Στα 100 εκατ. ευρώ τον χρόνο προσδιόρισε το κόστος της έντασης με την Τουρκία στο Αιγαίο ο βουλευτής και πρόεδρος της Επιτροπής Εκλογικού Αγώνα της Νέας Δημοκρατίας και πρώην υπουργός Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος.
«Υπολογίζαμε τότε, στην κορύφωση της κρίσης, όταν κάθε μέρα είχαμε δεκάδες παραβιάσεις και αρκετές υπερπτήσεις, το κόστος της ετοιμότητας από ελληνικής πλευράς. Το είχαμε, λοιπόν, υπολογίσει περίπου στα 100.000.000 ευρώ σε καύσιμα ετησίως. Τόσο περίπου μας στοίχιζε να διατηρούμε αυτά τα αεροσκάφη σε ετοιμότητα, τους πιλότους, τα πληρώματα κτλ» είπε μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα.
Σχολιάζοντας το αποτέλεσμα της συνάντησης του Κυριάκου Μητσοτάκημε τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Άγκυρα, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος είπε ότι «είναι καλύτερο το κλίμα. Εμφανώς έχει βελτιωθεί και στο πεδίο αλλά αποτυπώθηκε και αυτό και στη συνάντηση των δύο ηγετών. Ασφαλώς το ότι υπάρχει και διατηρείται η προσωπική επαφή μεταξύ των ηγετών είναι θετικό και αυτό απ’ ότι καταλαβαίνω αναμένεται να συνεχιστεί με επαφές κατά τακτά διαστήματα. Έχω, λοιπόν, την πεποίθηση ότι οι ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας είναι πάντα καλό πράγμα, ακόμα περισσότερο σε εποχές έντασης. Τώρα δεν υπάρχει αυτή η ένταση στις διμερείς σχέσεις, αλλά εν πάση περιπτώσει η επαφή κάνει καλό. Η στάση και των δύο ήταν αναμενόμενη και ήταν και πολύ προσεκτικοί και οι δύο ηγέτες. Είδα ότι έμφαση δεν δόθηκε στα σημεία αιχμής στις διμερείς σχέσεις. Δεν το επιδίωξε καμία πλευρά».
«Δεν θα κάνουμε εκπτώσεις στα κυριαρχικά δικαιώματα μας»
Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος είπε ότι οι συζητήσεις με την Τουρκία γίνονται την ώρα που η Ελλάδα ενισχύει την αποτρεπτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεων της. «Νομίζω λοιπόν ότι η ελληνική πλευρά προσέρχεται στην όποια συζήτηση χωρίς να έχει διάθεση για εκπτώσεις στα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Αυτό άλλωστε υπογραμμίζεται σε κάθε ευκαιρία και από τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Από εκεί και πέρα μπορεί να μην καταλήξουμε πουθενά. Είναι και αυτό μια πιθανότητα. Οφείλουμε όμως να κάνουμε την προσπάθεια να μιλάμε μεταξύ μας και αυτό είναι νομίζω το νόημα που βγαίνει και από τη συνάντηση των δύο ηγετών, αλλά και από αυτές που ενδεχομένως θα ακολουθήσουν. Υπάρχει από τη μία η θετική ατζέντα, δηλαδή η σύσφιξη των σχέσεων στο πεδίο του τουρισμού. Ήδη το βλέπουμε αυτό σε αρκετές περιοχές της χώρας μας, μεταξύ των οποίων και στη δική μου περιοχή, εδώ στην Ανατολική Μακεδονία και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Υπάρχει η οδός ανάπτυξης επιχειρηματικών σχέσεων και πάντα η τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας μεταξύ των δύο χωρών είναι κάτι θετικό, διότι αμφότεροι κερδίζουν. Από εκεί και πέρα όμως, υπάρχουν και τα άλλα θέματα στα οποία, όπως ειπώθηκε ευθαρσώς χθες, συμφωνήσαμε ότι διαφωνούμε».