Την εκτίμηση ότι στο τέλος της χρονιάς ο πληθωρισμός θα είναι ένα διαχειρίσιμο μέγεθος καθώς με τα σημερινά δεδομένα θα είναι συνολικά στο 2% και την αισιοδοξία πως από το δεύτερο μισό του χρόνου θα αρχίσουν να αποκλιμακώνονται οι τιμές σε προϊόντα και υπηρεσίες που έχουν αυξηθεί, εξέφρασε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, Νίκος Βέττας, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8.

Όπως είπε, στο πρώτο μισό της χρονιάς αναμένεται οι τιμές να «τρέχουν» αρκετά γρήγορα, 4% και 5%, ενώ στο δεύτερο μισό του έτους θα έρθει η εξισορρόπηση, υπογραμμίζοντας πως «όταν η Οικονομία περνά από μια βαθιά ύφεση σε μια έντονη ανάκαμψη, σίγουρα στην αρχή οι τιμές “τσιμπάνε” και έχει σημασία πως θα γίνει ο χειρισμός ώστε να μην αποκτήσει αυτό μόνιμα χαρακτηριστικά, καθώς «δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από τον πληθωρισμό για τα ευάλωτα νοικοκυριά».

Ο ίδιος μίλησε για μια πολλαπλή πίεση που μπορεί να νιώσουν τα νοικοκυριά από τις αυξήσεις στις τιμές, καθώς «τα τελευταία 15 χρόνια είχαμε ξεχάσει το θέμα του πληθωρισμού» λόγω του ευρώ, και από τη μείωση του κόστους χρήματος προς το μηδέν, που έκαναν οι κεντρικές τράπεζες ώστε να πέσουν τα επιτόκια. Από τη στιγμή που το χρήμα έχει πλέον μηδενικό κόστος, αυτό αυξάνει ακόμη περισσότερο τη ζήτηση και τις τιμές.

Σύμφωνα με τα στοιχεία πρόσφατης έρευνας του ΙΟΒΕ, «είχαμε μια μικρή επιδείνωση του οικονομικού κλίματος τον Δεκέμβριο, αλλά είχαμε και μια σχετικά σημαντικότερη βελτίωση τον Ιανουάριο», επομένως, «συνολικά τους τελευταίους μήνες, το κλίμα, οι προσδοκίες κατά μέσο όρο βελτιώνονται», σύμφωνα με τον κ.Βέττα.


Αναφορικά, όμως, με το «εάν θα είναι περισσότερο ή λιγότερο εύκολα τα πράγματα για την τσέπη μας τους επόμενους μήνες, φυσικό είναι να υπάρχουν κάποιες διακυμάνσεις. Τα πιο τελευταία στοιχεία δείχνουν μια αισιοδοξία από την πλευρά των επιχειρήσεων. Και τα νοικοκυριά φαίνεται ότι έχουν μια μικρή βελτίωση, αν και έχουν μια υστέρηση γιατί αρχίζουν να σκέφτονται ότι τελειώνει η κρίση της πανδημίας αλλά ενδεχομένως μας έρχεται ο πληθωρισμός, ακριβαίνει η ενέργεια, η οποία έχει αρχίσει και αποτυπώνεται σιγά-σιγά. Από τη στιγμή που συζητείται στη δημόσια σφαίρα, έχει περάσει και στις προσδοκίες σε έναν βαθμό, αλλά θα το δούμε πως θα εξελιχθεί το επόμενο τρίμηνο».

Όπως εξήγησε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, «όταν λέμε πρόσκαιρα στα οικονομικά, δεν εννοούμε 1 ή 2 μήνες, μπορεί να είναι αρκετοί μήνες», ενώ «την αύξηση στις τιμές των καυσίμων τη ζούμε κατά κύριο λόγο το τελευταίο εξάμηνο».

Παραδέχθηκε ότι «δεν είναι φυσιολογικές κατά μια έννοια ή αναμενόμενες πλήρως  οι αυξήσεις που έχουν γίνει», λέγοντας πως «το ερώτημα είναι εάν θα συνεχίσουν ή εάν θα αμβλυνθούν, χωρίς να σημαίνει ότι θα μειωθούν». Διευκρίνισε ότι «κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τις τιμές για τέτοια πράγματα που σαφώς εξαρτώνται και από γεωπολιτικούς παράγοντες». Έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην «πράσινη μετάβαση», λέγοντας ότι αυτή «κοστίζει». «Αφήνουμε πίσω μας, κάνουμε μια συνειδητή επιλογή και λέμε ότι επειδή ορισμένες μορφές ενέργειας είναι πιο “βρώμικες”, δεν θα τις χρησιμοποιούμε. Αυτό όμως έχει κόστος. Κατά μέσο όρο, το κόστος της ενέργειας θα είναι σημαντικά υψηλότερα τα επόμενα 3-4 χρόνια. το εάν θα συνεχιστεί όμως η μεγάλη αύξηση που είχαμε τους τελευταίους 6 μήνες, νομίζω ότι όχι», πρόσθεσε ο κ. Βέττας.