Η συνάντηση κορυφής του Πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις 14 Ιουνίου στις Βρυξέλλες, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ (τελικά σε κάτι χρησιμεύει το ΝΑΤΟ), μπορεί να αποτελέσει υπό προϋποθέσεις ένα σημείο καμπής στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ιδιαίτερα καθώς έρχεται μετά την πετυχημένη – ατμοσφαιρικά και όχι μόνο – συνάντηση στην Αθήνα των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών. Η συνάντηση δεν αναμένεται ούτε μπορεί να επιλύσει συγκεκριμένα προβλήματα. Μπορεί όμως να οδηγήσει σε κατανόηση / συμφωνία (που να αποτυπωθεί σε κοινό ανακοινωθέν) για τις βασικές αρχές, τρόπους και διαδικασίες επίλυσης των προβλημάτων και το καθεστώς που θα πρέπει να διέπει τις σχέσεις των δύο χωρών. Φαίνεται ότι και από τις δύο πλευρές, αν και για διαφορετικούς λόγους, ίσως υπάρχει η πρόθεση για κάτι τέτοιο. Το γεγονός ότι δέκα μέρες μετά τη συνάντηση αυτή πραγματοποιείται το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο «με τη θετική ατζέντα» FE – Τουρκίας ως κύριο θέμα στην ατζέντα του αποτελεί έναν καλό χρονικό συντονισμό.
Η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν φαίνεται να έχει ισχυρούς παραλληλισμούς με την ιστορική συνάντηση Καραμανλή – Ντεμιρέλ στις 31 Μαΐου 1975, και πάλι στο περιθώριο συνόδου του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες. Ηταν η πρώτη συνάντηση κορυφής μεταξύ των δύο κρατών που έγινε πριν καν κλείσει χρόνος από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο (Ιούλιος – Αύγουστος 1974). Και έχει ενδιαφέρον η ατζέντα της συνάντησης αυτής. Οι δύο πρωθυπουργοί συζήτησαν εφ’ όλης της ύλης. Εκτός από το Κυπριακό, συζήτησαν το θέμα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, το εύρος του εναέριου χώρου, το FIR (Περιοχές Πληροφόρησης Πτήσεων) καθώς και τον εξοπλισμό των ελληνικών νησιών. Για όλα τα θέματα βεβαίως ο πρωθυπουργός που ήταν μόνος του στη συνάντηση δύο ωρών, χωρίς τον υπουργό Εξωτερικών Δ. Μπίτσιο δίπλα του, παρουσίασε τις ελληνικές θέσεις. Η συνάντηση κατέληξε σε κοινό ανακοινωθέν – «που αποτέλεσε για ένα χρονικό διάστημα κομβικό σημείο των εξελίξεων» (Χρ. Ροζάκης) – με τρεις ιδιαίτερες δεσμεύσεις: (α) την απόφαση για την επίλυση των προβλημάτων «ειρηνικώς μέσω διαπραγματεύσεων», αλλά (β) όσον αφορά την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου μέσω του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, (γ) την επιδίωξη δημιουργίας «μιας καλής ατμόσφαιρας εις τας σχέσεις της Ελλάδος και της Τουρκίας ώστε να επιλυθούν αι υφιστάμενοι διάφοροί και να οδηγηθούν αι δύο χώραι εις την αποκατάστασιν της συνεργασίας προς αμοιβαίον συμφέρον των».
Μολονότι η Τουρκία υπαναχώρησε λίγο μετά τη δέσμευση για την παραπομπή του θέματος της υφαλοκρηπίδας στο Διεθνές Δικαστήριο, ωστόσο με ένα λεκτικό updating το ανακοινωθέν του 1975 θα μπορούσε να εκδοθεί mutatis mutandis και από την επικείμενη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν. Δεν άλλαξε σχεδόν τίποτα στο πεδίο αυτό στα σαράντα πέντε χρόνια που πέρασαν. Ούτε καν στο Κυπριακό. Ενώ όλος ο κόσμος ήρθε τα πάνω κάτω. Απλώς ο κατάλογος των προβλημάτων έχει μεγαλώσει.
Καιρός όμως για μια νέα αρχή. Να γυρίσουμε σελίδα. Με την τρίτη δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα πρέπει να απαλλαγούμε με την επίλυσή τους, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, από τα προβλήματα που μας κληρονόμησε εν πολλοίς ο εικοστός αιώνας…
Ο καθηγητής Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής των FEPS και ΕΛΙΑΜΕΠ. Από τις εκδόσεις θεμέλιο κυκλοφορεί το νέο του Βιβλίο «Επιτεύγματα και στρατηγικά λάθη της εξωτερικής ηολιτικής της Μεταπολίτευσης»
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα Νέα