια που δίδεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στην βούληση να ληφθούν επιπλέον μέτρα εάν διαπιστωθεί ότι τα ισχύοντα δεν επαρκούν.

Απαντώντας στο ίδιο ερώτημα η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος Ουλρίκε Ντέμερ παρέπεμψε στις ανακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των έξι μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ από την ΕΕ και υπενθύμισε ότι η γερμανική κυβέρνηση είχε το τελευταίο διάστημα επιτακτικά και επανειλημμένα ζητήσει από την Τουρκία να απέχει από μια στρατιωτική επέμβαση στην βορειοανατολική Συρία. «Τώρα η κυβέρνηση παρακολουθεί με μεγάλη ανησυχία την στρατιωτική επιχείρηση. Η επέμβαση απειλεί να αποσταθεροποιήσει περαιτέρω την περιοχή, να ενισχύσει το “Ισλαμικό Κράτος”, να οξύνει την αντιπαράθεση Τουρκίας – Κούρδων και να δημιουργήσει τις συνθήκες για νέο προσφυγικό κύμα», δήλωσε η Ουλρίκε Ντέμερ, η οποία σημείωσε ότι δεν είχε ακριβή γνώση των χθεσινών δηλώσεων του Ταγίπ Ερντογάν, ωστόσο η γερμανική κυβέρνηση θεωρεί ότι η Τουρκία θα τηρήσει τους όρους της συμφωνίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση για το προσφυγικό. «Δεν σημαίνει όμως αυτό ότι δεν θα συνεχίσουμε να κατονομάζουμε τα προβλήματα και να ασκούμε κριτική όπως μέχρι τώρα», είπε χαρακτηριστικά η Ουλρίκε Ντέμερ.

Σε ό,τι αφορά την πώληση εξοπλιστικών συστημάτων προς την Τουρκία, η εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομίας Τάνια Αλεμάνι επισήμανε ότι η πάγια τακτική της κυβέρνησης προβλέπει ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται κατά περίπτωση και ότι δίδεται η ανάλογη εκτίμηση του υπουργείου Εξωτερικών για τις συνθήκες ασφάλειας. Στην περίπτωση πάντως την Τουρκίας «ασκούμε πολύ περιοριστική πολιτική», δήλωσε η εκπρόσωπος.

Από την πλευρά της η Ουλρίκε Ντέμερ έσπευσε να συμπληρώσει ότι «τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ έχουν αυξημένη πολιτική ευθύνη σε ό,τι αφορά τα θέματα ασφάλειας».

Απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικά με προειδοποιήσεις από την γαλλική κυβέρνηση για ενδεχόμενες κυρώσεις της ΕΕ σε βάρος της Τουρκίας, οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης και του υπουργείου Εξωτερικών παρέπεμψαν στο προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και στο Συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών το οποίο θα προηγηθεί αυτού.