Για τους «πολυτεχνίτες» του Πολυτεχνείου η επέτειος της 17 Νοεμβρίου είναι κάτι σαν τα Χριστούγεννα. Να στολίσουμε το δέντρο, να μοιράσουμε τα δώρα, να καθήσουμε γύρω από το τραπέζι με τη γαλοπούλα και όλα αυτά τέλος πάντων που συντηρούν το έθιμο.
Γι αυτούς τους «πολυτεχνίτες» της επετείου η μνήμη αντιστοιχεί με την απώλεια και αυτή η αίσθηση της απώλειας είναι που καθορίζει τα κίνητρά τους. Αυτό που στη μνήμη κάθε δημοκράτη έχει αποτυπωθεί ως κορύφωση του αγώνα κατά της δικτατορίας, στη μνήμη του «πολυτεχνίτη» είναι ο φόβος του ανεκπλήρωτου.
Σ’ αυτόν τον φόβο του ανεκπλήρωτου από τον οποίο πάσχει η Αριστερά, σε συνδυασμό με την κατά Προυστ ρήση ότι η θύμηση των πραγμάτων από το παρελθόν δεν είναι απαραίτητα η θύμηση των πραγμάτων όπως ήταν, έχει εγκλωβισθεί το νόημα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.
Και έρχεται ο κορωνοϊός να θέσει όλους, «πολυτεχνίτες» και «ερημοσπίτες», προ των ευθυνών τους. Να θέσει ερωτήματα στα οποία οι απαντήσεις ενίοτε ορίζονται από εμμονές. Δεν υπάρχουν τρόποι να τιμηθεί η επέτειος χωρίς να γίνει πορεία; Θα αλλοιωθεί το πνεύμα του Πολυτεχνείου εάν μόνο για φέτος δεν γίνει η πορεία στην Αμερικάνικη πρεσβεία; Θα χαθεί το νόημα εάν δεν σπάσουν μερικές βιτρίνες καταστημάτων, δεν πυρποληθούν μερικά υποκαταστήματα τραπεζών και δεν γίνουν προσαγωγές και συλλήψεις;
Ούτε το πνεύμα ούτε και το νόημα του Πολυτεχνείου θα αλλοιωθούν εφόσον οι «πολυτεχνίτες» τιμήσουν την επέτειο άνευ πορείας. Όπως δεν θα χαθεί το πνεύμα και το νόημα των Χριστουγέννων χωρίς ρεβεγιόν, έτσι και η πορεία μπορεί να περιμένει. Ωστόσο, για να είμαστε ρεαλιστές, μην έχετε καμία αμφιβολία ότι οι «πολυτεχνίτες» θα επιχειρήσουν να αποδείξουν ότι είναι αποφασισμένοι να μην αλλάξουν γνώμη.
Είναι το δικό τους «στοίχημα», αφού έτσι δηλώνουν την παρουσία τους και ανανεώνουν την πίστη τους σε ιδέες που εμφανίζουν συμπτώματα κόπωσης. Και σε αρκετές περιπτώσεις, όλοι αυτοί οι «πολυτεχνίτες» της Αριστεράς, γερνούν μαζί με «αλήθειες» που έχασαν την ψυχραιμία τους.
Γιατί εμφανώς πλέον, και εξ’ αιτίας της πανδημίας, η πορεία για την επέτειο του Πολυτεχνείου αυτή τη φορά δεν οδηγεί προς την Αμερικάνικη πρεσβεία, αλλά στο αδιέξοδο. Και εμμένουν σ’ αυτήν γιατί θεωρούν, ότι όπως συμβαίνει εδώ και πολλά χρόνια, θα βρουν διέξοδο στα αδιέξοδα τους μ’ ένα σύνθημα που δεν ισχύει. Γιατί οι «φονιάδες των λαών» δεν είναι πλέον οι Αμερικάνοι, αλλά ο κορωνοϊός.