Περίπου 2.000 με 3.000 είναι τα εκτιμώμενα περιστατικά της νόσου Covid-19 στην Ελλάδα σύμφωνα με τα μαθηματικά μοντέλα των ειδικών του Πανεπιστημίου Αθηνών που αξιοποιούνται στη μάχη κατά του κορωνοϊού, λαμβάνοντας ως βάση τα σοβαρά περιστατικά και τους θανάτους.
Αυτήν την εκτίμηση από την ομάδα της Βάνας Σύψα από το εργαστήριο Υγιεινής και Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής της Ιατρικής Σχολής Αθηνών μετέφερε και ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας, κ. Σωτήρης Τσιόδρας κατά την σχετική ενημέρωση την Τετάρτη 18/3, προσθέτοντας όμως πως είναι μια εκτίμηση, με αρκετή αβεβαιότητα και πως «όσο περισσότερο καταγράφουμε την επιδημία στη χώρα μας, τόσο καλύτερες εκτιμήσεις θα μπορούμε να κάνουμε για την εξέλιξη της επιδημίας και την πορεία της». Για το σκοπό αυτό άλλωστε θα ξεκινήσει η επιδημιολογική επιτήρηση στην κοινότητα με 500 κινητές μονάδες σε όλη τη χώρα.
Ο κ. Τσιόδρας ανακοίνωσε 31 νέα επιβεβαιωμένα κρούσματα, που ανεβάζουν συνολικά τον αριθμό των ασθενών με κορωνοϊό σε 418 τις τελευταίες 23 ημέρες της πανδημίας και στην Ελλάδα.
Από αυτούς ποσοστό 6,5%, δηλαδή 64 άτομα, αναφέρονται ως ασθενείς απροσδιόριστης πηγής μετάδοσης. Και στο συγκεκριμένο πεδίο, όπου οι ειδικοί εστιάζουν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω των άγνωστων κύκλων μετάδοσης που ανοίγουν στην κοινότητα με κάθε ένα από αυτά τα «αχαρτογράφητα» κρούσματα, παρατηρείται μια σταθερή αύξηση. Την περασμένη Κυριακή οι ασθενείς χωρίς γνωστή πηγή μετάδοσης ήταν 44, κι είχαν διπλασιαστεί τις προηγούμενες τρεις ημέρες, από 22 σε 44. Τώρα φαίνεται ότι ο ρυθμός αύξησης με γεωμετρική πρόοδο έχει ανακοπεί, ωστόσο και πάλι η σημαντική αύξηση – 20 νέα κρούσματα σε τρεις ημέρες – δημιουργεί ανησυχία και προβληματισμό στόχους ειδικούς για το πόσο έχει εξαπλωθεί ο κορωνοΐός.
Αύξηση των διασωληνωμένων
Μέχρι τώρα έχουν καταγραφεί πέντε θάνατοι, αφορούσαν σε ασθενείς ηλικίας περί τα 69 έτη και με σοβαρά χρόνια προβλήματα υγείας.
Συνεχής αύξηση καταγράφεται, όμως, στον αριθμό των ασθενών που νοσηλεύονται καθώς και εκείνων που επιδεινώνονται και χρειάζεται να διασωληνωθούν. Συνολικά, μέχρι και το βράδυ της Τετάρτης σε περισσότερα από δέκα νοσοκομεία ανά την επικράτεια νοσηλεύονταν 83 ασθενείς – νωρίτερα το απόγευμα της Τετάρτης ο κ. Τσιόδρας είχε αναφέρει πως νοσηλεύονται 79 ασθενείς – εκ των οποίων οι 13 είναι διασωληνωμένοι σε νοσοκομεία της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και των Πατρών. Οι διασωληνωμένοι ασθενείς, ωστόσο, μέσα σε λίγες ώρες είχαν εκτιναχθεί, φτάνοντας το βράδυ της Τετάρτης τους 20.
Το Γενικό Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ρίου και το Σωτηρία κρατούν το μεγαλύτερο βάρος των ασθενών με νόσο Covid-19, ωστόσο δυναμικά έχουν μπει στη διαδικασία αντιμετώπισης των ασθενών αυτών και άλλα νοσοκομεία χορηγώντας τους το κοκτέιλ αντιϊικής θεραπείας.
Εκτός από την περιοχή της Ηλείας όπου καταγράφηκε στο τέλος Φεβρουαρίου η πρώτη μεγάλη εστία του κορωνοϊού, σε ένα γκρουπ ταξιδιωτών που είχαν επιστρέψει από το Ισραήλ, το άλλο μεγάλο κέντρο του κορωνοϊού βρίσκεται στην Αττική – το μαρτυρά και ο μεγάλος αριθμός των κρουσμάτων όπως λέει κάθε μέρα ο κ. Τσιόδρας.
Ο καθηγητής τόνισε πως ο μέσος όρος ηλικίας των διασωληνωμένων είναι κοντά στα 70 έτη.
Ο κ. Τσιόδρας επικαλέστηκε τα μαθηματικά μοντέλα για να παρουσιάσει τα στοιχεία για την θνητότητα της επιδημίας. Εκτίμησε πως κυμαίνεται σε μια τάξη μεγέθους από 0,05%, που είναι πολύ χαμηλότερη από αυτήν της εποχικής γρίπης, σε έως και 1%, που είναι υψηλότερη της εποχικής γρίπης, αλλά με αρκετή αβεβαιότητα, πρόσθεσε.
Σε πραγματικούς αριθμούς παρουσίασε, τέλος, τα εξιτήρια από τα νοσοκομεία, αναφέροντας πως 14 άνθρωποι έχουν ήδη λάβει εξιτήριο.
Αγωνία για την αντοχή του συστήματος υγείας
Την ίδια στιγμή, εκατοντάδες εργαζομενοι των δημόσιων νοσοκομείων βρίςκονται σε απομόνωση στα σπίτια τους λόγω κορωνοϊού, με ό,τι κινδύνους αυτο συνεπάγεται για την δική τους υγεία, των οικείων τους αλλά και την αντοχή του συστήματος υγείας.
Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ) εκφράζει την αγωνία της για τον ολοένα και αυξανόμενο αριθμό υγειονομικών που νοσούν με κορωνοϊό ή αυτοπεριορίζονται λόγω εκδήλωσης συμπτωμάτων. Από την πλευρά του, ο κ. Τσιόδρας χαρακτήρισε τους υγειονομικούς εργαζόμενους ως την «εμπροσθοφυλακή» του ΕΣΥ, γεγονός που σημαίνει ότι δεν υπάρχει πλέον χρόνος για απουσίες σε αυτόν τον τπόλεμο.
Όπως εξήγησε ο λοιμωξιολόγος, εάν ο υγειονομικός είναι εκτεθειμένος σε κρούσμα αλλά δεν έχει εκδηλώσει συμπτώματα, μπορεί να συνεχίσει να εργάζεται, με τη σύμφωνη γνώμη του προέδρου και της επιτροπής λοιμώξεων του εκάστοτε νοσοκομείου και σε συνεννόηση με τον ΕΟΔΥ, προκειμένου να μην «καταρρεύσει» το σύστημα. Προϋπόθεση βέβαια είναι να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα προς τους ασθενείς. Υπενθυμίζεται ότι για να μην αποδυναμωθούν τα νοσοκομεία, έχει δοθεί οδηγία στο υγειονομικό προσωπικό να περιοριστεί η καραντίνα σε επτά ημέρες.