Οι τηλεμαχίες – τα προεκλογικά “ντιμπέιτ” στην τηλεόραση – έχουν ελάχιστη επίπτωση στη διαμόρφωση της γνώμης των ψηφοφόρων, οι οποίοι επηρεάζονται περισσότερο, σχετικά με το τι θα ψηφίσουν στις επερχόμενες εκλογές, από άλλες πηγές, όπως τα μέσα ενημέρωσης, πολιτικούς ακτιβιστές, φίλους ή άλλους πολίτες. Αυτό είναι ένα από τα βασικά συμπεράσματα μιας νέας μεγάλης διεθνούς έρευνας σχετικά τις επιπτώσεις που έχουν οι προεκλογικές εκστρατείες στην ψήφο των εκλογέων.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον αναπληρωτή καθηγητή Βίνσεντ Πονς της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ των ΗΠΑ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο διεθνούς κύρους περιοδικό οικονομικών επιστημών “The Quarterly Journal of Economics”, ανέλυσαν στοιχεία από 62 εκλογές σε δέκα χώρες (Αυστρία, Καναδά, Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία, Νέα Ζηλανδία, Σουηδία, Ελβετία, Βρετανία και ΗΠΑ) από το 1952 μέχρι πρόσφατα. Η προσοχή εστιάστηκε στη διαφορά ανάμεσα στο τι δήλωσαν πριν τις εκλογές οι ψηφοφόροι ότι θα ψηφίσουν και στο τι ανέφεραν μετά τις εκλογές ότι ψήφισαν τελικά.

Οι ειδικοί εδώ και χρόνια συζητούν και διαφωνούν για το πόσο σημαντικές τελικά είναι οι προεκλογικές εκστρατείες. Η μία άποψη είναι ότι οι προεκλογικές εβδομάδες αποτελούν μια κρίσιμη περίοδο, στη διάρκεια των οποίων πολλοί ψηφοφόροι αξιολογούν κόμματα και υποψηφίους, συγκρίνουν θέσεις και αποφασίζουν, σε αρκετές περιπτώσεις αναθεωρώντας μια προηγούμενη προτίμηση τους. Η αντίθετη άποψη είναι ότι οι προεκλογικές εκστρατείες έχουν ελάχιστη έως μηδαμινή επίπτωση, επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν πάρει τις αποφάσεις τους πολύ καιρό πριν.

Η νέα έρευνα φαίνεται να επιβεβαιώνει την πρώτη άποψη. Ο επικεφαλής ερευνητής Β.Πονς δήλωσε ότι “οι προεκλογικές εκστρατείες παίζουν αποφασιστικό ρόλο σε όλες τις περιόδους και όλες τις χώρες που μελετήσαμε”.

Διαπιστώθηκε ότι το 17% έως 29% των ψηφοφόρων αποφασίζουν τι θα ψηφίσουν κατά τους δύο τελευταίους μήνες της προεκλογικής εκστρατείας, συνεπώς όσοι διαμορφώνουν τη γνώμη τους αυτή την περίοδο, επηρεάζουν σημαντικά τα εκλογικά αποτελέσματα. Την τελευταία μέρα πριν τις εκλογές το 12% των ψηφοφόρων δεν ξέρουν ακόμη (ή δεν λένε) τι θα ψηφίσουν, συνεπώς ένα σημαντικό ποσοστό – περίπου ο ένας στους δέκα – αποφασίζει την ίδια τη μέρα των εκλογών. Μέσα στο 12% ανήκουν και όσοι άλλο κόμμα λένε την προηγούμενη μέρα ότι θα ψηφίσουν και άλλο τελικά ψηφίζουν την μέρα των εκλογών.

Σε κάθε προεκλογική εκστρατεία, σύμφωνα με την έρευνα, οι νεότεροι σε ηλικία και οι λιγότερο μορφωμένοι είναι αυτοί που επηρεάζονται περισσότερο από τα “μηνύματα” και τις πληροφορίες που δέχονται, ενώ – όπως είναι αναμενόμενο – οι “πιστοί” ψηφοφόροι ενός κόμματος επηρεάζονται λιγότερο.

Οι αλλαγές στην επιλογή της ψήφου επηρεάζονται κυρίως από αλλαγές στις πεποιθήσεις των ψηφοφόρων σχετικά με τις θέσεις και τα χαρακτηριστικά των υποψηφίων, καθώς και από τις αλλαγές στα ζητήματα της “ατζέντας” που οι ψηφοφόροι θεωρούν πιο σημαντικά. Αντίθετα, οι προτιμήσεις των ψηφοφόρων για τις εφαρμοστέες πολιτικές παραμένουν γενικά σταθερές καθ’ όλη την προεκλογική εκστρατεία.

Σοκ από φυσικές και άλλες καταστροφές, όπως λόγω ισχυρού σεισμού, που συμβαίνουν κατά την προεκλογική περίοδο, δεν φαίνεται να έχουν μεταβάλει τις αποφάσεις των ψηφοφόρων (κάτι που μένει να επιβεβαιωθεί ότι θα ισχύσει και στην περίπτωση της Τουρκίας).

Ειδικότερα για τα τηλεοπτικά “ντιμπέιτ”, η γενική εικόνα είναι ότι ελάχιστα επηρεάζουν τους ψηφοφόρους. Οι ερευνητές εξέφρασαν την έκπληξη τους ότι, ενώ γίνεται τόσος “θόρυβος” γύρω από τις τηλεμαχίες, πολύς κόσμος τις παρακολουθεί και πολλοί αναλυτές ασχολούνται στη συνέχεια με το ζήτημα, στην πραγματικότητα όλα αυτά μάλλον γίνονται για το τίποτε, αφού τα “ντιμπέιτ” δεν φαίνεται να αλλάζουν τη συμπεριφορά και την απόφαση των ψηφοφόρων.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, “τα ευρήματα δείχνουν γενικά ότι ακόμη κι αν οι ψηφοφόροι μερικές φορές φαίνονται σχετικά απληροφόρητοι και αδιάφοροι, οι επιλογές της ψήφου τους εξαρτώνται στην πραγματικότητα από ποικίλες άλλες πληροφορίες πέρα από τις τηλεμαχίες”.