Σκληρή κριτική στον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα ασκεί η κομματική εφημερίδα «Η Εποχή» για παρεμβάσεις και εμμονές εν όψει του συνεδρίου του κόμματος που ξεκινά αυτή την εβδομάδα.
Ιδιαιτέρως δεικτικό είναι το δημοσίευμα για την πρόταση Τσίπρα να ανοίξει εκ νέου η εγγραφή νέων μελών αλλά και το γεγονός πως η καμπάνια απέτυχε επί της ουσίας. Το δημοσίευμα στέκεται και στην προσπάθεια τα μέλη του κόμματος να χωριστούν σε προεδρικούς και μη.
Γράφει αναλυτικά η Εποχή:
Ωστόσο, αυτή η ανάγκη – στόχος δυσκολεύει. Θα έχει να υπερβεί το κλίμα αντιπαράθεσης –και επομένως μονομέρειας– που προκαλούν οι προτάσεις για την εκλογή ηγεσίας και η έλλειψη μιας σχετικής επεξεργασμένης συλλογικής πρότασης. Η τελευταία συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου την Πέμπτη έγινε εν μέσω έντασης καθώς κατατέθηκε πρόταση από τον Αλέξη Τσίπρα να ξανανοίξουν οι κατάλογοι εγγραφής νέων μελών έως 2/5. Για άλλη μια φορά άλλαξαν τα δεδομένα.
Η μελέτη των προσυνεδριακών συνελεύσεων, ως προς τη συμμετοχή και το επίπεδο συζήτησης, κλίματος και συσχετισμού συνέδρων με βάση τα ρεύματα και τάσεις που υπάρχουν στο κόμμα έχει πολύ ενδιαφέρον. Ωστόσο, αυτό που κυριάρχησε στα ρεπορτάζ, ιδίων των ηλεκτρονικών μέσων ήταν μόνο ο συσχετισμός των συνέδρων. Η πιο ακραία εκδοχή τους είναι ο παραπλανητικός και καθόλου εποικοδομητικός διαχωρισμός σε “προεδρικούς” και “μη”. Είναι λυπηρό σε ένα κόμμα όπου κατά κανέναν τρόπο δεν έχει τεθεί παρόμοιο ζήτημα να διακινείται, κάποτε και από τα ίδια τα στελέχη του κόμματος, ιδίως της Κίνησης Μελών, αυτός ο διαχωρισμός. Ο οποίος, εκτός των άλλων, είναι και εντελώς παραμορφωτικός ως προς τις αποχρώσεις που υπάρχουν στις διάφορες τοποθετήσεις για ποικίλα θέματα. Αυτό, φάνηκε και προσυνεδριακά.
Οι προσυνεδριακές εργασίες αποκάλυψαν και τη σημερινή πραγματικότητα του κόμματος. Η σύγκριση των μελών σε σχέση με το συνέδριο του 2016 μιλά για μια μεγάλη αύξηση (από 24.000 σε 61.000 τώρα). Είναι ασφαλώς ένα ικανό βήμα, ποσοτικό, αν και η σύγκριση γίνεται μεταξύ μιας περιόδου εξαιρετικά δύσκολης – μετά την αποχώρηση μεγάλου μέρους και την περιχαράκωση του κόμματος λόγω μνημονίων – και μιας περιόδου όπου το κόμμα ανασυγκροτήθηκε και βρίσκεται στο τέλος μιας καμπάνιας εγγραφής νέων μελών. Οι στόχοι, όταν ξεκίνησε η καμπάνια, ήταν πολύ υψηλότεροι, σε όλες τις φάσεις ιδιαίτερα την τελευταία (προσυνεδριακά).
Σχετικά με τα ποιοτικά στοιχεία –συμμετοχής, αριθμού μελών που πήραν τον λόγο για να τοποθετηθούν, επίπεδο διαλόγου κ.ά.– η εικόνα διαφέρει. Η συμμετοχή στις συνελεύσεις ήταν μεταξύ 25-30% με μεγαλύτερο πρόβλημα να έχουν οι πολυπληθείς οργανώσεις. Η συμμετοχή στις ψηφοφορίες κινήθηκε μεταξύ 55-60% με ιδιαίτερο πρόβλημα επίσης στις μεγάλες ΟΜ όπου πολύ δύσκολα πιανόταν το όριο των 2/3 για να εκλεγούν σύνεδροι με βάση τη δύναμή τους. Πρόκειται για δύο δείκτες που υστερούν σε σχέση με το συνέδριο του 2016.
Αυτά τα στοιχεία δεν θα τα βρει κανείς, εύκολα, στα ρεπορτάζ. Απεναντίας, κέντρο τους ήταν οι συσχετισμοί με έναν κοινό στόχο – που προδίδει και κάποιον κοινό “πομπό;” – να εμφανισθεί “κατατρόπωση” της “Ομπρέλας” και “συντριπτική” νίκη των “προεδρικών”. Αν η καταγραφή της επιρροής σε συνέδρους του κλίματος των απόψεων “Ομπρέλας” – που καταφανώς δεν συρρικνώνονται στην εκλογή ΚΕ και προέδρου – είναι 25-30%, “Κίνησης Μελών” – “Πασοκογενών” 55%, “Κείμενο των 6+6”, ΡΕΝΕ 7-10% και δύσκολα προσδιορίσιμη των άλλων ρευμάτων όπως “Γέφυρα”, ΔΗΜΑΡ κ.ά., αυτό που “χάθηκε” στα ρεπορτάζ είναι ένας μεγάλος αριθμός συνέδρων που δεν έχουν τοποθετηθεί σαφώς ή έχουν τοποθετηθεί στο θέμα της εκλογής οργάνων αλλά δεν εντάσσονται πουθενά. Αν, υποθετικά, έμπαινε ως ζήτημα τοποθέτησης η ταυτότητα του κόμματος ως κόμματος της Αριστεράς, που ανταποκρίνεται στις ανάγκες ενός αιώνα με 4-5 κρίσεις όπως ο 21ος, τότε σίγουρα αυτό το ερώτημα έχει την πολύ μεγάλη πλειοψηφία.
Αυτό μπορεί να αποτυπωθεί με πολλούς τρόπους, “διατασικά” μάλιστα στο συνέδριο. Δεν είναι μόνο οι δυνάμεις επιρροής “Ομπρέλας” που θα το επιδιώξουν αυτό προφυλάσσοντας το συνέδριο από την -άκρως αντιπαραθετική και άγονη– μονοκαλλιέργεια της πρότασης του προέδρου. Αυτό θα το επιδιώξουν, όπως φάνηκε με τις συμβολές που υπήρξαν έως τώρα, πάρα πολλές/οί από τους συνέδρους και αυτό είναι και η ελπίδα επιτυχίας του. Διότι αν υπάρχει ξανά η ιστορική δυνατότητα να κληθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, με βάση την πρότασή του για την προοδευτική κυβέρνηση, να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες, αυτό πρέπει να συζητηθεί στο συνέδριο. Να εμβαθύνει τις προγραμματικές θέσεις, να τις εκσυγχρονίσει, να καλύψει τα υπάρχοντα κενά, να εξοπλισθεί το κόμμα πανελλαδικά για να μπορεί να μεταδώσει ελπίδα.
Και νέα … επέκταση
Αυτό το ζήτημα, ουσιαστικά, τέθηκε και στην τελευταία συνεδρίαση του Π.Σ. την Πέμπτη όταν εν μέσω ραγδαία επιδεινούμενων κοινωνικών προβλημάτων, ήλθε ξανά για συζήτηση η νέα πρόταση για τον τρόπο και τη μέρα της εκλογής ΚΕ και προέδρου. Αυτό οδηγούσε στα άκρα τη διαφωνία καθώς προτεινόταν ο κατάλογος των μελών να μείνει ανοικτός, για εκλογή ΚΕ και προέδρου, έως 2/5. Ήταν λογικό μέσα στο επείγον κλίμα των ημερών, με την οικονομία στο κόκκινο – “Η ακρίβεια ροκανίζει το ΑΕΠ” είχε κύριο τίτλο η «Καθημερινή»– και τις επιπτώσεις του πολέμου να είναι ορατές όχι μόνο γεωπολιτικά, αλλά και στην πιθανή επισιτιστική κρίση, με ανακατατάξεις, στην περιοχή που επηρεάζουν την εξωτερική πολιτική της χώρας, την Κυβέρνηση μάλιστα να επιλέγει ανεύθυνες κινήσεις φιλοατλαντισμού, να υπάρξουν αντιδράσεις για την εισήγηση του προέδρου. Όχι μόνο από τα στελέχη επιρροής Ομπρέλας αλλά και από ιστορικά στελέχη του Κόμματος που δεν θα μπορούσαν εύκολα να περιθωριοποιηθούν. Προφανώς, η “επέκταση” της πρότασης για εκλογή οργάνων κατέδειξε – ίσως ενθαρρυμένη και από τους συσχετισμούς – ακόμη καθαρότερα και τη διαφορά για την αντίληψη περί κόμματος. Καθώς η διαφωνία ήταν πιθανό να εκφραστεί και με δημόσιο τρόπο η συζήτηση οδήγησε σε μια αλλαγή της αρχικής πρότασης και έτσι για ΚΕ θα ψηφίσουν μόνο οι εγγεγραμμένοι έως 21/3. Για πρόεδρο όμως θα ψηφίσουν όσοι γραφτούν έως την ημέρα εκλογής, 15/5 όπως φάνηκε από ανακοίνωση διότι έμεινε ασαφές στη συνεδρίαση.