Οι Ελληνες περάσαμε μια δεκαετή οικονομική κρίση, που τραυμάτισε βαθιά τη χώρα και έπληξε σοβαρά τα εισοδήματα όλων μας. Περάσαμε δύο χρόνια πανδημίας, που προκάλεσαν σοβαρές ανθρώπινες απώλειες, καθήλωσαν την οικονομία και κούρασαν ολόκληρη την κοινωνία. Περνούμε τώρα –όπως ολόκληρη η Ευρώπη– δύσκολες μέρες εξαιτίας των υπέρογκων ανατιμήσεων στο ρεύμα, στα καύσιμα και όχι μόνον.

Την ίδια αυτή στιγμή, καθώς αλλάζει ο γεωπολιτικός χάρτης εξαιτίας της ρωσικής εισβολής, οφείλουμε να είμαστε σταθερά στη σωστή πλευρά της ιστορίας και να στηρίζουμε τον ουκρανικό λαό ενάντια στη βαρβαρότητα και τον αναθεωρητισμό. Αντιμετωπίζουμε, άλλωστε, και την εξ Ανατολών απειλή, που παίρνει νέες διαστάσεις, καθώς η αφροσύνη στην Αγκυρα χτύπησε κόκκινο με ευθεία αμφισβήτηση όχι μόνο των κυριαρχικών δικαιωμάτων μας, αλλά και της κυριαρχίας μας σε νησιά του Αιγαίου, με πρόσχημα την αμυντική τους οχύρωση.

Διανύουμε ταυτόχρονα –όπως ολόκληρος ο κόσμος– την εποχή της ψηφιακής επανάστασης που δίνει νέες δυνατότητες και φέρνει νέες προκλήσεις, καθώς αλλάζουν τα πάντα γύρω μας και έχουμε χρέος να τρέξουμε να προλάβουμε. Και την ίδια στιγμή είμαστε απέναντι στην κλιματική κρίση, που απειλεί το μέλλον ολόκληρου του πλανήτη και ήδη προκαλεί άμεσες σοβαρές επιπτώσεις με σοβαρούς κινδύνους για όλους μας.

Απέναντι σε όλα αυτά, η κυβέρνηση καταγράφει εκπληκτικές επιτυχίες που έκαναν ακόμη και τον πρόεδρο του διεθνούς οικονομικού φόρουμ του Νταβός να μιλά για νέο ελληνικό θαύμα. Η οικονομία μας πετυχαίνει έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη, οι επενδύσεις αυξάνονται και η ανεργία μειώνεται δραστικά. Στην πανδημία τα πήγαμε καλύτερα από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Στον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους κάναμε άλματα που κανένας δεν περίμενε. Στο διεθνές επίπεδο –όπως φάνηκε από την επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στις ΗΠΑ και την αποδοχή των θέσεων που ανέπτυξε με την ιστορική ομιλία του στο Κογκρέσο– ανακτούμε το κύρος που χάθηκε και πάμε πιο ψηλά. Η πατρίδα μας γίνεται πιο ισχυρή οικονομικά, γεωπολιτικά, στρατιωτικά.

Παρ’ όλα αυτά, στο πολιτικό πεδίο εξακολουθούμε να μαχόμαστε για το αυτονόητο. Το γεγονός ότι υπάρχουν πολιτικά κόμματα –και πρώτο από όλα δυστυχώς η αξιωματική αντιπολίτευση– που τάσσονται στο πλευρό μιας δράκας ταραξιών που εισβάλλουν στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και γκρεμίζουν τοίχους για να μη γίνει βιβλιοθήκη είναι τουλάχιστον θλιβερό. Είναι προπάντων άδικο για ένα διακεκριμένο πανεπιστήμιο της πόλης μας, για την πανεπιστημιακή κοινότητα στο σύνολό της, ακόμα και για τους οπαδούς του ΣΥΡΙΖΑ.

Για όλα αυτά, ως κάτοικος της περήφανης αυτής πόλης, αλλά και ως υφυπουργός αρμόδιος για τα θέματα της Θεσσαλονίκης, της Μακεδονίας και της Θράκης έχω την υποχρέωση να ζητήσω από τους συμπολίτες μας βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να μεταφέρουν στον αρχηγό τους την ανάγκη να συνειδητοποιήσει το αυτονόητο και να εγκαταλείψει το αδιανόητο. Να συνταχθεί με το συμφέρον της πόλης μας, του δημόσιου πανεπιστημίου και των παιδιών μας. Να αφήσει στην άκρη την υπεκφυγή και τη φυγή από την ευθύνη. Να ταχθεί ευθέως με τη γνώση και την ελευθερία, καταδικάζοντας απερίφραστα τις κουκούλες και τη βία. Η άρνησή του να πάρει θέση στο ερώτημα «βιβλιοθήκη ή βαριοπούλα», με το πρόσχημα ότι «δεν είναι αυτό το δίλημμα», συνιστά συμπόρευση με το έγκλημα. Και αυτό είναι αδιανόητο. Είναι λάθος.

 

Ο Σταύρος Καλαφάτης είναι Υφυπουργός Εσωτερικών για θέματα Μακεδονίας – Θράκης

 

Από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Τo Μanifesto”