«Σημαντικό επιταχυντή των έργων υποδομής που έχει ανάγκη η χώρα μας» χαρακτήρισε ο υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών, Γιώργος Καραγιάννης, το νομοσχέδιο για τις «Πρότυπες προτάσεις για έργα υποδομής και λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας», του οποίου η επεξεργασία ξεκίνησε στην επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής.

Ο υφυπουργός τόνισε πως «με το παρόν νομοσχέδιο, μια προεκλογική δέσμευση της κυβέρνησης γίνεται πράξη». Σημείωσε ότι πρόκειται για «μια μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία του υπουργείου μας που θα μείνει ως παρακαταθήκη στην χώρα και ως ένας εναλλακτικός τρόπος σύλληψης, ωρίμασης και υλοποίησης μεγάλων έργων υποδομής». Το νομοσχέδιο αυτό, συμπληρώνει μια ευρεία θεσμική παρέμβαση που ξεκίνησε με τους Νόμους 4782 και 4799 και η οποία «είναι πιστή με τις ιδεολογικές μας καταβολές στο να τολμάμε και να υιοθετήσουμε νεωτεριστικές πρακτικές και μεθόδους».

Με την υιοθέτηση των πρότυπων προτάσεων, είπε ο κ. Καραγιάννης, «επιταχύνεται περεταίρω οι μοχλεύσεις των δυνάμεων του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα στη διαδικασία παραγωγής έργων υποδομής στη χώρα μας». Επισήμανε, πως τα έργα αυτά δεν προωθούν μόνο την καινοτομία αλλά την περιφερειακή ανάπτυξη. Συμβάλουν στην εθνική οικονομία και θα υλοποιούνται και μέσω των κλασικών δημοσίων έργων παραχώρησης αλλά και των παραχωρήσεων μέσω ΣΔΙΤ.

Οι τέσσερεις στόχοι του νομοσχεδίου, εξήγησε ο υφυπουργός είναι: Η ανάδειξη νέων καινοτόμων ιδεών και η προετοιμασία έργων σε τομείς προτεραιότητας του ελληνικού δημοσίου, παράλληλα με τις διαδικασίες του δημοσίου. Η επιτάχυνση της ωρίμανση των έργων μέσα από τον αποκαλούμενο «διπλασιασμό» καθώς ένα τμήμα του θα μπορεί να γίνεται και από τον ιδιωτικό τομέα, απελευθερώνοντας έτσι ανθρώπινους πόρους του δημοσίου. Η αξιοποίηση της τεχνογνωσίας του ιδιωτικού τομέα και στο επίπεδο του σχεδιασμού έργων. Η αξιοποίηση της ευελιξίας του ιδιωτικού τομέα.

Απαντώντας στους βουλευτές της αντιπολίτευσης, υπογράμμισε πως το υφιστάμενο σχέδιο νόμου δεν τροποποιεί το πλαίσιο ανάθεσης των δημοσίων έργων, συμβάσεων παραχώρησης και των έργων ΣΔΙΤ, αλλά το συμπληρώνει ρυθμίζοντας το πλαίσιο σύλληψης και ωρίμασης ενός έργου από τον ιδιωτικό τομέα. Η δημοπράτηση ενός έργου θα γίνεται σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Διευκρίνισε πως οι πρότυπες προτάσεις αφορούν κατά κανόνα μεγάλα έργα υποδομής στους τομείς των Μεταφορών, του Περιβάλλοντος και της Ενέργειας καθώς εκεί εντοπίζονται οι μεγαλύτερες ανάγκες επιτάχυνσης στην σύλληψη και ωρίμανση πολύπλοκών ή καινοτόμων έργων. Έχει προβλεφθεί και η κατ’ εξαίρεση υπαγωγή έργων και από άλλους τομείς εφόσον αυτό κρίνεται σκόπιμο. Υπάρχει η μέριμνα ότι όσοι καταθέτουν προτάσεις να έχουν και την ανάλογη εμπειρία. Η υποβολή και αξιολόγηση των προτάσεων θα πραγματοποιείται μέσω ειδικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας για να υπάρχουν τα εχέγγυα της διαφάνειας, ενώ στα κίνητρα υιοθετείται μια ισορροπία μεταξύ των χορηγούμενων κινήτρων στους προτείνοντες αλλά και σε περιορισμούς αντικινήτρων για τους υπόλοιπους ενδιαφερόμενους.

