Δομικές αλλαγές στον εγκέφαλο των παιδιών προσχολικής ηλικίας που χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά μέσα που διαθέτουν οθόνες, αποκάλυψαν νέα ερευνητικά δεδομένα.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση “JAMA Pediatrics” έδειξε ότι τα παιδιά που χρησιμοποιούν πολύ μέσα που διαθέτουν οθόνες παρουσιάζουν ελαττωμένη δομική ακεραιότητα της λευκής ουσίας του εγκεφάλου σε περιοχές του που ελέγχουν τη γλώσσα και τις ικανότητες ανάγνωσης και γραφής.
Στο πλαίσιο της έρευνας αυτής, που διεξήχθη από το Νοσοκομείο Παίδων στο Σινσινάτι της πολιτείας Οχάιο, εκτιμήθηκε ο χρόνος που περνούν τα παιδιά μπροστά σε οθόνες με βάση τις προτάσεις της Αμερικανικής Παιδιατρικής Ακαδημίας. Οι συστάσεις της Ακαδημίας λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο τον χρόνο που περνά ένα παιδί μπροστά στην οθόνη, αλλά επίσης την πρόσβαση που έχει σε τέτοιες συσκευές, συμπεριλαμβανομένων των φορητών συσκευών, το περιεχόμενο της χρήσης τους, μαζί με ποιόν τις χρησιμοποιούν και πώς αλληλεπιδρούν με αυτόν όταν ασχολούνται με τα ηλεκτρονικά αυτά.
“Η έρευνα αυτή φέρνει στην επιφάνεια ερωτήματα σχετικά με το αν ορισμένες περιστάσεις χρήσης αυτών των ηλεκτρονικών μέσων που διαθέτουν οθόνες μπορεί να προκαλούν ανεπαρκή διέγερση του εγκεφάλου σε μια ηλικία που ο εγκέφαλος βρίσκεται υπό ταχεία διαμόρφωση” είπε ο Τζον Χιούτον, διευθυντής στο Reading & Literacy Discovery Center, ένα πρόγραμμα του Νοσοκομείου Παίδων στο Σινσινάτι που προσπαθεί να βελτιώσει τις ικανότητες ανάγνωσης και γραφής των παιδιών της περιοχής.
“Δεδομένου ότι δεν μπορούμε ακόμα να καθορίσουμε αν ο χρόνος που ξοδεύουν τα παιδιά μπροστά σε οθόνες προκαλεί αυτές τις δομικές αλλαγές στον εγκέφαλο ή αν αυτός συνδέεται μακροπρόθεσμα με νευροαναπτυξιακά προβλήματα, γίνεται φανερή η ανάγκη διεξαγωγής περαιτέρω ερευνών προκειμένου να προσδιοριστούν τα κατάλληλα όρια στη χρήση της τεχνολογίας”.
Μεταξύ των συστάσεων της Αμερικανικής Παιδιατρικής Ακαδημίας περιλαμβάνονται τα παρακάτω:
– Για τα παιδιά κάτω των 18 μηνών, πλήρης αποφυγή τη χρήσης μέσων που περιλαμβάνουν οθόνες εξαιρουμένων των βιντεοκλήσεων. Οι γονείς παιδιών 18 έως 24 μηνών που θέλουν να φέρουν τα παιδιά τους σε επαφή με τα ψηφιακά μέσα θα πρέπει να επιλέγουν προγράμματα υψηλής ποιότητας και να τα παρακολουθούν μαζί με τα παιδιά τους ώστε να τα βοηθήσουν να καταλάβουν τι βλέπουν.
– Για τα παιδιά δύο έως πέντε ετών το όριο χρήσης μέσων που διαθέτουν οθόνη είναι μια ώρα τη μέρα και αφορά μόνο υψηλής ποιότητας προγράμματα. Οι γονείς θα πρέπει να παρακολουθούν μαζί με τα παιδιά τους για να τα βοηθήσουν να καταλαβαίνουν αυτά που βλέπουν και το πώς εφαρμόζονται στον κόσμο γύρω τους.
– Γονείς και παιδιά να περνούν χρόνο μαζί σε δραστηριότητες που δεν περιλαμβάνουν ψηφιακά μέσα (όπως κολύμβηση ή να δειπνούν μαζί) και να έχουν δωμάτια στα οποία δεν υπάρχουν αυτά τα μέσα, όπως οι κρεβατοκάμαρες.
Στην έρευνα του ο Χιούτον περιέλαβε 47 υγιή παιδιά -27 κορίτσια και 20 αγόρια- μεταξύ τριών και πέντε ετών και τους γονείς τους. Τα παιδιά συμπλήρωσαν τεστ για την εκτίμηση των γνωστικών τους ικανοτήτων και στη συνέχεια υποβλήθηκαν σε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου (MRI), η οποία παρέχει εκτιμήσεις για την δομική ακεραιότητα της λευκής ουσίας στον εγκέφαλο. Οι ερευνητές χορήγησαν στους γονείς ένα διαγνωστικό εργαλείο με 15 ερωτήματα, το οποίο ονομάζεται ScreenQ και αντανακλά τις συστάσεις της Αμερικανικής Παιδιατρικής Ακαδημίας. Οι επιδόσεις των γονιών σε αυτή τη δοκιμασία συσχετίστηκαν με τις γνωστικές ικανότητες που σχετίστηκαν με την ηλικία, το φύλο και το οικογενειακό εισόδημα.
Διαπιστώθηκε ότι υψηλότερες βαθμολογίες στο ScreenQ συσχετίστηκαν με χαμηλότερα επίπεδα στην ικανότητα να ονομάζουν γρήγορα αντικείμενα και λιγότερο καλές επιδόσεις στην ανάγνωση και τη γραφή. Επίσης οι υψηλές βαθμολογίες συνδέθηκαν με ελαττωμένη ακεραιότητα της λευκής ουσίας η οποία επηρεάζει τις διαδικασίες οργάνωσης και μυελίνωσης (διαδικασία παραγωγής μυελίνης γύρω από ένα νεύρο που επιτρέπει στους νευρικούς παλμούς να κινούνται γρηγορότερα) σε περιοχές του εγκεφάλου που αφορούν την εκτελεστική λειτουργία της γλώσσας και τις ικανότητες ανάγνωσης και γραφής.
“Η χρήση ηλεκτρονικών μέσων που διαθέτουν οθόνη είναι πολύ διαδεδομένη και αυξάνεται όλο και περισσότερο στο σπίτι, στο σχολείο και τους παιδικούς σταθμούς”, δήλωσε ο Χιούτον.
Ο ίδιος, σχολιάζοντας τα ευρήματα της μελέτης, τονίζει ότι αυτά μας βοηθούν να κατανοήσουμε τις επιδράσεις στον εγκέφαλο του χρόνου χρήσης ψηφιακών μέσων που έχουν οθόνες, ιδιαίτερα σε μια περίοδο δυναμικής ανάπτυξης του εγκεφάλου, στην πρώιμη παιδική ηλικία. Αυτό μπορεί να οδηγήσει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, αλλά και τους ίδιους τους γονείς να θέσουν υγιή όρια σε αυτή τη χρήση.