Ευκαιρία για αντιπολίτευση είδε ο ΣΥΡΙΖΑ πίσω από όσα συνέβησαν την τελευταία εβδομάδα μεταξύ κυβέρνησης και Εκκλησίας, επενδύοντας σε ένα θέμα που όπως φαίνεται εκ του αποτελέσματος ήταν πολύ προσεκτικά επεξεργασμένο στο παρασκήνιο μεταξύ των δύο πλευρών, ώστε να λήξει στο τέλος αναίμακτα χωρίς να υπάρξει πρόβλημα σε καμία πλευρά.
Η αξ. αντιπολίτευση δεν διάβασε με ψυχραιμία όσα έγιναν και αρχής γενομένης από τις ανακοινώσεις της περασμένης Τρίτης, όπου η Εκκλησία εξαιρέθηκε από τα μέτρα, ξεκίνησε ένα μπαράζ αντιπολίτευσή, επιχειρώντας αφενός να απευθυνθεί σε ένα πιο φιλελεύθερο και κεντρογενές κοινό, αφετέρου να εξωθήσει το Μαξίμου σε μια απόφαση εναντίον της Εκκλησίας που θα δημιουργούσε στη Ν.Δ. πρόβλημα από τα δεξιά. Υπήρχε όμως μία βασική λεπτομέρεια: στην Κουμουνδούρου δεν γνώριζαν τι είχε προηγηθεί.
Από την περασμένη εβδομάδα, που τα κρούσματα είχαν πάρει την ανηφόρα, Μαξίμου και Εκκλησία βρίσκονταν σε ανοικτή γραμμή μέσω δύο «τριμερών επιτροπών». Από τη μία ο γ.γ. του γραφείου του πρωθυπουργού Γρηγόρης Δημητριάδης, ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης και ο διευθυντής του γραφείου Τύπου Δημήτρης Τσιόδρας και από την άλλη ο διευθυντής του γρ. Τύπου της Αρχιεπισκοπής Χάρης Κονιδάρης, ο Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας και Φιλαδέλφειας Γαβριήλ και ο αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου Φιλόθεος συζητούσαν τον τρόπο με τον οποίο θα βρεθεί μία λύση για την τήρηση των μέτρων στις Εκκλησίες.
Στις διαβουλεύσεις για το τι μέτρα πρέπει να ληφθούν όσον αφορά τους χώρους λατρείας, αυτό που προείχε ήταν οι χειρισμοί να είναι λεπτοί, γιατί αφενός η κυβέρνηση δεν επιθυμούσε σε καμία περίπτωση κάποιο νέο γύρο έντασης με την Εκκλησία, όπως συνέβαινε συχνά πυκνά σε προηγούμενες φάσεις της πανδημίας, και αφετέρου γιατί η όποια απόφαση έπρεπε να σέβεται το αυτοδιοίκητο της Εκκλησίας. Ως εκ τούτου και με δεδομένο ότι επίκειτο στις 3 Νοεμβρίου συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου, η κυβέρνηση δεν θέλησε να ανακοινώσει καμία απόφαση και επέλεξε να αφήσει τη ΔΙΣ να λάβει εκείνη τις αποφάσεις της. Aυτός ήταν και ο λόγος που την Τρίτη 2 Νοεμβρίου όταν ανακοινώθηκαν τα νέα μέτρα για την αυστηροποίηση των τεστ απούσιασε η Εκκλησία.
Πράγματι, από την εξέλιξη των πραγμάτων φαίνεται πως οι δύο πλευρές ήταν σε ανοικτή γραμμή, καθώς την επομένη, 3 Νοεμβρίου, η Ιερά Σύνοδος πήρε την απόφαση να εφαρμοστούν τα υγειονομικά μέτρα. Αξιοσημείωτο είναι πως την ίδια ημέρα ο πρωθυπουργός σε συνέντευξή του (Mega) τόνιζε πολύ προσεκτικά πως «αν υπήρχε τρόπος να υπάρξει έλεγχος στις εισόδους των τόπων Θρησκευτικής λατρείας θα ήμουν πρώτος να το συζητήσω», κάνοντας πάσα στην Ιερά Σύνοδο και αφήνοντας την κυβέρνηση έξω από τις αποφάσεις.
Την επομένη, 4 Νοεμβρίου εκδίδεται εγκύκλιος η οποία μεταξύ άλλων κάνει λόγο για ισχυρή σύσταση στους πιστούς να προσέρχονται στις Εκκλησίες με τεστ. Εδώ υπάρχει και άλλο παρασκήνιο, που δείχνει πως όλα τα βήματα ήταν καλά μελετημένα. Η απόφαση της Ιεράς Συνόδου ήταν πολύ πιο γενική από την εγκύκλιο. Ετσι, ο κ. Ιερώνυμος ξεπέρασε πιθανά εσωτερικά εμπόδια και κατάφερε να πετύχει μία ομόφωνη απόφαση, η οποία εξειδικεύτηκε την επομένη στην εγκύκλιο.
Κυβερνητικές πηγές την ίδια ημέρα μεταδίδουν πως όσα αποφασίστηκαν ήταν σε συνεννόηση με την Εκκλησία, κάτι που έφερε την αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μίλησε για καπέλωμα της κυβέρνησης από την Εκκλησία, υπό την έννοια ότι η τελευταία έλαβε μόνη τις αποφάσεις. Η εκδοχή του ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να είχε βάση, εάν δεν τη διέψευδαν τα αποτελέσματα: η κυβέρνηση βγήκε από τη διαδικασία εντελώς αλώβητη, καθώς και ήπια στάση κράτησε και τις όποιες αποφάσεις δεν τις χρεώθηκε, ενώ και η Εκκλησία έλαβε μία ομόφωνη απόφαση, αποδεικνύοντας πως όλα ήταν καλά προγραμματισμένα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επέμεινε να επενδύσει στο θέμα και έδωσε στη δημοσιότητα επικοινωνία του Αλέξη Τσίπρα με τον Αρχιεπίσκοπο, ώστε να αποκομίσει πιθανά πολιτικά οφέλη. Η Αρχιεπισκοπή απάντησε με νέα διαρροή, λέγοντας πως «το θέμα της αντιμετώπισης της πανδημίας δεν προσφέρεται για μικροκομματική και μικροπολιτική εκμετάλλευση, ούτε η Εκκλησία δέχεται να γίνεται εργαλείο από οιονδήποτε επιθυμεί να εξυπηρετήσει τις δικές του σκοπιμότητες». Ο ΣΥΡΙΖΑ πάντως επανήλθε στο θέμα, αναδεικνύοντας την τοποθέτηση του εκπροσώπου της Ιεράς Συνόδου κ. Τιμόθεου, που είπε πως η επικοινωνία Μαξίμου -Εκκλησίας έγινε μετά την ειλημμένη απόφαση της Ιεράς Συνόδου. Οι επαφές ωστόσο, όπως προειπώθηκε, ήταν παρασκηνιακές μεταξύ των δύο «τριμερών», κράτησαν πολλές ημέρες και επιβεβαιώνονται από την ίδια την «αναίμακτη» λύση του προβλήματος.
Του Σταύρου Παπαντωνίου από την Καθημερινή