Χαρακτήρισε οξύμωρη την κριτική που δέχθηκε, επειδή «ένας υπουργός, γιατί για πρώτη φορά, εκχωρεί τμήμα των αρμοδιοτήτων του σε μια επιτροπή που μετέχουν υψηλόβαθμοι γενικοί διευθυντές, υπάλληλοι του δημόσιου τομέα και οι οποίοι θα αποφασίζουν μαζί για τον προγραμματισμό, την αξιολόγηση και ουσιαστικά η δημόσια διοίκηση θα μετέχει στη λήψη αποφάσεων.

Οι θέσεις των κομμάτων

Ο εισηγητής της ΝΔ, Θέμης Χειμάρας τάχθηκε υπέρ του σχεδίου νόμου, τονίζοντας πως ο θεσμός των πρότυπων προτάσεων για έργα υποδομής, είναι στρατηγικής σημασίας για τον τομέα των υποδομών και των τεχνικών έργων και για τη δημιουργία ποιοτικών θεσμών». Τόνισε πως «η κυβέρνηση της ΝΔ αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και προωθεί λύσεις. Και η αλλαγή του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου είναι θεμελιώδης για την επίτευξη των συνεργειών μεταξύ του ιδιωτικού και του δημοσίου τομέα που θα δημιουργήσει νέες προοπτικές στον τομέα των μεγάλων έργων υποδομής. Θα συμβάλλει σημαντικά στην αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και στην προσπάθεια για οικονομική ανάταξη και ανθεκτικότητα». Πρόκειται, είπε ο βουλευτής «για μια ακόμη μεταρρυθμιστική παρέμβαση της κυβέρνησης στην κατεύθυνση της ενίσχυσης των επενδύσεων, με στόχο την αξιοποίηση των συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων».

Σχετικά με τον θεσμό των πρότυπων προτάσεων είπε πως δημιουργείται ένα πλαίσιο που αφορά την υποβολή, αξιολόγηση και έγκριση προτάσεων καινοτομίας, με πρωτοβουλία του ιδιωτικού τομέα σε μεγάλα έργα υποδομών που υπερβαίνουν το ποσό των 200.000.000 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ) και παρουσιάζουν χαρακτηριστικά καινοτομίας και πολυπλοκότητας και πρόκειται να υλοποιηθούν μέσω συμβάσεων έργων, συμβάσεων παραχώρησης και συμπράξεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ). Αξιοποιώντας την τεχνογνωσία του ιδιωτικού τομέα στη «σύλληψη» καινοτόμων ιδεών για την υλοποίηση μεγάλων έργων υποδομής και αφετέρου την επιτάχυνση των διαδικασιών ωρίμανσης αξιοποιώντας πόρους και ενισχύοντας την διαφάνεια. Σχετικά με τις λοιπές διατάξεις του ανέφερε πως ρυθμίζεται η ανάθεση συμβάσεων του Αναπτυξιακού Προγράμματος Συμβάσεων Στρατηγικής Σημασίας, με την πρόβλεψη εξαιρέσεων από διατάξεις του ν.4412/2016, όπως προέκυψαν από την εφαρμογή του νόμου μετά την πρόσφατη τροποποίησή του με το ν.4782/2021. Εισάγονται διατάξεις για τις δημόσιες συμβάσεις που ωριμάζει ή αναθέτει το Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. και καθορίζονται τα προσόντα των Διαπιστευμένων Ελεγκτών Μηχανικών. Ρυθμίσεις των εποπτευόμενων φορέων του Υπουργείου Υποδομών, με στόχο την ενίσχυση του δημόσιου φορέα «Εταιρεία Παγίων Ε.Υ.Δ.Α.Π. Ν.Π.Δ.Δ.», λόγω του αναβαθμισμένου πλέον ρόλου της στη λειτουργία του συστήματος υδροδότησης της Αττικής. Κατανομής της κρατικής επιχορήγησης μεταξύ των εταιρειών Ο.Σ.Ε. Α.Ε. και ΕΡΓΑ Ο.Σ.Ε. Α.Ε. Αντιμετώπισης των φαινομένων κυκλοφοριακής συμφόρησης στις περιοχές αναχωρήσεων και αφίξεων στα αεροδρόμια, κυρίως του Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών. Κάλυψης αναγκών προσωπικού της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας από διαγωνισμό του ΑΣΕΠ.

Ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Χρήστος Γιαννούλης δήλωσε την αντίθεσή του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο νομοσχέδιο λέγοντας πως αυτό «ρίχνει νέο νερό στο μύλο της αδιαφάνειας» Καταλόγισε στην κυβέρνηση πως νομοθετεί «προς όφελος των μεγάλων κατασκευαστικών ομίλων». Πρόκειται, είπε, «για μια ακόμη εποποιία της κυβέρνησης Μητσοτάκη καθώς δίνεται η δυνατότητα στα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα στο χώρο των κατασκευών να προχωρούν στο σχεδιασμό και την υλοποίηση μεγάλων έργων υποδομής». Παρατήρησε πως «το ελάχιστο όριο των 200.000.000 ευρώ δίνει τη δυνατότητα να εμπλακούν στη διαδικασία μόνο οι όμιλοι που έχουν τη δυνατότητα να υλοποιήσουν αυτού του είδους τα μεγάλα έργα» και σημείωσε πως «δεν είναι τυχαίο ότι το σχέδιο νόμου τυγχάνει αποδοχής από το σύνολο των μεγάλων κατασκευαστικών ομίλων». Πλέον, ανέφερε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, μία μεγάλη κατασκευαστική εταιρεία θα μπορεί να καταθέτει μία πρόταση για ένα έργο προϋπολογισμού άνω των 200 εκατομμυρίων, ο υπουργός Υποδομών θα γνωμοδοτεί και την τελική έγκριση θα τη δίνουν ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτης, στην κυβερνητική επιτροπή! Αυτό είναι άλλη μία νομοθετική πρωτοβουλία που ρίχνει νερό στο μύλο της αδιαφάνειας και της διαπλοκής».

Ο ειδικός αγορητής του ΚΙΝΑΛ, Χρήστος Γκόγκας επιφυλάχθηκε να τοποθετηθεί επί της Αρχής του νομοσχεδίου, σημειώνοντας ότι η θεσμοθέτηση του πλαισίου για τις «Πρότυπες Προτάσεις Έργων Υποδομών» έχει «αρκετά ασαφή σημεία» και «σε όλη την προβλεπόμενη διαδικασία δημιουργούνται πολλοί προβληματισμοί και ερωτηματικά». Σημείωσε ότι με το παρόν σχέδιο νόμου αυτό που εισάγεται είναι η εμπλοκή όχι μόνο στην μελέτη και την κατασκευή ενός έργου αλλά και της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα και στον σχεδιασμό του. Αναρωτήθηκε πως εξασφαλίζεται ότι οι υποβολές προτάσεων θα εντάσσεται σε ένα περιφερειακό σχεδιασμό ή απλά δημιουργείται ένα πλαίσιο για να κατατίθενται προσχηματικές υποβολές προτάσεων από τον ιδιωτικό τομέα. Γιατί το πλαφόν προϋπολογισμού θα πρέπει να υπερβαίνει το ποσό των 200 εκατ. ευρώ και γιατί δεν θα μπορούσε να αφορά και ένα μικρότερο έργο με χαρακτηριστικά και καινοτομίας και πολυπλοκότητας; Και να μην εντάσσεται σε αυτή την διαδικασία; Γιατί να αφορά μόνο έργα δύο Υπουργείων; Θα πρέπει, είπε ο βουλευτής, τα κριτήρια επιδεξιότητας να είναι πιο καθαρά, να ορίζονται από κάποια Αρχή ή δημόσιο φορέα και να μην αφήνονται κενά ώστε να εισέρχεται η υποκειμενικότητα. Σημείωσε πως αυτή η θεσμοθέτηση θα φαλκιδεύσει τον ανταγωνισμό, τον Περιφερειακό Προγραμματισμό και των ΟΤΑ και γενικά είναι πολύ προβληματική και πρόχειρη. Σχετικά με τις διατάξεις του Β Μέρους του νομοσχεδίου, παρατήρησε πως αρκετές από αυτές δεν τέθηκαν κατά την διαδικασία της διαβούλευσης του σχεδίου νόμου.

