Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν κατηγόρησε σήμερα την ΕΕ ότι μπλοκάρει τη δωρεά 300.000 τόνων ρωσικών λιπασμάτων στις χώρες που τα έχουν περισσότερη ανάγκη, την ώρα που η Μόσχα διαμαρτύρεται ότι οι δυτικοί εγείρουν εμπόδια στις εξαγωγές της.

“Το άκρον άωτον του κυνισμού είναι ότι ακόμη και η προσφορά μας (…) να μεταφέρουμε δωρεάν 300.000 τόνους ρωσικών λιπασμάτων, που έχουν αποκλειστεί στα ευρωπαϊκά λιμάνια λόγω των κυρώσεων, προς τις χώρες που τα έχουν ανάγκη εξακολουθεί να μην έχει λάβει ανταπόκριση”, δήλωσε ο Πούτιν σε τελετή επίδοσης των διαπιστευτηρίων σε περίπου 20 πρεσβευτές.

“Είναι σαφές: δεν θέλουν να αφήσουν τις επιχειρήσεις μας να βγάλουν λεφτά”, σημείωσε και έσπευσε να προσθέσει: “Αλλά εμείς θέλουμε να δώσουμε δωρεάν (αυτούς τους τόνους λιπασμάτων) στις χώρες που έχουν ανάγκη”.

Η Ρωσία, παγκόσμια δύναμη στην παραγωγή σιτηρών, δεν μπορεί να πωλήσει την παραγωγή της και τα λιπάσματά της λόγω των δυτικών κυρώσεων οι οποίες πλήττουν κυρίως τον χρηματοπιστωτικό και επιμελητειακό τομέα.

Το 2021 η Ρωσία ήταν η μεγαλύτερη εξαγωγός αζωτούχων λιπασμάτων και η δεύτερη πάροχος καλλιούχων και φωσφορούχων λιπασμάτων, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO).

Σήμερα ο Βλαντίμιρ Πούτιν κατήγγειλε εκ νέου “τις παράνομες κυρώσεις” που της έχουν επιβάλλει κάποιες χώρες της Δύσης “για να ενισχύσουν τη θέση τους”, οι οποίες έχουν, σύμφωνα με τον Ρώσο πρόεδρο, “αρνητικές επιπτώσεις και στις ίδιες”, αλλά και “σε κράτη που είναι απολύτως αθώα, (τα οποία) υποφέρουν από την πολιτική αυτού του είδους, πρωτίστως οι αναπτυσσόμενες και οι πιο φτωχές χώρες”.

Οι χώρες στην Αφρική, στη νότια Ασία και στην Λατινική Αμερική είναι αυτές “που επλήγησαν κυρίως από τους δυτικούς περιορισμούς στην προμήθεια ενέργειας, τροφίμων και ρωσικών λιπασμάτων στις παγκόσμιες αγορές”.

Οι δηλώσεις αυτές γίνονται την ώρα που η Μόσχα αμφισβητεί ολοένα και περισσότερο τις δύο συμφωνίες που συνήφθησαν τον Ιούλιο στην Κωνσταντινούπολη επιτρέποντας την εξαγωγή σιταριού και καλαμποκιού από την Ουκρανία παρά την ρωσική επίθεση, αλλά και θεωρητικά τις εξαγωγές της Μόσχας που έχουν επηρεαστεί από τις δυτικές κυρώσεις.

Το Κρεμλίνο δηλώνει κυρίως ότι η πλειονότητα των ουκρανικών διατροφικών προϊόντων πηγαίνει στις ευρωπαϊκές χώρες, κάτι το οποίο διαψεύδει το Κίεβο.

Οι ρωσικές επικρίσεις για τις συμφωνίες της Κωνσταντινούπολης εγείρουν φόβους για την παρεμπόδιση εκ νέου των ουκρανικών εξαγωγών, καθώς ο πόλεμος που διεξάγει η Ρωσία στην Ουκρανία προκαλεί ανησυχίες για την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια εν μέσω γενικευμένων αυξήσεων των τιμών στις αγορές.