«Ο ρόλος της ανεξάρτητης Αρχής είναι να γίνεται δυσάρεστη όταν πρέπει», «έκανα τα απολύτως απαραίτητα, τίποτα πέρα από αυτά που απαιτούσε το καθήκον μου», «θα φύγω όταν θέλω εγώ, με τους δικούς μου όρους…» είναι μερικές μόνο από τις ατάκες του προέδρου της ΑΔΑΕ Χρήστου Ράμμου στη συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής».

 

Γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ

 

Ατάκες που δείχνουν πως ο πρώην αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας απολαμβάνει τον ρόλο του «θεσμικού Ρομπέν των Δασών», τον οποίο θεωρεί πως έχει, τις αντιδράσεις που προκάλεσε και προκαλεί με τους χειρισμούς του στην υπόθεση των παρακολουθήσεων, τον ακτιβισμό από καθέδρας και τους μιντιακούς… groopies που τον αποθεώνουν για το σθένος του να αντιπαρατεθεί στην κυβέρνηση…

Ο κ. Ράμμος, στη συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα, δίνει απαντήσεις για όλα: για το πώς αποφάσισε να προχωρήσει στους ελέγχους μετά την καταγγελία Ανδρουλάκη, τις επιθέσεις που δέχθηκε εξαιτίας του τρόπου που χειρίστηκε την υπόθεση, τη λειτουργία της Αρχής στην οποία προΐσταται, τις παρεμβάσεις στο έργο του –που απ’ ό,τι αναφέρει δεν συνέβησαν–, τη γνωμοδότηση Ντογιάκου, το αν ενδιαφέρεται να είναι υποψήφιος με τον ΣΥΡΙΖΑ.

 

«Καθήκον»

Κοινός παρονομαστής σε όλες η διάθεση, από τη μεριά του, επίδειξης ενός αποφασιστικού πρώην λειτουργού της Δικαιοσύνης, που από τη θέση του επικεφαλής μιας ανεξάρτητης Αρχής έρχεται να πάρει… ρεβάνς για τις αδικίες, που κατά τη γνώμη του συνάντησε με την προηγούμενη ιδιότητά του.

Και εκεί είναι που «πατούν» όλοι όσοι βλέπουν την «αλαζονεία της αυθεντίας» στις πρωτοβουλίες του, καθώς στην προσπάθειά του να επιτελέσει, όπως λέει ο ίδιος, το καθήκον του, έρχεται αντιμέτωπος με το συνταγματικό όριο της εξουσίας του, αυτοπροσκαλείται στη Βουλή ως μη όφειλε για να ενημερώσει αυτοβούλως όποιον θεωρεί πως πρέπει να ενημερώσει για τους ελέγχους του, και αντιτίθεται σε θεσμικό επίπεδο με τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για τη γνωμοδότησή του σχετικά με τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει ως ΑΔΑΕ.

Κατόπιν δε της σχετικής ανακοίνωσης της Ενωσης Εισαγγελέων, ο κ. Ράμμος αναγκάστηκε να υπαναχωρήσει της θέσης του και να ζητήσει με επιστολή του διευκρινίσεις για τον ν. 5002/2022, ο οποίος καθορίζει τον «δρόμο» των καταγγελιών που υποβάλλονται στην Αρχή για τις παρακολουθήσεις πολιτών.

Στο ίδιο πνεύμα και η τοποθέτηση στη συνέντευξή του: «Κανένα όργανο δεν έχει την εξουσία να υπαγορεύσει προληπτικά σε μια ανεξάρτητη Αρχή, κατοχυρωμένη από το σύνταγμα, το πώς θα κινηθεί» σημειώνει αρχικά, για να συμπληρώσει στη συνέχεια πως «το θέμα εδώ δεν είναι η μη τήρηση του ν. 5002/22, τον οποίον βεβαίως και θα εφαρμόσουμε, αλλά η εφαρμογή του ν. 3115/2003, ο οποίος προβλέπει τη διεξαγωγή ελέγχων και εξακολουθεί να ισχύει».

 

Το μέλλον και το… Facebook

Η ταύτιση των ενεργειών του ως επικεφαλής της ΑΔΑΕ με τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ και η επιδοκιμασία τους από τα αντιπολιτευόμενα ΜΜΕ, προκάλεσαν τη σπερμολογία για ενδεχόμενη κάθοδό του στην πολιτική, είτε διεκδικώντας έδρα στην Ευρωβουλή, είτε στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ.

«Τίποτα άλλο;» διερωτάται απαντώντας στη σχετική ερώτηση. «Τους ευχαριστώ που με ενημερώνουν για τα σχέδιά μου, αλλά αυτά τα σενάρια απαξιώ και να τα διαψεύσω», για να επιτεθεί στη συνέχεια σε όσους κυβερνητικούς του καταλογίζουν σύμπραξη με τον Αλέξη Τσίπρα χαρακτηρίζοντας τα όσα λέγονται «θεσμική εκτροπή απαράδεκτη σε μια φιλελεύθερη ευρωπαϊκή Δημοκρατία».

Υπάρχει κι άλλος δρόμος, βέβαια, για να εμπλακεί «διά της πλαγίας» με την πολιτική, όπως έχει δείξει και το παρελθόν με τους πρώην δικαστικούς λειτουργούς.

Η αναφορά στη «φιλελεύθερη ευρωπαϊκή Δημοκρατία» δεν είναι τυχαία, μια και ο κ. Ράμμος προβάλλεται ως ιδιαίτερα ευρωπαϊστής σε κάθε ευκαιρία, όπως στην πρόσφατη ανάρτησή του στο Facebook υπέρ του Ευ. Βενιζέλου στο θέμα «Μένουμε Ευρώπη». Από το μέσο κοινωνικής δικτύωσης, το οποίο ο κ. Ράμμος «δουλεύει» αρκετά για δικαστικός λειτουργός, έστω πρώην, μαθαίνουμε κάποιες προσωπικές πληροφορίες. Οπως για την αγαπημένη του γάτα αλλά και για την προτίμησή του στον γαλλικό τρόπο, καθώς έκανε το μεταπτυχιακό στο Paris II και την πρακτική του στο γαλλικό Συμβούλιο Επικρατείας.