«Η Ελλάδα, όπως και η Κύπρος, επιθυμεί και προσβλέπει σε εποικοδομητική μεταστροφή της στάσης της Τουρκίας. Στη συμμόρφωσή της με τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας, όπως και με τα σχετικά με το Κυπριακό ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Μέχρι τότε, δεν θα πάψουμε ούτε στιγμή να υπερασπιζόμαστε, με όλα τα νόμιμα μέσα που διαθέτουμε, την κυριαρχία και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα», τόνισε η Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, από το βήμα της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κύπρου όπου μίλησε το απόγευμα της Δευτέρας (21/9), σημειώνοντας ότι «προς τον στόχο αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν και θα παραμείνει το κύριο πεδίο αυτής της συντονισμένης πολιτικής και διπλωματικής μας προσπάθειας».
«Η αμφισβήτηση και παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, δύο κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προσβάλει και αμφισβητεί την ίδια την Ένωση», προσέθεσε η κ. Σακελλαροπούλου και σημείωσε:
«Οι εταίροι μας έχουν ήδη δείξει έμπρακτα τη συμπαράστασή τους και αναγνωρίζουν ολοένα και περισσότερο το δίκαιο των επιχειρημάτων μας. Η επιθετικότητα της Τουρκίας την απομονώνει διεθνώς και αποδυναμώνει τις θέσεις της.
Αυτό καταδεικνύει, μεταξύ άλλων, η απουσία της από το δίκτυο των τριμερών και άλλων πολυμερών περιφερειακών και πολυθεματικών σχημάτων συνεργασίας Ελλάδας και Κύπρου με πολλές χώρες της περιοχής, ένα δίκτυο που αναπτύσσεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια στην Ανατολική Μεσόγειο και την ευρύτερη περιοχή μας.
Σταθερή προτεραιότητα της Ελλάδας είναι η περαιτέρω ανάπτυξη και εμβάθυνση αυτών των περιφερειακών σχημάτων συνεργασίας των οποίων την κομβική σημασία για την ασφάλεια και σταθερότητα, καταδεικνύει, μεταξύ άλλων, το έντονο ενδιαφέρον που επιδεικνύουν για αυτά χώρες όπως η Γαλλία και οι ΗΠΑ».
Μιλώντας στο κοινοβουλευτικό Σώμα, η Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας δήλωσε ότι κατά την πρώτη συνάντηση που είχε με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αθήνα, τον περασμένο Ιούλιο, είχε εκφράσει την ελπίδα ότι η σημερινή της επίσκεψη στην Κύπρο θα γινόταν υπό ευνοϊκότερες για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων στο Κυπριακό συνθήκες.
«Αυτό δεν κατέστη δυνατό. Διακατέχομαι όμως από την πεποίθηση ότι, τελικά, θα τα καταφέρουμε. Η αισιοδοξία μου πηγάζει, πρωτίστως, από την αποφασιστικότητά μας για λύση· από τη διπλωματική κινητικότητα και αποτελεσματικότητα που επιδεικνύουν οι χώρες μας προς όφελος τόσο των εθνικών μας συμφερόντων όσο και της διεθνούς έννομης τάξης και της διεθνούς συνεργασίας· από την αδήριτη ανάγκη, τέλος, να επιτευχθεί ασφάλεια, σταθερότητα και ανάπτυξη στην ευρύτερη περιοχή».
Η κ. Σακελλαροπούλου δήλωσε συγκινημένη που βρίσκεται στην Κύπρο, το αναπόσπαστο αυτό κομμάτι του ελληνικού κόσμου, όπως το χαρακτήρισε και συνέχισε:
«”Με ρίζες πολυαίωνες και βαθιές, η Μεγαλόνησος διαπλέει τον ιστορικό χρόνο, βαθιά ελληνική από την αρχαία ως τη βυζαντινή και τη νεότερη εποχή, σε μια αδιάσπαστη συνέχεια γλώσσας, ήθους, φρονήματος.