Η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ, Διαμάντω Μανωλάκου καταψήφισε επί της Αρχής το σχέδιο νόμου, υποστηρίζοντας ότι το σχέδιο νόμου ουσιαστικά έρχεται να προωθήσει τις προτάσεις των επιχειρηματικών ομίλων προς το Δημόσιο. Επισήμανε πως όλοι οι όροι, οι προϋποθέσεις και η ιεράρχηση αυτών των έργων δεν γίνονται με βάση τις ανάγκες του λαού, που πνίγεται το χειμώνα και καίγεται το καλοκαίρι, αλλά είναι έργα υποδομών που συνδέονται με τους στόχους του κεφαλαίου. Είναι, δηλαδή, έργα πνοής για το κεφάλαιο και την κερδοφορία του και ασφυξίας για τους εργαζόμενους και το λαό, αφού έτσι γίνονται όχι μόνο πανάκριβα τα διάφορα έργα για να εξασφαλίσουν μεγάλα κέρδη οι επιχειρηματικοί όμιλοι αλλά ενισχύονται και από το μειωμένο εργασιακό κόστος που έχει εξασφαλίσει το αντεργατικό νομοθετικό έκτρωμα του νόμου. Όταν πρόκειται για τον λαό επικαλείστε τους δημοσιονομικούς στόχους και τις αντοχές της οικονομίας, αυτά όμως δεν ισχύουν, όταν είναι να μπουκώσετε με δισεκατομμύρια ευρώ τους επιχειρηματικούς ομίλους. Το νομοσχέδιο αυτό είναι στα μέτρα παραπέρα ενίσχυσης του κεφαλαίου και των προνομίων του.

Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Βασίλειος Βιλιάρδος επιφυλάχθηκε να τοποθετεί επί της Αρχής του νομοσχεδίου καθώς, όπως σημείωσε, το σύνολο των δράσεων δεν έχει στόχους και προτεραιότητες σαφώς προσανατολισμένους στην ανάπτυξη των υποδομών της χώρας. Το νομοσχέδιο αυτό, είπε, αποτελεί μια «χορογραφία του καρτέλ των κατασκευών», αφού, μέσα σε ένα μήνα δημοπρατήθηκαν έργα αξίας 3,6 δισ. ευρώ, ενώ μόνο στις 22 Φεβρουαρίου είχαμε τρείς εργολαβίες αξίας 614 εκατομμύριων ευρώ!!! Υποστήριξε πως το ΙΟΒΕ είναι εκείνο που προτάσσει την υλοποίηση δημοσίων έργων μέσω ΣΔΙΤ, με σκοπό την επιτάχυνση των γραφειοκρατικών διαδικασιών εγκρίσεών τους, ενώ το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έχει επικρίνει το μεγάλο και αυξανόμενο κόστος των παραπάνω έργων στη χώρα μας, μαζί με τις ατέλειές τους. Σημείωσε πως το νομοσχέδιο αυτό «είναι εκτός τόπου και χρόνου για τη χώρα μας, με δεδομένες τις διεθνείς δυσμενείς συγκυρίες, τα ανοδικά επιτόκια, τον πληθωρισμό και την υποχρέωση για επιστροφή σε πλεονάσματα». Καταλόγισε στην κυβέρνηση ότι διευκολύνει τους δικούς της μεγαλο-εργολάβους να απομυζήσουν ευρωπαϊκά κονδύλια, χωρίς να υποβοηθείται ο χώρος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Ο ειδικός αγορητής του ΜέΡΑ25, Κρίτων Αρσένης τάχθηκε κατά του σχεδίου νόμου χαρακτηρίζοντας το « αντισυνταγματικό». Είμαστε, είπε, «ολόψυχα ενάντια σε αυτό το σχέδιο νόμου καθώς μετατρέπει τις κυβερνήσεις από κυβερνώντες σε “ντιλιβεράδες” συμφερόντων». Mε το παρόν νομοσχέδιο αυτό που πραγματικά εισάγεται είναι ότι πλέον «οι πολίτες δεν θα εκλέγουν τις κυβερνήσεις τους αλλά τους ανθρώπους εκείνους που θα έχουν εντολή ή δεσμεύσεις προκειμένου να μεταφέρουν τους δημόσιους πόρους στα ταμεία των τριών – τεσσάρων – πέντε μεγαλοεργολάβων της χώρας». Οι κυβερνήσεις, είπε, «θα είναι οι ντιλιβεράδες των δημοσίων πόρων, όπου κατ’ εντολή των πέντε μεγαλοεργολάβων θα τους φέρνουν στα ιδιωτικά τους ταμεία». Και «αυτό, καταδεικνύεται άρθρο το άρθρο μέσα από το παρόν σχεδίου νόμου που το καταψηφίζουμε».

Η Επιτροπή αποφάσισε η συνεδρίαση της ακρόασης φορέων και η συνεδρίαση επί των άρθρων του σχεδίου νόμου να πραγματοποιηθούν την ερχόμενη Δευτέρα. Η δεύτερη ανάγνωση στην Επιτροπή το πρωί της Τρίτης, προκειμένου την Τετάρτη 2 Μαρτίου να εισαχθεί για συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια, σύμφωνα με την απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων.