Νέα «ψήφο» εμπιστοσύνης έδωσαν στην ελληνική οικονομία οι αγορές, καθώς εκδηλώθηκε μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον για την επανέκδοση του 10ετούς ελληνικού ομολόγου. Οι προσφορές ξεπέρασαν τα 18 δισ. ευρώ και το ελληνικό Δημόσιο άντλησε 2,5 δισ. ευρώ.
Το βιβλίο προσφορών είχε ανοίξει με αρχική εκτίμηση επιτοκίου στο 1,33% και μειώθηκε στο 1,23%. Το Ελληνικό Δημόσιο επιχείρησε να εκμεταλλευτεί το ευνοϊκό κλίμα που επικρατεί στις αγορές ομολόγων, με το επανάνοιγμα της τελευταίας έκδοσης των 10ετων ομολόγων, που εξέδωσε στις 18 Ιουνίου, ενώ το επιτόκιο είχε διαμορφωθεί στο 1,5%,.
Υπενθυμίζεται αρχικώς, πως στόχος του ΟΔΔΗΧ για φέτος ήταν η έκδοση ομολόγων ύψους 4-8 δισ. ευρώ, ωστόσο μετά την πανδημία το ανώτατο όριο αυξήθηκε στα 9,5 δισ. Ηδη μέχρι στιγμής το Ελληνικό Δημόσιο έχει αντλήσει από τις αγορές από την αρχή του χρόνου 7,5 δισ. ευρώ.
Με αφορμή την σημερινή επανέκδοση 10ετούς ομολόγου ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας δήλωσε:
«Σήμερα, η Ελλάδα κατέγραψε άλλη μία σημαντική επιτυχία στον στίβο των αγορών.
Για 3η φορά μετά το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού, η διεθνής επενδυτική κοινότητα επιβεβαίωσε την εμπιστοσύνη της στην ελληνική οικονομία.
Η χώρα δανείστηκε, με το χαμηλότερο κόστος που έχει επιτευχθεί ποτέ στις εκδόσεις ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου.
Συγκεκριμένα, μέσω της έκδοσης 10ετούς ομολόγου, άντλησε 2,5 δισ. ευρώ, με επιτόκιο περίπου στο 1,2%.
Το χαμηλότερο επιτόκιο διαχρονικά, ανεξαρτήτως διάρκειας έκδοσης.
Επίσης, πολύ σημαντική είναι η μεγάλη ζήτηση και η καλή ποιότητα της σημερινής έκδοσης.
Αυτή καλύφθηκε, στη συντριπτική πλειοψηφία της, από ξένα χαρτοφυλάκια και θεσμικούς επενδυτές.
Γι’ αυτούς τους λόγους, συγχαίρω θερμά τον ΟΔΔΗΧ για τη μεθοδική και σοβαρή δουλειά του.
Όλα τα παραπάνω συνιστούν ισχυρή έμπρακτη απόδειξη ότι οι αγορές αναγνωρίζουν το συνεκτικό οικονομικό σχέδιο της Κυβέρνησης και την αποτελεσματική εφαρμογή του για την αντιμετώπιση των δυσμενών οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών της πανδημίας.
Και επικροτούν την ολιστική στρατηγική που χαράσσει για την ταχύτερη δυνατή ανάταξη της οικονομίας, ώστε η χώρα να επιτύχει ισχυρή, βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη ανάπτυξη.
Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση που έχουμε μπροστά μας.
Έχουμε συναίσθηση ότι οι δυσκολίες είναι πολλές και μεγάλες, αλλά είναι στο χέρι μας να τις υπερβούμε.
Και θα τις ξεπεράσουμε, με πίστη στις δυνάμεις μας, με μεθοδικότητα και σκληρή δουλειά».