Ενημέρωση -συζήτηση έγινε στη σημερινή συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου της Αθήνας για τη «Διπλή Ανάπλαση» και το σχετικό Μνημόνιο, που υπέγραψε ο δήμος.
Παρατάξεις της αντιπολίτευσης ζήτησαν να διεξαχθεί διεξοδικά σε επόμενη συνεδρίαση -όπως και τελικά αποφασίστηκε- και αφού δοθεί στις παρατάξεις το Μνημόνιο.
Απαντώντας στις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης, ο δήμαρχος Αθηναίων, Κώστας Μπακογιάννης, ανέφερε ότι «μου σχηματίζεται η ξεκάθαρη εντύπωση ότι κάποιοι δεν θα θέλανε ποτέ να συζητηθεί το θέμα. Γιατί κάποιοι ήθελαν πάρα πολύ αυτό το θέμα να διαιωνίζεται. Είκοσι χρόνια το συζητάμε, 20 χρόνια το κοσκινίζουμε, ας το προσκυνήσουμε άλλα είκοσι. Κάποιοι γιατί θέλουν να δικαιολογήσουν ότι δεν έγινε επί των ημερών τους, κάποιοι γιατί θέλουν να λογήσουν την κριτική που ασκούσαν στο έργο κάποτε και κάποιοι γιατί είναι πάρα πολύ καλύτερο να έχεις ένα πρόβλημα, για να διαφωνείς για αυτό πολιτικά και να καταγγέλλεις τον εκάστοτε δήμο Αθηναίων, παρά να γίνεσαι κομμάτι της λύσης».
«Καθησυχάζοντας τους, ότι δεν έχουν κανέναν λόγο ανησυχίας γιατί δεν κρύβεται κανένας κορμοράνος μέσα στο Μνημόνιο, οπότε όλα θα πάνε καλά», είπε ο κ. Μπακογιάννης.
Κάνοντας μια σύντομη ενημέρωση, ο δήμαρχος, αναφέρθηκε στα έργα που προβλέπονται να γίνουν, υπογραμμίζοντας ότι «είναι ένα έργο το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό, όχι μόνο για την οικογένεια του Παναθηναϊκού, αλλά για όλη την πόλη. Και είναι εξαιρετικά σημαντικό διότι, είναι ένα έργο το οποίο μας επιτρέπει να πετύχουμε τη δημιουργία δύο υπέρ τοπικών αναπτυξιακών πόλων. Έναν στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας και έναν στο βοτανικό. Είναι λοιπόν ένα πάρα πολύ μεγάλο στοίχημα», είπε.
Από την «Ανοιχτή Πόλη», ο Κώστας Αλεξίου, τόνισε ότι η παράταξη του, είναι υπέρ της «Διπλής Ανάπλασης» και επανέλαβε ότι η συζήτηση αυτή δεν έχει κανένα νόημα αφού προηγουμένως δεν έχει δοθεί στα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου το Μνημόνιο που έχει υπογραφεί.
Ο επικεφαλής της «Λαικής Συσπείρωσης», Νίκος Σοφιανός, επισήμανε ότι «μια σειρά κρίσιμα θέματα ερμηνεύονται με αντικρουόμενες δηλώσεις του δήμου, του υπουργού Ανάπτυξης, της ΠΑΕ και του Ερασιτέχνη Παναθηναϊκού», ενώ είπε ότι υπάρχουν «σκοτεινά σημεία» στο Μνημόνιο.
Ο επικεφαλής της παράταξης «Αθήνα και πάλι Αθήνα», Γιώργος Βουλγαράκης, επισήμανε ότι πρέπει να εξευρεθεί ισορροπία μεταξύ των οικονομικών, πολιτικών και ποδοσφαιρικών συμφερόντων που συγκρούονται στο έργο αυτό.
«Έχουμε μεγάλη αγκαλιά για τη “Διπλή Ανάπλαση”» ανέφερε χαρακτηριστικά, ο επικεφαλής της παράταξης «Αθήνα το Σπίτι μας», Βασίλης Καπερνάρος.
«Λέμε όχι σε τέτοιου τύπου αναπλάσεις, που δεν δίνουν δυνατότητα ούτε για μαζικό αθλητισμό, ούτε για πράσινο, ούτε για ελεύθερους χώρους» είπε ο Πέτρος Κωνσταντίνου, επικεφαλής της παράταξης, «Ανταρσία στις Γειτονιές της Αθήνας».
Η Ντίνα Ρέππα από την «Αντικαπιταλιστική Ανατροπή για την Αθήνα», ανέφερε ότι δεν ευνοεί τις ανάγκες του εργαζόμενου κόσμου και είναι αντίθετη.
Παρέμβαση του Ν. Μακρόπουλου για την ανάρτηση του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης
Στο μεταξύ εξηγήσεις σχετικά με ανάρτησή του, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έδωσε ο αντιδήμαρχος Ανάπτυξης, Επιχειρηματικότητας και Επενδύσεων, Νίκος Μακρόπουλος, στη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου της Αθήνας.
Ο κ. Μακρόπουλος διευκρίνισε ότι το σπίτι στη Γερμανία, στο οποίο αναφέρεται στην ανάρτησή του, είναι στον τόπο καταγωγής της γυναίκας του, η οποία είναι Γερμανίδα.
Σε ό,τι αφορά το αυτοκίνητό του Aston Martin, όπως είπε, το έχει αγοράσει πριν από 40 χρόνια, ενώ συμπλήρωσε ότι δεν είχε ως στόχο να προκαλέσει και μόλις αντιλήφθηκε ότι η ανάρτηση δεν έγινε στο προσωπικό του προφίλ, αλλά στο επαγγελματικό του, διέγραψε αμέσως την ανάρτηση από την σελίδα του.
Παρέμβαση της Αλεξίας Έβερτ στο Δημοτικό Συμβούλιο Αθήνας για την ανάρτηση της
Συγνώμη για την επίμαχη ανάρτηση της, για τις κινητοποιήσεις την ημέρα του Πολυτεχνείου παρά την απαγόρευση, ζήτησε η πρώην αντιδήμαρχος Αθηναίων, Αλεξία Έβερτ, στη σημερινή συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου. Η κ. Έβερτ παραδέχθηκε ότι η ανάρτηση της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης «ήταν αρκετά καυστική, ίσως υπέρ του δέοντος», επαναλαμβάνοντας ότι δεν αφορούσε κάποιο κόμμα, αλλά ήταν «απόρροια θυμού και στενοχώριας μ’ αφορμή την παραβίαση ενός νόμου που θέλει να μας προστατέψει από την πανδημία». Και διερωτήθηκε αν όσοι συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις θεώρησαν «επαναστατική» την πράξη τους.