Ο κυπριακός ελληνισμός έζησε περιόδους δραματικές, κάποτε εξοντωτικές, μα πάντοτε επαλήθευε την ταυτότητά του, όσους αγώνες και θυσίες κι αν απαιτούσε αυτή η προσπάθεια. Είναι αφάνταστο πόσο πιστός στον εαυτό του έμεινε ο λαός της Κύπρου και πόσο ασήμαντα ξέβαψαν οι διάφοροι αφεντάδες πάνω του”, έγραφε ο Γιώργος Σεφέρης στην αδελφή του Ιωάννα Τσάτσου τον Οκτώβριο του 1954, μετά την πρώτη του επίσκεψη στο νησί.
Κάθε επίσκεψη στην Κυπριακή Δημοκρατία είναι μια νοερή αναδρομή στην πολυτάραχη ιστορία της. Αλλά κυρίως στα νεότερα χρόνια, και στον ηρωoκό αγώνα του κυπριακού ελληνισμού για την αποτίναξη του αποικιακού ζυγού.
Ο απελευθερωτικός αγώνας των Ελληνοκυπρίων χάραξε ανεξίτηλα την ιστορία του νησιού και έδωσε το στίγμα της χειραφέτησης ολόκληρου του κυπριακού λαού, Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Αρμενίων, Μαρωνιτών και Λατίνων, σε μια ακάματη διαδρομή προς την ελευθερία και την πρόοδο.
Συνέβαλε αποφασιστικά στη γένεση της Κυπριακής Δημοκρατίας, κράτους-μέλους των Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ενός κράτους που είναι ανεξάρτητο και κυρίαρχο, μέρος του σύγχρονου αναπτυγμένου κόσμου.
Η κυπριακή Βουλή των Αντιπροσώπων δεν αποτελεί σύμβολο μόνο της Δημοκρατίας, όπως κάθε άλλο Κοινοβούλιο. Είναι η καρδιά μιας Δημοκρατίας που αντιστέκεται σθεναρά στην, εδώ και 46 ολόκληρα χρόνια, συνεχιζόμενη παράνομη τουρκική κατοχή. Μιας Δημοκρατίας ειρηνικά μαχόμενης για την εδραίωση και αποκατάσταση της διεθνούς νομιμότητας».
Απευθυνόμενη προς τον πρόεδρο της Βουλής και τους βουλευτές, είπε πως με την ευκαιρία της παρουσίας της θέλει να αποτίσει φόρο τιμής στους Κυπρίους αγωνιστές της ελευθερίας και να διαβεβαιώσει ότι η Ελλάδα διατηρεί αμείωτο ενδιαφέρον για το χρονίζον ζήτημα των αγνοουμένων, Ελλαδιτών και Κυπρίων.
«Είναι ένα ζήτημα οδυνηρό, ένα τραύμα ακόμη ανοικτό, σχεδόν μισόν αιώνα μετά την εισβολή. Για τις μητέρες, τις γυναίκες, τα παιδιά όσων χάθηκαν εκείνες τις αποφράδες ημέρες, ο πόνος παραμένει αμείωτος. Δεν έθαψαν τους νεκρούς τους όπως τους έπρεπε, δεν επούλωσαν την πληγή της απώλειας βιώνοντας το πένθος, δεν τους επιτράπηκε να διατρέξουν τη διαδρομή από τον θρήνο προς την αποδοχή του γεγονότος και το ευεργετικό ρίζωμα του εκλιπόντος στη μνήμη. Πρέπει, επιτέλους, και οι τελευταίοι Αγνοούμενοι να ταυτοποιηθούν, να αποδοθούν τα λείψανά τους στους δικούς τους. Να αποκτήσουν μνήμα, να ανακτήσουν το όνομά τους, έστω και πάνω σε μια μαρμάρινη πλάκα. Είναι ένας αποχαιρετισμός που τους οφείλεται» επισήμανε και συνέχισε:
«Αναμένουμε ότι το αμέσως επόμενο διάστημα οι εργασίες της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων θα εντατικοποιηθούν και θα είναι πιο αποτελεσματικές σε σύγκριση με τον απογοητευτικό ρυθμό, με τον οποίο διεξάγονταν το τελευταίο χρονικό διάστημα. Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον προσβλέπουμε στην πρόοδο του Προγράμματος το οποίο εφαρμόζει η Κυπριακή Κυβέρνηση στις ελεύθερες περιοχές για την αναζήτηση και ταυτοποίηση λειψάνων, αλλά και για τη διερεύνηση των συνθηκών εξαφάνισης των αγνοουμένων.
