“Παρότι κυκλοφόρησαν μέχρι και λίστες με ονόματα, έως σήμερα δεν έχει υπάρξει σοβαρή ένδειξη ότι γι’ αυτά ευθύνεται η κυβέρνηση. Χθες, η Εισαγγελία Πρωτοδικών άρχισε έρευνα σε σπίτια και σε εταιρείες αναζητώντας τα ίχνη του λογισμικού Predator” γράφει στα “Νέα” ο Ηλίας Κανέλλης και προσθέτει: “Αν η Εισαγγελία επιδιώκει αποτελέσματα, πάντως, σε αυτό το κυνήγι που επιτέλους άρχισε, έχει πάντα από πού ν’ αρχίσει. Μπορεί να αρχίσει από όσους διακινούν λίστες με ονόματα παρακολουθούμενων από παράνομα λογισμικά – λίστες τις οποίες συνηθίζουν να τις δημοσιεύουν κάθε Σάββατο απόγευμα.
Με άλλα λόγια, τα πράγματα είναι πολύ καθαρά. Αν έχουν γίνει εκτός ΕΥΠ παρακολουθήσεις, είναι προφανές ότι αυτές είναι παράνομες, όπως παράνομη είναι η διοχέτευση στη δημοσιότητα υλικού επισυνδέσεων που έχει καταγράψει η ΕΥΠ. Μένει να μαθευτεί ποιοι τις έκαναν και γιατί. Γι αυτές, οι μόνες μαρτυρίες έως σήμερα που τις θεωρούν πραγματικές είναι του δημοσιογράφου που τις δημοσιεύει και του πολιτικού αρχηγού που τις επικαλείται”.
Αναλυτικά το άρθρο του Ηλία Κανέλλη στα “Νέα”:
ΥΠΟΚΛΟΠΕΣ ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΒΕΛΓΙΟ
«Είναι εντελώς θεμελιώδες. Φανταστείτε ότι πολεμάμε με καταπέλτες απέναντι σε εχθρούς που έχουν σύγχρονη τεχνολογία. Πώς μπορούμε να κερδίσουμε; Χωρίς υποκλοπές, περιλαμβανομένων και των πληροφοριών, είναι αδύνατο να κερδίσουμε τη μάχη».
Τα παραπάνω είναι λόγια του εισαγγελέα Μισέλ Κλεζ, ο οποίος θα χειριστεί για λογαριασμό των βελγικών Αρχών την υπόθεση της δωροδοκίας στελεχών του Ευρωκοινοβουλίου από το Κατάρ. Προέρχονται από συνέντευξή του στο τηλεοπτικό κανάλι RTL. Ο εισαγγελέας Κλεζ λέει το αυτονόητο. Οτι οι Αρχές δεν έχουν άλλον τρόπο να διεισδύσουν σε εγκληματικές συμμορίες από τον παραδοσιακό.
Προφανώς, στις δημοκρατίες υπάρχουν σαφείς διατάξεις που έχουν να κάνουν με τις παράνομες επισυνδέσεις, οι οποίες ξεκινούν από την ανάγκη δημιουργίας πλέγματος προστασίας τωνπολιτών. Το ζήτημα είναι, πάντα, όταν οι Αρχές καταφεύγουν σε τέτοιες πρακτικές, να τηρείται το πλέγμα της νομιμότητας.
Το τελευταίο διάστημα, στην Ελλάδα, έχουν υπάρξει πολλά δημοσιεύματα που προσπαθούν να πείσουν ότι γίνονται συνεχώς παρακολουθήσεις όχι μόνο μέσω της ΕΥΠ, αλλά και μέσω παράνομων λογισμικών που εκμεταλλεύονται τις νέες τεχνολογίες. Παρότι κυκλοφόρησαν μέχρι και λίστες με ονόματα, έως σήμερα δεν έχει υπάρξει σοβαρή ένδειξη ότι γι’ αυτά ευθύνεται η κυβέρνηση. Χθες, η Εισαγγελία Πρωτοδικών άρχισε έρευνα σε σπίτια και σε εταιρείες αναζητώντας τα ίχνη του λογισμικού Predator.
Πολύ φοβάμαι ότι αν αναζητεί στοιχεία σε σπίτια και σε εταιρείες, θα είναι μια έρευνα χωρίς αντικείμενο. Από όσα διαβάζουμε το προηγούμενο διάστημα, είναι εμφανές ότι στο ατελείωτο αυτό συνωμοσιολογικό πανηγύρι με τις υποκλοπές έχουν επενδύσει δυνάμεις που στοχεύουν στην αποσταθεροποίηση του τόπου. Με εκτελεστικά όργανα είτε τμήματα ενός διακεκριμένου υπόκοσμου που διοχετεύει «πληροφορίες» (οι οποίες, όπως έχει δηλώσει ο εντιμότατος δικηγόρος και στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, Γιάννης Μαντζουράνης, «δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία) είτε πιθανόν πρόσωπα ή ομάδες μέσα από την ΕΥΠ που δρουν αυτόνομα, για δικές τους ιδιοτέλειες.
Αν η Εισαγγελία επιδιώκει αποτελέσματα, πάντως, σε αυτό το κυνήγι που επιτέλους άρχισε, έχει πάντα από πού ν’ αρχίσει. Μπορεί να αρχίσει από όσους διακινούν λίστες με ονόματα παρακολουθούμενων από παράνομα λογισμικά – λίστες τις οποίες συνηθίζουν να τις δημοσιεύουν κάθε Σάββατο απόγευμα.
Με άλλα λόγια, τα πράγματα είναι πολύ καθαρά. Αν έχουν γίνει εκτός ΕΥΠ παρακολουθήσεις, είναι προφανές ότι αυτές είναι παράνομες, όπως παράνομη είναι η διοχέτευση στη δημοσιότητα υλικού επισυνδέσεων που έχει καταγράψει η ΕΥΠ. Μένει να μαθευτεί ποιοι τις έκαναν και γιατί. Γι αυτές, οι μόνες μαρτυρίες έως σήμερα που τις θεωρούν πραγματικές είναι του δημοσιογράφου που τις δημοσιεύει και του πολιτικού αρχηγού που τις επικαλείται.
Τουλάχιστον δύο πρόσωπα, δηλαδή, γνωρίζουν αν και εφόσον υπάρχουν στοιχεία που έχουν προκύψει από παράνομες παρακολουθήσεις εκτός ΕΥΠ και τα πρόσωπα που τα διοχετεύουν. Αν ό,τι δημοσιεύεται δεν είναι προϊόν μυθοπλασίας, ξέρουν ο εκδότης του «Documento» και ο Τσίπρας. Ή ο δημοσιογράφος έχει στα χέρια του παρανόμως κτηθέν υλικό του οποίου λαμβάνει γνώση και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ή ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ διοχετεύει το υλικό στον δημοσιογράφο για δημοσιοποίηση. Σε κάθε περίπτωση, ο ένας από τους δύο, ή και οι δύο γνωρίζουν τους δράστες της παράνομης υποκλοπής, τη μέθοδο με την οποία γινόταν και πιθανόν τους λόγους για τους οποίους γίνονταν.
Ελπίζω ότι η Δικαιοσύνη δεν έχει ταμπού στην Ελλάδα – όπως δεν έχει και στο Βέλγιο.