Σήμερα -δυστυχώς υπό τις εξαιρετικά κρίσιμες και δύσκολες συνθήκες της πανδημίας του κορωνοϊού Covid-19- αναδεικνύεται και πάλι ο υπερ- πολύτιμος ρόλος των ΜΜΕ στην ευαισθητοποίηση και ενημέρωση του γενικού πληθυσμού για την προστασία της ατομικής και Δημόσιας Υγείας.
της Έλενας Τσαγκάρη*
Για να αντιληφθεί κανείς την απόλυτη χρησιμότητα των εκστρατειών ενημέρωσης που διενεργεί το Κράτος μέσω των ΜΜΕ, αρκεί να φανταστεί κανείς τον εαυτό του καθ’ όλη την διάρκεια αντιμετώπισης της πανδημίας χωρίς τηλεόραση, διαδίκτυο, Τύπο και ραδιόφωνο, χωρίς καμία δηλαδή δυνατότητα ενημέρωσης για τους κινδύνους αλλά και τα μέτρα που πρέπει να λάβει. Και μόνο αυτή η υπόθεση εργασίας οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα ότι καμία Πολίτικη Δημόσιας Υγείας δεν δύναται να εφαρμοστεί επιτυχώς χωρίς την γνώση, την ευαισθητοποίηση και εν τέλει την ενεργή συμμετοχή των πολιτών. Ειδικά σε θέματα δημόσιας υγείας που εμπεριέχουν την έννοια της προσωπικής επιλογής και της προσωπικής στάσης ζωής, αποκλειστικώς κατασταλτικοί μηχανισμοί ή ντιρεκτίβες δεν έχουν ποτέ τα προσδοκώμενα οφέλη, καθώς το «κλειδί» είναι η γνώση και η αυτόβουλη συμμετοχή και προσαρμογή του γενικού πληθυσμού, που συμμορφώνεται έχοντας πειστεί ότι τούτο έχει προστιθέμενη αξία στην ατομική και δημόσια υγεία.
Η επένδυση πόρων σε δράσεις ενημέρωσης, πρόληψης, προνοητικότητας και επαγρύπνησης, είναι όχι απλά επιβεβλημένη για την προστασία της ατομικής και δημόσιας υγείας αλλά ακόμη και υπό αποκλειστικά δημοσιονομικά κριτήρια είναι αποδεδειγμένα πολλαπλάσια επωφελής, καθώς το κόστος αντιμετώπισης της ασθένειας που αποφεύγει το κράτος – λ.χ το κόστος νοσηλείας σε ΜΕΘ, η σε άλλα τμήματα νοσοκομείων, το κόστος θεραπείας και χορήγησης φαρμάκων, το έμμεσο κόστος απουσιασμού από την εργασία κλπ – είναι εις την νιοστή μεγαλύτερο. Προς τούτο άλλωστε, παγκοσμίως βασικό εργαλείο εφαρμογής πολιτικών δημόσιας υγείας είναι οι εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού, ενώ η μη υλοποίησή τους αποτελεί σημαντικό έλλειμμα ενεργειών του κράτους.
Δυστυχώς στην Ελλάδα παρά τις ανωτέρω παγκοσμίως αποδεκτές και εφαρμοστέες πολιτικές δημόσιας υγείας, εκπρόσωποι της μείζονος αντιπολίτευσης ακόμα και υπό συνθήκες πανδημίας αντιμετωπίζουν τις εκστρατείες ενημέρωσης του γενικού πληθυσμού που διενεργεί το Κράτος μέσω των ΜΜΕ για την προστασία των πολιτών ως δήθεν διαύλους μαύρου χρήματος, ως δήθεν αχρείαστες διαφημίσεις, ενώ δεν διστάζουν να χρησιμοποιούν απίστευτα ανοίκειους χαρακτηρισμούς αναφερόμενοι σε εκπροσώπους των ΜΜΕ.
Αυτή η στρεβλή και μικροκομματική τακτική την οποία εφαρμόζει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση, δεν είναι καινούργια, την ίδια ακριβώς συνταγή διαρκούς δυσφήμισης και «αναγκαστικής ποινικοποίησης» των εκστρατειών ενημέρωσης -με συνεχείς παρεμβάσεις της εκτελεστικής εξουσίας στη Δικαιοσύνη- είχε εφαρμόσει ο ΣΥΡΙΖΑ και όταν ήταν Κυβέρνηση, στοχοποιώντας τότε και δυσφημίζοντας με τον ίδιο ακριβώς τρόπο το ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ. (νυν Ε.Ο.Δ.Υ.), το οποίο ήταν ο αρμόδιος Οργανισμός διαχρονικά επιφορτισμένος από το Κράτος να υλοποιεί εκστρατείες ενημέρωσης των πολιτών για θέματα δημόσιας υγείας. Ενδεικτικώς αναφέρουμε εκστρατείες ενημέρωσης του παρελθόντος με εξαιρετικά αποτελέσματα για την πρόληψη και αντιμετώπιση της εποχικής γρίπης, της πανδημίας γρίπης Η1Ν1, νεοεμφανιζόμενων νοσημάτων που αποτέλεσαν παγκόσμιες απειλές όπως sars, ebola, mers, του hiv/ aids, των ηπατιτίδων, των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων, της ανάγκης εμβολιασμού, της πολυφαρμακία vs μικροβιακής αντοχής, του ιού του Δυτικού Νείλου, της ελονοσίας, αλλά και χρόνιων νοσημάτων όπως ο καρκίνος και τα καρδιαγγειακά ή/ και παραγόντων κίνδυνου αυτών όπως το κάπνισμα, η παχυσαρκία, κλπ.
