Το δίλημμα της μεσαίας τάξης υπό τις παρούσες συνθήκες, φόβου απ’ τη μια και… εθνικής έξαρσης από την άλλη, είναι αν θα συμβιβαστεί με την ιδέα να περάσει τους επόμενους μήνες με τα… πολεμικά ανακοινωθέντα από το μέτωπο ή με τα… ιατρικά ανακοινωθέντα σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση.
Του Χάρη Παυλίδη
Για τη μεσαία τάξη δεν φαίνεται να υπάρχει τρίτος δρόμος επί του παρόντος. Και το χειρότερο γι αυτήν θα είναι κι αυτές οι λίγες ελπίδες που εξέθρεψαν τα μέτρα της κυβέρνησης να περιμένουν πότε θα ανακαλυφθεί το εμβόλιο της ευθύνης και της σοβαρότητας.
Μέχρι να γίνει αυτό, εάν ποτέ γίνει μια και το πιθανότερο είναι να ανακαλυφθεί το εμβόλιο κατά του κορονοϊού παρά το εμβόλιο της ευθύνης και της σοβαρότητας, η μεσαία τάξη θα συνεχίσει να πληρώνει την… ανακεφαλαιοποίηση της Ευρώπης. Σε πολιτικό και οικονομικό πεδίο. Αντέχει όμως η μεσαία τάξη ένα νέο γύρο λιτότητας;
Σε καμία περίπτωση. Κι αυτό οφείλει η κυβέρνηση που στηρίχθηκε από τη μεσαία τάξη να το θυμάται. Γιατί ο Ερντογάν και ο Κορονοϊός αυτή την ώρα μπορεί να πιέζουν από διαφορετικές κατευθύνσεις και για διαφορετικούς λόγους τη μεσαία τάξη, αλλά αυτό δεν μπορεί να δικαιολογήσει την αναστολή των μέτρων που στοχεύουν στην ανασύνταξη της.
Το ανησυχητικό στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι η παρούσα κατάσταση και οι εξελίξεις δεν βοηθούν την ανάπτυξη. Το μεταναστευτικό- προσφυγικό έχει πάρει εθνική διάσταση και η εξάπλωση του κορονοϊού έχει σοβαρές επιπτώσεις στη καθημερινότητα και στην αγορά. Το πλέον ανησυχητικό, όμως, είναι ότι το βαρύ κλίμα ενδέχεται να επιβραδύνει τους κυβερνητικούς ρυθμούς.
Για παράδειγμα η ένταση στα χερσαία και στα θαλάσσια σύνορα της χώρας και ο κορονοϊός αντιμετωπίζονται από τον πρωθυπουργό και τους αρμόδιους υπουργούς. Οι υπόλοιποι υπουργοί οφείλουν να ασχοληθούν με τα υπουργεία τους και την παραγωγή έργου. Τώρα μάλιστα η κυβέρνηση πρέπει να ανεβάσει ταχύτητα και να αλλάξει την ατζέντα της επικαιρότητας με πρωτοβουλίες και δράσεις στο πλαίσιο του στοχοδιαγράμματος.
Δεν φθάνει όμως μόνο η κυβέρνηση. Πρέπει και τα Μέσα Ενημέρωσης να συμβάλλουν ώστε η Ελλάδα να παραμείνει στον 21ο αιώνα. Και η ευθύνη όλων όσοι διαμορφώνουν με τις λέξεις τη κοινή γνώμη, δημοσιογράφοι και δημοσιολογούντες, έχουν τεράστια ευθύνη γι αυτό που συντελείται στη χώρα. Ευτυχώς η πλειονότητα των πολιτών συμπεριφέρονται με ψυχραιμία και δεν έχουν προσβληθεί από τον ιό της εθνικής υστερίας.
Η κυβέρνηση επιτελεί το καθήκον της και κάνει το αυτονόητο. Δεν έχουμε όμως πόλεμο! Οι κραυγές και η υστερία όχι μόνο δεν δικαιολογούνται, αλλά είναι καιρός να αναλογιστούμε τις συνέπειες που θα έχουν στην οικονομία εφόσον δεν αποδραματοποιηθεί η κατάσταση που προκαλεί η ένταση στον Έβρο και η έξαρση του κορονοϊού.
Οι συνέπειες για την οικονομία και τη μεσαία τάξη θα είναι ολέθριες εάν δεν επικρατήσει σύνεση και νηφαλιότητα και εφόσον δεν γίνει από όλους αντιληπτό ότι η Τουρκία όπως και η Ελλάδα δεν έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν θέση στον γεωγραφικό χάρτη. Είμαστε καταδικασμένοι να συνομιλούμε και να συνυπάρχουμε. Και εμείς, όπως και αυτοί, είμαστε υποχρεωμένοι να υπερασπιζόμαστε τα σύνορά μας και την ιστορία μας. Μέχρι εκεί!
Στη διπλή κρίση η απάντηση πρέπει να είναι φυγή προς τα εμπρός με πρωτοβουλίες που θα βάλουν τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση. Η κυβέρνηση που χειρίζεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κατάσταση χρειάζεται στον επόμενο τόνο να επιδείξει πέραν της ετοιμότητας και χιούμορ. Τόσο έναντι του Ερντογάν και της προπαγάνδας του, όσο και έναντι του κορωνοϊού που τα συμπτώματα του είναι κατά πολύ ελαφρότερα του Η1Ν1.
Δεν χρειάζεται εφησυχασμός αλλά ούτε και πανικός. Τα ελληνικά σύνορα που είναι και εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης είναι ασφαλή και η κυβέρνηση σε ετοιμότητα. Ανάλογη είναι και η ετοιμότητα στη διαχείριση της επιδημίας. Συνεπώς ψυχραιμία και μακριά από το παιχνίδι στο οποίο θέλει να μας εμπλέξει ο Ερντογάν. Κυρίως σοβαρότητα από ορισμένους που βρήκαν την ευκαιρία αν πουλήσουν «πατριωτισμό».