Σχολιάζοντας το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών ο ΣΥΡΙΖΑ στάθηκε στο υψηλό ποσοστό της Αριστεράς, της οποίας ηγείται ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν. «Η ισχυρή παρουσία της Αριστεράς με το εξαιρετικά υψηλό ποσοστό Μελανσόν, τη στιγμή που οι υποψήφιοι των παραδοσιακών κομμάτων της Δεξιάς και της Σοσιαλδημοκρατίας σχεδόν εξαφανίστηκαν, είναι μια θετική είδηση», ανέφερε χαρακτηριστικά η ανακοίνωση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν έγινε ξαφνικά «θετική είδηση» για τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ξέχασε το προ τετραετίας «κονταροχτύπημα» του προέδρου με τον ηγέτη της γαλλικής Αριστεράς. «Εχω την αίσθηση ότι ο Μελανσόν δεν θέλει να κυβερνήσει. Είμαι πλέον βέβαιος ότι σε περίπτωση νίκης, δεν θα ξέρει τι να κάνει. Αυτό δεν αποτελεί αριστερή θέση», είχε αναφέρει ο Αλέξης Τσίπρας μέσα στο 2018 για τον Ζαν-Λυκ Μελανσόν κι αυτός απάντησε με ακόμα σκληρότερες εκφράσεις.
«Ο Τσίπρας εξελέγη, υποσχόμενος ένα αριστερό ριζοσπαστικό πρόγραμμα και όταν του παρουσίασαν ένα απαράδεκτο μνημόνιο το έθεσε σε δημοψήφισμα, χωρίς να αποδεχθεί τελικά τη βούληση του λαού του. Πρόδωσε το λόγο του. Γιατί ξεπουλά τη δημόσια περιουσία και καταστρέφει τη χώρα του; Δεν θέλω να υπάρχει ούτε ένας Γάλλος πολίτης που να πιστεύει πως αν εγώ αναλάβω την εξουσία θα γίνω ένας ακόμη… Τσίπρας», είχε σχολιάσει τότε ο επικεφαλής της γαλλικής Αριστεράς, απαντώντας στον πρώην πρωθυπουργό.
Αναμφίβολα η ανακοίνωση σχολιασμού του αποτελέσματος του Α’ γύρου των εκλογών στη Γαλλία κατέδειξε την ευκολία με την οποία αλλάζει… πλεύση το «καράβι» στην Κουμμουνδούρου. Πιθανότατα στον ΣΥΡΙΖΑ να έχουν παρατηρήσει και οι ίδιοι αντίστοιχα φαινόμενα σε μεγάλη συχνότητα από το 2015 μέχρι σήμερα, για αυτό και το υπόλοιπο σκέλος της ανακοίνωσης ήταν στη λογική «ήξεις αφήξεις». Να ηττηθεί η Λεπέν, αλλά «να ηττηθεί και ο νεοφιλελευθερισμός» για να μην πάρει η αξιωματική αντιπολίτευση ευθέως θέση υπέρ της ακροδεξιάς υποψηφίου ή υπέρ του Εμανουέλ Μακρόν. Παράλληλα, κρατήθηκαν αποστάσεις και από τις εξελίξεις στην ΕΕ – ανάλογα με το αποτέλεσμα στη Γαλλία – όπου ναι μεν ο ΣΥΡΙΖΑ τη θέλει «δημοκρατική και κοινωνική», αλλά αφήνει ανοικτό και το «παράθυρο» της αποδιάρθρωσης.