Την πρόθεση της Τουρκίας να ξεκινήσει την επαναπροσέγγιση με τις ΗΠΑ εξέφρασε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε ομιλία του προς την τουρκοαμερικανική κοινότητα στη Νέα Υόρκη. Αναλυτές εκτιμούν πως στην Αγκυρα έχουν αντιληφθεί ότι στην Ουάσιγκτον υπάρχουν έντονες αντιδράσεις σχετικά με τις συναντήσεις του Τούρκου προέδρου με τον Βλαντιμίρ Πούτιν και τον πρόεδρο του Ιράν Εμπραχίμ Ραϊσί, αλλά και με άλλους ηγέτες κατά τη διάρκεια της συνόδου του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης. Προειδοποιούν πως αν συνεχιστεί αυτή η πολιτική, η Αγκυρα θα χάσει κάθε ευκαιρία αγοράς των F-16 και θα παρατηρηθούν πολλές άλλες συνέπειες στην εξωτερική και την αμυντική πολιτική της Τουρκίας.
Ως παράδειγμα αυτών των συνεπειών δείχνουν τις πρόσφατες εξελίξεις, καθώς μόλις το αεροσκάφος του προέδρου της Τουρκίας προσγειώθηκε στη Νέα Υόρκη από το ταξίδι του στο Ουζμπεκιστάν, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοίνωσε την απόφαση της Ουάσιγκτον για άρση του εμπάργκο όπλων στην Κυπριακή Δημοκρατία, που είχε επιβληθεί το 1987, γεγονός που η αξιωματική αντιπολίτευση της Τουρκίας χαρακτηρίζει «φιάσκο και χρεοκοπία της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής».
Ο κ. Ερντογάν στην ομιλία του δήλωσε ότι «ελπίζουμε το επόμενο διάστημα να επιλύσουμε τα προβλήματά μας με τις ΗΠΑ την ώρα που αναπτύσσουμε τη συνεργασία μας». Παράλληλα προσπάθησε να τονίσει πόσο σημαντική χώρα είναι η Τουρκία, αναφέροντας ότι «η χώρα μας είναι από τα πρώτα σημαντικά μέλη του ΝΑΤΟ. Και σε επίπεδα χρηματικής συμβολής και αντίστοιχα ενίσχυση με τον στρατό ξηράς. Είμαστε από τις πέντε μεγαλύτερες χώρες. Αρα πρέπει να γίνει αντιληπτή η θέση της Τουρκίας, να γίνει κατανοητή και οι αποφάσεις να λαμβάνονται με αυτά τα δεδομένα. Δεν υπάρχει πρόβλημα που δεν μπορούν να επιλύσουν η Τουρκία και οι ΗΠΑ ως δύο στρατηγικοί εταίροι και σύμμαχοι επί 70 χρόνια».
«Δεν υπάρχει πρόβλημα που δεν μπορούν να επιλύσουν η Τουρκία και οι ΗΠΑ ως δύο στρατηγικοί εταίροι και σύμμαχοι επί 70 χρόνια», ανέφερε ο Τούρκος πρόεδρος.
Ο πρόεδρος της Τουρκίας στις αρχές Σεπτεμβρίου είχε εκφράσει την επιθυμία, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στις ΗΠΑ με αφορμή τη γενική συνέλευση του ΟΗΕ, να συναντηθεί με τον Τζο Μπάιντεν. Ωστόσο μέχρι το βράδυ της Δευτέρας δεν είχε κανονιστεί κάποιο ραντεβού για οποιαδήποτε συνάντηση.
Ο βουλευτής του CHP Ουτκού Τσακίροζερ, ο οποίος συμμετέχει στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων του τουρκικού Κοινοβουλίου, αναφέρει πως «όσο λάθος είναι η απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης, άλλο τόσο ανίκανη είναι η εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης του ΑΚΡ, η οποία δεν μπορεί να αποτρέψει αυτές τις αποφάσεις. Πρόκειται για μια ξεκάθαρη εικόνα του φιάσκου και της χρεοκοπίας του ΑΚΡ στην εξωτερική πολιτική», για να προσθέσει πως «στο παρελθόν οι αμερικανικές κυβερνήσεις δεν μπορούσαν εύκολα να πάρουν τέτοιες αποφάσεις εναντίον της Τουρκίας. Ως αποτέλεσμα της βαθιάς μοναξιάς και των τυχοδιωκτικών προσεγγίσεων εξωτερικής πολιτικής, οι σύμμαχοί μας μπορούν πλέον εύκολα να αγνοήσουν την Τουρκία».
Τέλος, έντονη ανησυχία προκάλεσε στον τουρκικό Τύπο το δημοσίευμα της «Κ» για τα αμερικανικά σχέδια στην Αλεξανδρούπολη. Κάνουν λόγο για μετατροπή της πόλης σε ναυτική βάση και μιλούν για μια «δεύτερη Σούδα». «Τα σχέδια του Δεδεαγάτς» είναι ο τίτλος του δημοσιεύματος της τουρκικής εφημερίδας, που κάνει λόγο για μετατροπή της Αλεξανδρούπολης σε ναυτική βάση. Συγκεκριμένα, η Hurriyet σχολιάζει πως μπορεί να προσεγγίζουν και τα αντιτορπιλικά των ΗΠΑ, ενώ τονίζει ότι η Αλεξανδρούπολη απέχει μόλις 40 χιλ. από την Τουρκία. Ανησυχία στην Αγκυρα υπάρχει και για την Κρήτη, όπου το δημοσίευμα αναφέρει ότι θα χτιστούν οι κατάλληλες βάσεις προσγείωσης για τα F-35 στο νησί.
Σημειώνεται, τέλος, ότι ο κ. Ερντογάν από τις ΗΠΑ ανέφερε πως «σε Μαύρη Θάλασσα, Αν. Μεσόγειο και Αιγαίο υπάρχει μια Τουρκία που έχει ισχυρό στρατό, ισχυρή διπλωματία και είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί τα δικαιώματά της».