Καθώς το ένα μετά το άλλο ανακοινώνονται εμβόλια κατά του κορονοϊού με αποτελεσματικότητες της τάξης του 90% έως 95%, με βάση τα αρχικά αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών φάσης 3 (ποσοστά που πιθανότατα θα είναι χαμηλότερα, όταν βγουν τα τελικά αποτελέσματα των μελετών), μία κατ’ εξοχήν πρακτική πρόκληση αφορά τις αναγκαίες θερμοκρασίες διατήρησής τους.
Και εδώ διαφαίνεται ένα νέο πεδίο ανταγωνισμού μεταξύ των εμβολίων, αλλά και μία πηγή ανησυχίας για το κατά πόσο οι απαιτήσεις για χαμηλές θερμοκρασίες διατήρησης, που απαιτούν τα νέας τεχνολογίας εμβόλια τύπου mRNA, μπορεί να οδηγήσουν σε καθυστερήσεις στην ευρεία διανομή τους, σύμφωνα με το «Science».
Τα δύο εμβόλια των Pfizer/BioNTech και Moderna, παρ’ όλο που βασίζονται στην ίδια καινοτόμα βιοτεχνολογία του αγγελιαφόρου RNA (mRNA), έχουν διαφορετικές απαιτήσεις θερμοκρασίας. Το πρώτο χρειάζεται βαθιά κατάψυξη στους μείον 70 έως 80 βαθμούς Κελσίου, ενώ το δεύτερο διατηρείται έως έξι μήνες και στους μείον 20 βαθμούς, θερμοκρασία που καλύπτει τις προδιαγραφές των συνήθων ψυκτών σε πολλά νοσοκομεία και φαρμακεία. Επίσης, διατηρείται σε θερμοκρασία δύο έως οκτώ βαθμών Κελσίου, σε απλό ψυγείο, για διάστημα έως 30 ημερών.
Το άλλο υποψήφιο εμβόλιο mRNA της γερμανικής CureVac (το οποίο, επίσης, έχει συμφωνήσει να αγοράσει μαζικά η Ευρωπαϊκή Ένωση), αν και έχει καθυστερήσει τις κλινικές δοκιμές του, παραμένει σταθερό επί τρεις μήνες σε πέντε βαθμούς Κελσίου πάνω από το μηδέν, σύμφωνα με την εταιρεία, οπότε αρκούν τα απλά ψυγεία. Ακόμη, μπορεί να διατηρηθεί έως 24 ώρες σε θερμοκρασία δωματίου. Η δοκιμή της αποτελεσματικότητας του εμβολίου σε 30.000 άτομα θα αρχίσει έως το τέλος του έτους.
Όμως, ακόμη κι ένα εμβόλιο στους μείον 20 βαθμούς, όπως της αμερικανικής Moderna, θα αντιμετωπίσει προβλήματα στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, όπου είναι συχνές οι διακοπές ηλεκτρισμού (άρα η κατάψυξη μπορεί να είναι αναξιόπιστη για τη σωστή συντήρηση των εμβολίων) ή υπάρχει έλλειψη πάγου. Μία εναλλακτική λύση, που δοκιμάστηκε στο Κονγκό για το εμβόλιο κατά του ιού Έμπολα, είναι η χρήση των κινεζικής κατασκευής κοντέινερ-καταψυκτών Arktek, κόστους περίπου 2.000 δολαρίων το ένα, που πετυχαίνουν θερμοκρασίες δεκάδες βαθμών Κελσίου υπό το μηδέν. Το Ίδρυμα Γκέιτς, ήδη, ετοιμάζεται να βοηθήσει για την αύξηση της παραγωγής των Arktek ειδικά για τα εμβόλια κατά του κορονοϊού.
Ακόμη μία εναλλακτική λύση είναι η αποξήρανση και μετατροπή σε σκόνη των εμβολίων mRNA, τα οποία θα επανέρχονται με νερό στην αρχική μορφή τους. Σε εμβόλια για άλλες νόσους έχει εφαρμοστεί κάτι τέτοιο. Ήδη, η Pfizer εργάζεται πάνω σε μία τέτοια λύση μετατροπής του εμβολίου της σε σκόνη, ώστε να μη χρειάζεται βαθιά κατάψυξη.
Από την άλλη πλευρά, άλλα πιο παραδοσιακού τύπου εμβόλια -όχι mRNA- που τώρα ακόμη βρίσκονται υπό δοκιμή και τα οποία μπορεί επίσης να «δουλεύουν» εξίσου καλά με τα mRNA, δεν θα χρειάζονται συντήρηση σε θερμοκρασίες μείον 20 έως μείον 70 βαθμούς. Εάν, όμως, αποδειχθεί ότι αυτά τα λοιπά εμβόλια είναι λιγότερο αποτελεσματικά από τα mRNA, τότε η ζυγαριά μάλλον θα κλίνει υπέρ των τελευταίων, παρά τις αυξημένες απαιτήσεις τους.
Όμως, τουλάχιστον σε ορισμένα μέρη, εάν το συνολικό κόστος ενός εμβολίου, λαμβανομένων υπόψη των αναγκών σε υποδομές βαθιάς ψύξης, είναι σημαντικά μεγαλύτερο από το κόστος ενός, έστω κάπως λιγότερου αποτελεσματικού εμβολίου, το οποίο όμως διατηρείται σε σχετικά υψηλές θερμοκρασίες, τότε ίσως έχει περισσότερο νόημα η χρήση του δεύτερου, σύμφωνα με το «Science».