Η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, Λίνα Μενδώνη, μόλις πληροφορήθηκε την απώλεια του Αλέκου Φασιανού, δήλωσε:

«Ολόκληρο το έργο του Αλέκου Φασιανού, τα χρώματα που γέμισαν τους καμβάδες του, οι “επίπεδες”, αλλά πολυδιάστατες μορφές που κυριαρχούν στους πίνακές του, αποπνέουν Ελλάδα. Από τα πρώτα του βήματα, στο εικαστικό του έργο, αλλά και στη δουλειά του για το θέατρο, ο Φασιανός δεν άφησε ρεύματα και επιρροές να αλλοιώσουν τα βασικά, προσωπικά, χαρακτηριστικά του. Είναι από τους κορυφαίους σύγχρονους δημιουργούς της ελληνικότητας στη ζωγραφική.

Οι ρίζες του προέρχονται από την παραδοσιακή τέχνη, η τεχνική του από τις σπουδές του δίπλα στον Γιάννη Μόραλη και στη συνέχεια στη Γαλλία, όπου έζησε για μεγάλο διάστημα. Στις μορφές του αναγνωρίζεις τα κυκλαδικά ειδώλια, τα αρχαία ελληνικά αγγεία, τις βυζαντινές εικόνες. Η τέχνη του Αλέκου Φασιανού είναι ταυτόχρονα λαϊκή και υψηλή, γι αυτό και συνεχίζει να είναι από τους πλέον αναγνωρίσιμους, αναγνωρισμένους και αγαπητούς καλλιτέχνες.

Ο Αλέκος ήταν αγαπημένος φίλος από του Παπάγου και την Τζια. Δεν ξεχνώ τις μακρές συζητήσεις μας με τον ίδιο και την μητέρα του, διαπρεπή φιλόλογο, η οποία τον δίδαξε την ελληνική τέχνη για την αξία των αυτόραφων ενδυμάτων, το χρώμα στα αρχαία αγάλματα και την μοναδικότητα του αρχαίου δράματος.

Στη Τζια, ψάρεμα στις Τρεις Αμμουδιές με τον Τσαρούχη, τον Χάρο, τον Στεφάνου. Μνήμες που δεν θα σβήσουν ποτέ. Κι όταν οι πόροι για την ανασκαφή στην Καρθαία ήταν λιγοστοί, ο Αλέκος πουλούσε πίνακες του και κάλυπτε τις ανάγκες του εργοταξίου μας.

Στην Μαρίζα, την Βικτωρία και το Νίκο, που τόσο πολύ αγάπησε, εκφράζω τη βαθειά μου θλίψη. Πέρα από την καλλιτεχνική του παρακαταθήκη ο Αλέκος τους χάρισε την καλοσύνη, την ευγένειά του, την απλότητα και την λιτότητά του, την παιδεία του και το χιούμορ του. Δε θα τον ξεχάσουμε ποτέ».