Έχοντας επενδύσει μέχρι πρόσφατα πολύ λίγο στην αφρικανική ήπειρο, ο Βλαντίμιρ Πούτιν προεδρεύει την Τετάρτη και την Πέμπτη της πρώτης «Συνόδου Κορυφής Ρωσίας-Αφρικής», που συμβολίζει τις αυξανόμενες φιλοδοξίες της Μόσχας σε μια περιοχή όπου η Κίνα και οι Δύση έχουν προπορευθεί ήδη αρκετά χρόνια.
Περίπου τριάντα ηγέτες, χιλιάδες ομιλητές και ένας σκοπός: να καταδειχθεί πως η Ρωσία «έχει πολλά να προσφέρει στις αφρικανικές χώρες», εξηγεί το Κρεμλίνο.
«Ετοιμάζουμε και υλοποιούμε σχέδια επενδύσεων με ρωσική συμμετοχή ύψους δισεκατομμυρίων δολαρίων», υπογράμμισε ο Βλαντίμιρ Πούτιν, σε συνέντευξη που μεταδόθηκε σήμερα από το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Tass.
Στο Σότσι, το παραθαλάσσιο θέρετρο όπου η Μόσχα διοργανώνει μεγάλα πολιτικά γεγονότα, θα διευθύνει μαζί με τον Αιγύπτιο ομόλογό του Αμπντέλ Φάταχ αλ-Σίσι αυτή τη σύνοδο κορυφής, πανομοιότυπη των «Φόρουμ για τη σινο-αφρικανική συνεργασία» τα οποία, από το 2011, επέτρεψαν στο Πεκίνο να γίνει ο πρώτος εταίρος της ηπείρου.
Για τον Πούτιν, είναι μια ευκαιρία να δείξει πως έχει τα αφρικανικά συμφέροντα στο κέντρο του ενδιαφέροντός του, παρόλο που μέσα σε 20 χρόνια πήγε μόλις τρεις φορές στην υποσαχάρια Αφρική κι αυτές μόνο στη Νότια Αφρική.
Στη συνέντευξη που μεταδόθηκε σήμερα, ο Ρώσος πρόεδρος παραθέτει ως απόδειξη τη δέσμευση της Μόσχας «στη στρατιωτική συνεργασία και στη συνεργασία σε θέματα ασφάλειας», τη βοήθεια κατά του Έμπολα, την εκπαίδευση «Αφρικανών στελεχών» σε ρωσικά πανεπιστήμια και διαβεβαιώνει πως όλα τα σχέδια που προτείνει η Ρωσία γίνονται χωρίς «πολιτική ή άλλη» παρέμβαση.
Πάντα στο πλαίσιο αυτής της επιχείρησης γοητείας, ο εκπρόσωπός του υπενθυμίζει πως η Αφρική είναι μια «σημαντική ήπειρος» με την οποία η Μόσχα, έχει «παραδοσιακές, ιστορικές, στενές» σχέσεις — μια αναφορά στην εποχή της ΕΣΣΔ.
Όμως έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που η σοβιετική επιρροή ασκείτο λίγο πολύ παντού στην ήπειρο. Εκείνη την εποχή, η Μόσχα είχε επιλέξει να υποστηρίξει τους αγώνες κατά της αποικιοκρατίας. Πρώην γαλλικές αποικίες, όπως το Μαλί και η Γουινέα, έχουν στραφεί στον σοσιαλισμό από τη δεκαετία του 1960.
Αργότερα, η Μοζαμβίκη, τη σημαία της οποίας κοσμεί ένα Καλάσνικοφ, η Αγκόλα ή η Αιθιοπία έγιναν «αδελφές χώρες» της ΕΣΣΔ, ενώ πολλοί Αφρικανοί ηγέτες σπούδασαν στη Σοβιετική Ένωση. Σήμερα μόνο ο Ζοάο Λουρενσάο της Αγκόλας είναι μια τέτοια περίπτωση.
Το 2018,το ύψος των εμπορικών συναλλαγών ανάμεσα στη Ρωσία και την αφρικανική ήπειρο ανέρχονταν σε 20 δισεκ. δολάρια, λιγότερο από το 50% εκείνων της Γαλλίας και δέκα φορές λιγότερες από της Κίνας. Στην πλειονότητά του το εμπόριο αφορά τις πωλήσεις όπλων, ένας τομέας στον οποίο σπάνια η Ρωσία είναι επικεφαλής στην Αφρική.
Έτσι, στο διάστημα 2014-2018 η Ρωσία αντιπροσώπευε το 49% του συνόλου των εισαγωγών όπλων στη Βόρεια Αφρική και το 28% εκείνων της υποσαχάριας Αφρικής, σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Έρευνας για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (Sipri).
Σήμερα, εξηγεί ο Ρώσος πρώην πρεσβευτής Εβγκένι Κορεντιάσοφ, μέλος του ρωσικού Ινστιτούτου Αφρικανικών Σπουδών, η Μόσχα θέλει να «επικεντρώσει τις προσπάθειές της στους τομείς όπου διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα». Εκτός από τα όπλα, πρόκειται κυρίως για τον πυρηνικό τομέα, τους υδρογονάνθρακες και τη μεταλλευτική βιομηχανία.
Πόσο μάλλον που έπειτα από πέντε χρόνια δυτικών οικονομικών κυρώσεων, η Μόσχα έχει ανάγκη εταίρους και ανοίγματα προκειμένου να εξορκίσει την αναιμική ανάπτυξή της.
Σε ένα πλαίσιο επιδεινούμενων σχέσεων με τις δυτικές χώρες, η σύνοδος κορυφής του Σότσι θα είναι επίσης η ευκαιρία για τη Ρωσία, μετά τη μεγάλη επιστροφή της στη Μέση Ανατολή λόγω των επιτυχιών της στη Συρία, να δείξει ότι είναι μια δύναμη με παγκόσμια επιρροή.
Στις αρχές του 2018, η άφιξη όπλων και δεκάδων «στρατιωτικών συμβούλων» στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, που ήταν ωστόσο πεδίο γαλλικής επιρροής, επέτρεψε στη Ρωσία να κάνει μια θεαματική επιστροφή στην αφρικανική σκηνή.
Από τότε, το Κρεμλίνο έχει υπογράψει πολλές συμφωνίες στρατιωτικής συνεργασίας και η παρουσία ανδρών του ομίλου Wagner, μιας εταιρίας που κατηγορείται ως μισθοφορική και η οποία φέρεται να χρηματοδοτείται από τον Εβγκένι Πριγκόγιν, του περιβάλλοντος του Βλαντίμιρ Πούτιν, έχουν παρατηρηθεί αλλού, από τη Λιβύη μέχρι τη Μοζαμβίκη, το Σουδάν ακόμη και τη Μαδαγασκάρη.
Οι παρατηρητές μετριάζουν ωστόσο ακόμη περισσότερο το εύρος της ρωσικής επιρροής στην ήπειρο και αποδίδουν στη Μόσχα μια πραγματιστική μάλλον παρά μια στρατηγική προσέγγιση. Πόσο μάλλον που η Ρωσία φθάνει καθυστερημένα επί του πεδίου.