Στο νοσοκομείο μεταφέρθηκε η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη αμέσως μετά την κατάθεση της για τη δολοφονία της κόρης του ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ένιωσε δυσφορία κατά τη διάρκεια της κατάθεσης της και οι δικοί της άνθρωποι κάλεσαν ασθενοφόρο.
Νωρίτερα, ευθύνες στο συγγενικό περιβάλλον των κατηγορουμένων, ειδικά στους γονείς και τους παππούδες του μεγαλύτερου σε ηλικία, Έλληνα, επέρριψε η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη στην κατάθεσή της στο δικαστήριο.
Η κ. Κυριακή Αρμουτίδου κατέθεσε ότι είναι πεπεισμένη όχι μόνο πως η γιαγιά του κατηγορούμενου που μένει κάτω από το «σπίτι κολαστήριο» άκουγε τις κραυγές της κόρης της και αδιαφόρησε αλλά και πως μετά «μπορεί η κυρία γιαγιά να ειδοποίησε τον γιο της και να έστειλαν στο σπίτι τις υπηρετριές τους να καθαρίσουν τα αίματα του παιδιού μου. Γιατί αυτό έκαναν πάντα. Με τον παρά τους κάλυπταν την παραβατική συμπεριφορά αυτού του τέρατος…». Επίσης, είπε πως δεν αποκλείει μέλη της οικογένειας του κατηγορούμενου να βοήθησαν ακόμη και στην μεταφορά του πτώματος. Ηθικοί αυτουργοί του πόνου μου είναι αυτοί», σημείωσε.
Η μητέρα της νεαρής φοιτήτριας καταφέρθηκε σε βάρος και δύο κοριτσιών, που ήταν φίλες της κόρης της, γιατί δεν της είχαν πει πως έναν χρόνο πριν το τραγικό συμβάν η Ελένη είχε καταγγείλει στο αστυνομικό τμήμα βιασμό από τρία άτομα και ότι φοβόταν πολύ γιατί ανγοήθηκε από τους αστυνομικούς και φαίνεται να την εκβίαζαν με βίντεο οι δράστες.
Η μάρτυρας, έκδηλα οργισμένη, χαρακτήρισε τέρατα τούς δύο κατηγορούμενους, λέγοντας μάλιστα πως «αν ήμουν στην θέση τους, να στάζουν αίματα τα ταβάνια και τα πατώματα, θα ντρεπόμουν. Θα είχα αυτοκτονήσει».
Κατά την κ. Αρμουτίδου, ο νεαρότερος κατηγορούμενος, αλβανικής καταγωγής, στοχοποίησε την Ελένη και αποφάσισαν με τον συγκατηγορούμενό του να «την ξεγελάσουν, να την πάρουν με την αγριότητα, με βία».
Με την ολοκλήρωση της κατάθεσής της, η μητέρα κινήθηκε προς το εδώλιο φωνάζοντας πως θέλει να δει τα πρόσωπα των δύο κατηγορουμένων. Με τους αστυνομικούς να σχηματίζουν κλοιό γύρω από τους δύο νεαρούς, η μάρτυρας άρχισε να φωνάζει εναντίον των κατηγορουμένων.