Είμαι ενήμερη για τις ενέργειες στις οποίες έχετε πρόσφατα προβεί, τις κατευθύνσεις τις οποίες έχετε δώσει και το Σχέδιο Δράσης που υλοποιεί για τον σκοπό αυτό η κυβέρνηση, κ. Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας, και είμαι βέβαιη, κ. Πρόεδρε της Βουλής των Αντιπροσώπων ότι η από κοινού κινητοποίηση των Κοινοβουλίων, καθώς και των Ευρωβουλευτών Ελλάδας και Κύπρου, θα αποφέρει αποτελέσματα. Οι αγνοούμενοι, Ελλαδίτες και Κύπριοι, είναι ανεπούλωτο τραύμα στο σώμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ένα ζήτημα το οποίο, από την πλευρά μου, σκοπεύω να αναδεικνύω με κάθε ευκαιρία, στις διεθνείς μου επαφές».
Τόνισε ότι «κορυφαίο μέλημα της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας παραμένει ο τερματισμός της τουρκικής κατοχής και η εξεύρεση συμπεφωνημένης λύσης του κυπριακού ζητήματος».
«Η αταλάντευτη, μέχρι τελικής ευόδωσης, προσήλωση στον ειρηνικό αυτό στόχο, ενδυναμώνει την Ελλάδα. Eνώνει, συσπειρώνει και κινητοποιεί τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις της χώρας μου.
Η διευθέτηση του σπουδαίου αυτού διεθνούς ζητήματος εισβολής και κατοχής θα συμβάλει αποφασιστικά στην ασφάλεια και σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής της ανατολικής Μεσογείου.
Η Ελλάδα, όπως και η Κύπρος, ουδέποτε πρόκειται να αποδεχθεί τις συνέπειες της τουρκικής εισβολής ως τετελεσμένο στην Κύπρο. Λύση του Κυπριακού μπορεί να εξευρεθεί μόνο στη βάση των δεσμευτικών για όλους Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Αποφάσεις, οι οποίες προβλέπουν την μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε μια Δικοινοτική, Διζωνική Ομοσπονδία, των δύο κοινοτήτων της, όπως αυτή προσδιορίζεται από τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, μία διεθνή προσωπικότητα, μία κυριαρχία και μία ιθαγένεια. Ο σεβασμός της κυριαρχίας και η αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου, η διασφάλιση των δικαιωμάτων των εκτοπισθέντων και των οικογενειών τους, καθώς και η απόσυρση των παράνομων τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων, αποτελούν θεμελιώδεις προϋποθέσεις για την επίλυση του Κυπριακού. Έχουμε καταστήσει σε όλους απολύτως σαφές ότι λύση δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την κατάργηση του αναχρονιστικού και μη βιώσιμου πλέον συστήματος των Εγγυήσεων και των μονομερών δικαιωμάτων επέμβασης στις κυπριακές υποθέσεις».
Σημείωσε ότι κύριο ζητούμενο σήμερα, είναι η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων όταν δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, και ανέφερε ότι ο γενικός γραμματέας των ΗΕ έχει αναλάβει να διερευνήσει σε κατάλληλο χρόνο τη δυνατότητα σύγκλησης άτυπης συνάντησης με τα Ηνωμένα Έθνη.
