Τις «κουκούλες» από τους προστατευόμενους μάρτυρες στο σκάνδαλο της Novartis «βγάζει» με πρότασή της προς το Δικαστικό Συμβούλιο του Αρείου Πάγου η αντεισαγγελέας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Βασιλική Θεοδώρου.
Συγκεκριμένα, η αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Βασιλική Θεοδώρου κατέθεσε την Τετάρτη (30/6) στο Δικαστικό Συμβούλιο την πρότασή της επί της διαφωνίας που έχει ανακύψει με την ανακρίτρια του Ειδικού Δικαστηρίου (περί ευθύνης υπουργών) στην υπόθεση της Novartis Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου, για τον τρόπο με τον οποίο οι προστατευόμενοι μάρτυρες «Αικατερίνη Κελέση» και «Μάξιμος Σαράφης» πρέπει να καταθέσουν ενώπιον της ανακρίτριας.
Η κυρία Θεοδώρου στη 46 σελίδων πρόταση υποστηρίζει ότι οι προστατευόμενοι μάρτυρες πρέπει να καταθέσουν με τα στοιχεία της ταυτότητάς τους. Ακόμη, η κυρία Θεοδώρου αμφισβητεί τον τρόπο με το οποίο οι δύο αυτοί μάρτυρες τέθηκαν σε καθεστώς προστασίας για την κύρια και βασική υπόθεση της Novartis.
Πρόσφατα είχε ανακύψει διαφωνία μεταξύ των κυριών Θεοδώρου και Αλεβιζόπούλου για τον τρόπο κατάθεσης των δυο προστατευομένων κουκουλοφόρων μαρτύρων. Υπενθυμίζεται ότι ο Νίκος Μανιαδάκης, ο οποίος ήταν ο τρίτος κουκουλοφόρος μάρτυρας, έχει χάσει την ιδιότητα του προστατευόμενου μάρτυρα.
Σήμερα, η κυρία Θεοδώρου κατέθεσε στο Δικαστικό Συμβούλιο την 46 σελίδων πρότασή της, με την οποία ζητά οι δύο προστατευόμενοι μάρτυρες με τις κωδικές ονομασίες “Αικατερίνη Κελέση” και “Μάξιμος Σαράφης” να εξεταστούν ενώπιον της ανακρίτριας με τα πραγματικά στοιχεία ταυτότητας, δηλαδή χωρίς κουκούλες “για την αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας στην υπόθεση του πρώην αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου και των λοιπών”. Όπως υποστηρίζει η κυρία Θεοδώρου, αυτό πρέπει να γίνει γιατί μεταξύ των δύο υποθέσεων (κύρια υπόθεση της Novartis και υπόθεση με κεντρικό πρόσωπο τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελοπουλο και των λοιπών) δεν υπάρχει καμία συνάφεια, ούτε σε νομικό ούτε σε ουσιαστικό επίπεδο. Μάλιστα, η εισαγγελέας αναφέρει ότι τα περί ουσιαστικής συνάφειας των δύο αυτών υποθέσεων αποτελούν “εφεύρημα και αυθαίρετη νομική κατασκευή”. “Καθίσταται πρόδηλο, τονίζεται στην εισαγγελική πρόταση, ότι οι δύο αυτές δικογραφίες είναι άσχετες μεταξύ τους ως εκ τούτου η προστασία που απολαμβάνουν οι δύο μάρτυρες στη δικογραφία που σχηματίστηκε για την κύρια υπόθεση Novartis δεν μπορεί να ισχύσει και για την υπόθεση που ερευνάται από την ανακρίτρια του Ειδικού Δικαστηρίου με βάση τη δίωξη που άσκησε η Ολομέλεια της Βουλής” και συνεχίζει: “Δεν μπορεί η υπό προστασία μάρτυρες να είναι στο διηνεκές και για οποιαδήποτε άλλη υπόθεση υπό καθεστώς απαραβιάστης προστασίας, γιατί έτσι θα απαξιωθεί ο θεσμός των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος”.
Ακόμη, η κυρία Θεοδώρου επισημαίνει ότι “σε ένα κράτος δικαίου, αν αναμφίβολα πρέπει να προστατεύεται το δημόσιο συμφέρον και να αποτρέπεται η λεηλασία του δημόσιου χρήματος, εξίσου πρέπει να έχει το δικαίωμα και τη δυνατότητα ο κάθε πολίτης και πολύ περισσότερο τα δημόσια πρόσωπα να προστατεύσουν την τιμή και την υπόληψή και την αξιοπρέπεια τους από την “ανθρωποφαγία”. Άλλωστε η προστασία των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος δεν μπορεί να φθάνει μέχρι του σημείου να δυσχεραίνεται η ανεύρεση της ουσιαστικής αλήθειας και να επέρχεται σημαντικός περιορισμός βασικών αρχών”.
Επίσης, αναφέρει ότι οι δύο αυτοί προστατευόμενοι μάρτυρες δεν έπρεπε να είχαν καταθέσει ως προστατευόμενοι μάρτυρες ούτε καν στην κύρια υπόθεση της Novartis για τους εξής λόγους: 1) Δεν κατέθεσαν κάποιο ουσιώδες στοιχείο επί της επίμαχης υπόθεσης, 2) Δεν πιθανολογήθηκε κίνδυνος εκφοβισμού ή αντεκδίκησης σε βάρος τους από τα δέκα πολιτικά πρόσωπα που είχαν εμπλακεί στην υπόθεση της φαρμακοβιομηχανίας και 3) οι εν λόγω δύο μάρτυρες είχαν εξεταστεί στις ΗΠΑ και ως εκ τούτου απέβλεπαν σε ίδιο οικονομικό όφελος. Κατά συνέπεια, δεν μπορούσαν να τεθούν σε καθεστώς προστασίας και ως εκ τούτου σημειώνεται στην πρόταση “τόσο αυτοί που ζητούσαν να τεθούν υπό προστασία όσο και η Εισαγγελέας Διαφθοράς θα έπρεπε να αιτιολογούν σε ποιά στοιχεία θεμελιώνουν τον κίνδυνο των μαρτύρων, όπως π.χ. ότι οι καταγγελλόμενοι είναι κακοποιοί, έχουν καταδικαστεί για εγκληματικές πράξεις βίας, είναι μέλη εγκληματικής ή τρομοκρατικής οργάνωσης.
Να σημειωθεί ότι εκτός της κυρίας υπόθεσης της Novartis τρέχει παράλληλα και η υπόθεση των μηνύσεων που έχουν κατατεθεί από πολιτικά πρόσωπα σε βάρος του κ. Παπαγγελόπουλου και της πρώην επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς, Ελένης Τουλουπάκη για τα αδικήματα της κατάχρησης εξουσίας κ.λπ.
Μέσα στο επόμενο διάστημα αναμένεται να συγκληθεί το Δικαστικό Συμβούλιο και να εκδώσει βούλευμα επί της επίμαχης διαφωνίας.