Έκπληκτοι ορισμένοι πολιτικοί αναλυτές προσπαθούν να προσδιορίσουν το πολιτικό στίγμα του Κυριάκου Μητσοτάκη, μεταξύ φιλελευθερισμού και σοσιαλδημοκρατίας. Και ενόσω βρίσκεται σε εξέλιξη η προσπάθεια, ο Αλέξης Τσίπρας απ’ τη μια και η Φώφη Γεννηματά απ’ την άλλη ξαναζεσταίνουν το χυλό του νεοφιλελευθερισμού.
Να αποσαφηνίσουμε τα πράγματα ώστε να συμβάλλουμε στον γενικότερο προβληματισμό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ δεν έχουν λόγο να ανησυχούν. Αντιθέτως έχουν παραπάνω από ένα λόγο, μετά μάλιστα από τα ευρήματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων.
Κατ’ αρχάς και πέραν των φιλελεύθερων- κεντρώων απόψεων του Κυριάκου Μητσοτάκη, η Νέα Δημοκρατία ως παράταξη ιδρύθηκε προκειμένου να εκφράσει τον κοινωνικό φιλελευθερισμό. Διαχρονικά τα εκλογικά αποτελέσματα επιβεβαιώνουν το αυτονόητο, ότι η Νέα Δημοκρατία ενσωματώνει ένα μέρος των ψηφοφόρων που τοποθετούνται «δεξιά» της Αριστεράς και «αριστερά» της Δεξιάς.
Αυτό σε απλά ελληνικά σημαίνει ότι το εύρος της παράταξης υπερβαίνει τα στερεότυπα περί Δεξιάς- συντηρητικής παράταξης, αλλά και τα όρια της κεντροδεξιάς. Λογικό αυτό να το παραβλέπουν οι αντίπαλοι της Νέας Δημοκρατίας, αλλά εντελώς παράλογο να το ξεχνούν ορισμένοι βουλευτές της και υποτίθεται προσκείμενα ΜΜΕ και δημοσιογράφοι.
Θυμίζω σε ορισμένους που αφήνουν αιχμές για την κεντρώα πολιτική του Μητσοτάκη, ότι ο Πρωθυπουργός δεν κάνει τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από το να εφαρμόζει με τα δεδομένα της εποχής την πολιτική σκέψη του ιδρυτή της παράταξης.
«Η Νέα Δημοκρατία δεν εκάλυψε τον χώρο του Κέντρου με διακηρύξεις. Τον εκάλυψε με τις πράξεις της. Και τον εκάλυψε, γιατί εγκατελείφθει(εννοεί ο κεντρώος χώρος) από εκείνους(εννοεί τον Ανδρέα), που κατά το παρελθόν τον άφησαν ακάλυπτο. Γιατί υπάρχει ένα νόμος φυσικός, που δεν επιτρέπει την ύπαρξη κενού».
Τα παραπάνω δεν τα είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στις 30 Μαρτίου του 1979, στην ομιλία του στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας.
Δεν υπάρχει Κεντροδεξιά… χωρίς Κέντρο
Όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης έπαιρνε το ρίσκο να σχηματίσει κυβέρνηση με κριτήρια κάθε άλλο παρά κομματικά, αγνοώντας περιφερειακούς συσχετισμούς και τοπικές «ανάγκες», εφήρμοζε με αποφασιστικότητα το «πνεύμα» του ιδρυτής της παράταξης. Το πνεύμα και το γράμμα της Ιδρυτής Διακήρυξης της 30ης Σεπτεμβρίου του 1974 που αναφέρει ότι: «Η ΝΔ είναι η πολιτική παράταξη που αγνοεί τις διενέξεις και τους διχασμούς του παρελθόντος- που τόσα δεινά επεσσώρευσαν στον τόπο μας- και προσανατολίζεται στα ευρύτερα δυνατά σχήματα εθνικής ενότητας».
Και βέβαια για τους νεόκοπους κεντροδεξιούς και τους «προοδευτικούς» κατ’ επάγγελμα ή καθ’ έξιν κεντροαριστερούς, ή και εκείνους που ανακάλυψαν την κεντροαριστερά αφού απέτυχαν με την πρώτη φορά Αριστερά, έχει εξήγηση να ανησυχούν για το «κενό» που καλύπτει με τις πράξεις και τις πολιτικές της η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Σε κάθε περίπτωση η διεισδυτικότητα του Μητσοτάκη στους ψηφοφόρους του ΚΙΝΑΛ και του ΣΥΡΙΖΑ, η κάλυψη του «κενού», κάνει πολλούς εχθρούς εντός και εκτός τειχών. Για τους «εκτός» ας φρόντιζαν να πάρουν τα μέτρα τους αντί να καταφεύγουν σε κλισέ περί «αντιλαϊκής δεξιάς» και επαναφοράς συνθημάτων βγαλμένων από τη δεκαετία του ’80.
Για τους «εντός», όμως, αυτούς που ομνύουν στη «μικρά και πτωχή, πλην τιμία Δεξιά», πρέπει να καταλάβουν ότι η Νέα Δημοκρατία κυριαρχούσε πολιτικά, δημιουργώντας πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία, μόνο όταν οι ηγεσίες της ενσωμάτωναν τις δυνάμεις του φιλελεύθερου πολιτικού κέντρου.