«Η Ελλάδα, μετά και από τη Συνάντηση του Βερολίνου της 25ης Νοεμβρίου 2019, έχει δηλώσει ότι είναι έτοιμη να ανταποκριθεί θετικά σε μια νέα πρωτοβουλία που θα αναλάβει ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών και να συμμετάσχει σε μια τέτοια άτυπη συνάντηση, στον κατάλληλο χρόνο και στο κατάλληλο επίπεδο και σε κλίμα εποικοδομητικό, προκειμένου να συζητήσει διαδικαστικά ζητήματα για την επανέναρξη των συνομιλιών. Η επανεκκίνηση της διαπραγματευτικής διαδικασίας για την επίλυση του Κυπριακού προϋποθέτει, αν μη τι άλλο, την αποκλιμάκωση της έντασης την οποία σκοπίμως έχει προκαλέσει και παρατείνει η τουρκική επιθετικότητα, η οποία εκδηλώνεται εδώ και καιρό σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο, διασαλεύοντας την ασφάλεια και σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής» επισήμανε και προσέθεσε:
«Οι προκλητικά συνεχιζόμενες και παρατεινόμενες παράνομες γεωτρητικές και σεισμικές έρευνες των τουρκικών πλοίων εντός νομίμως οριοθετημένων και νομίμως αδειοδοτημένων τεμαχίων της κυπριακής ΑΟΖ και οι προσπάθειες επιβολής νέων τετελεσμένων σε περιοχές της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, σε συνδυασμό με τη μεγάλη συγκέντρωση τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή, αποτελούν μέρος της επιθετικής αυτής συμπεριφοράς της Τουρκίας, η οποία εκδηλώνεται και επί του κυπριακού εδάφους».
Η κ. Σακελλαροπούλου υπογράμμισε «ότι η Ελλάδα συμμερίζεται πλήρως τις ανησυχίες για τις εξόχως επικίνδυνες, έως και καταστροφικές, συνέπειες, που ενδεχομένως θα επέφερε στις προσπάθειες επανέναρξης των διαπραγματεύσεων στο Κυπριακό, η τυχόν έμπρακτη υλοποίηση των συνεχών απειλών της Τουρκίας για τουρκικό εποικισμό της περίκλειστης πόλης των Βαρωσίων και σφετερισμό των εκεί ελληνοκυπριακών περιουσιών, σε ευθεία παραβίαση των σχετικών ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών» σημειώνοντας: «Ήδη από τον περασμένο Οκτώβριο, ακόμη, δε, περισσότερο με την πρόσφατη Απόφαση για την Ειρηνευτική Δύναμη των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο, το Συμβούλιο Ασφαλείας έχει επαναβεβαιώσει την απόλυτη προσήλωσή του στα εν λόγω ψηφίσματα τα οποία, μεταξύ άλλων, προβλέπουν την επιστροφή των νομίμων κατοίκων στην περιοχή υπό την διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών. Καθιστούν δε την Τουρκία υπεύθυνη για οποιαδήποτε τυχόν δυσάρεστη εξέλιξη και την προειδοποιούν να μην επιχειρήσει εποικισμό της περίκλειστης πόλης».
«Κύριε Πρόεδρε της Βουλής των Αντιπροσώπων, Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, Σας ευχαριστώ θερμά για την τιμή που μου κάνατε να απευθυνθώ στους Κυπρίους αδελφούς μας από αυτό το βήμα, από το οποίο επιθυμώ να επαναλάβω ότι, σύσσωμη η Ελλάδα, ο λαός, η πολιτική και πολιτειακή ηγεσία, είμαστε στο πλευρό σας, αρωγός και ανιδιοτελής εθνικός συμπαραστάτης του κυπριακού ελληνισμού και ολόκληρου του κυπριακού λαού. Μας συνδέει κοινή ιστορία χιλιετιών. Μας συνδέουν ανεξίτηλοι και ακατάλυτοι δεσμοί. Κοινές είναι και οι προσπάθειές μας για την ειρήνη και την επανένωση της Κύπρου» κατέληξε η Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.