To θέμα των εκστρατειών ενημέρωσης για θέματα δημόσιας υγείας απασχόλησε με πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ ακόμα και την Εξεταστική Επιτροπή για την υγεία ετών 1997- 2014, όπου επί 2 έτη εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ και πάλι τότε βάπτιζαν τις εκστρατείες ενημέρωσης ως δήθεν «διαύλους μαύρου πολιτικού χρήματος» εγκαλώντας παράλληλα δημοσίως τη Δικαιοσύνη για αβελτηρία στην απαιτούμενη από αυτούς ποινικοποίησή τους παρεμβαίνοντας έτσι απροκάλυπτα στο έργο της ή/ και υποστήριζαν -εκτός ορίων ακόμα και συνομωσιολογίας- λ.χ. ότι το ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ. «κατασκεύασε» την πανδημία Η1Ν1 το 2009 (παρότι ως γνωστόν κηρύχτηκε από τον ΠΟΥ) αλλά και άλλες επιδημιολογικές συγκυρίες προκειμένου να αγοράσει εμβόλια και να δαπανήσει πιστώσεις στα ΜΜΕ.
Όλα τα ανωτέρω σήμερα -παρότι επαναλαμβάνονται- εν μέσω πανδημίας φαντάζουν φαιδρά, πλην όμως το ζήτημα είναι πως αυτή η πάγια μικροκομματική τακτική δεν είναι απλά εσφαλμένη αλλά και άκρως επικίνδυνη καθώς κλονίζει το αίσθημα εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στο Κράτος και τους αρμόδιους Οργανισμούς, ποινικοποιώντας στο συλλογικό ασυνείδητο του γενικού πληθυσμού τον σκοπό των εκστρατειών ενημέρωσης για θέματα δημόσιας υγείας και έτσι σταδιακά μειώνει και τον βαθμό προσαρμογής των πολιτών στα μέτρα πρόληψης και τις κατευθυντήριες οδηγίες που επικοινωνούνται για λογαριασμό του Κράτους από τα ΜΜΕ και οφείλουν να εφαρμόζουν οι πολίτες για την προστασία της ατομικής και δημόσιας υγείας.
Όπως αποδεικνύεται πλέον σήμερα, με δεδομένη πάντοτε την επιδημιολογική αβεβαιότητα έκβασης μιας νεοεμφανιζόμενης επιδημίας, ενός νεοεμφανιζόμενου νοσήματος ή μιας διαπιστωμένης στατιστικής αύξησης μεταδοτικών ή μη μεταδοτικών νοσημάτων το Κράτος ορθώς πάντοτε ενεργούσε και ενεργεί ενημερώνοντας τον γενικό πληθυσμό με βάση την αρχή της προνοητικότητας λαμβάνοντας κάθε φορά τα μέγιστα δυνατά μέτρα προφύλαξης της Δημόσιας Υγείας καθώς μόνο έτσι μπορεί να είναι εγκαίρως έτοιμη η χώρα να αντιμετωπίσει και το χειρότερο, πλην όμως σε πραγματικό χρόνο άγνωστο, σενάριο εξέλιξης κάθε επιδημιολογικής συγκυρίας.
Με βάση τα ανωτέρω διαπιστώνει κανείς ότι εξαιρετικά σπάνια επιδημιολογικά φαινόμενα όπως αυτά της πανδημίας, με δυστυχώς υψηλούς δείκτες νοσηρότητας, θνητότητας και θνησιμότητας έρχονται αίφνης να δοκιμάσουν όχι μόνο την ετοιμότητα των συστημάτων υγείας ακόμη και των πλέον προηγμένων Κρατών, αλλά και την ωριμότητα των εκπροσώπων του λαού στο Κοινοβούλιο, και να υπενθυμίσουν με τον πλέον σκληρό και απευκταίο τρόπο ότι η δημόσια υγεία αποτελεί αδιαπραγμάτευτο δημόσιο αγαθό αλλά και επένδυση με στόχο τη διατήρηση και βελτίωση του ανθρωπίνου κεφαλαίου της χώρας που τα οφέλη του οφείλουν να κατανέμονται οριζόντια στο σύνολο του πληθυσμού και ως εκ τούτου η δημόσια υγεία και οι υπερ- πολύτιμοι οργανισμοί προστασίας της όπως ο Ε.Ο.Δ.Υ. (τ. Κ.Ε.ΕΛ.Π.ΝΟ.) που αποτελούν στην κυριολεξία οχυρό πρέπει να προστατεύονται από σκοπούμενες και πρόσκαιρες κομματικές αντιπαραθέσεις.
*Έλενα Τσάγκαρη, ΠΕ Νοσηλεύτρια ΕΚΠΑ, Msc Οργάνωσης & Διοίκησης Υπηρεσιών Υγείας, τ. Διευθύνουσα Σύμβουλος Ινστιτούτου Φαρμακευτικής Έρευνας και Τεχνολογίας – ΙΦΕΤ ΑΕ (2010- 2015), Πρόεδρος ΔΣ Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας- ΕΚΕΑ (2009-2010)
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Πρώτο Θέμα