Απολογούνται σήμερα στη Θεσσαλονίκη οι δέκα συλληφθέντες για το φορτίο των 105 κιλών κοκαΐνης που αποκάλυψε την προηγούμενη εβδομάδα η Δίωξη Ναρκωτικών Θεσσαλονίκης της ΕΛΑΣ, έπειτα από συνεργασία με την Αμερικανική Δίωξη Ναρκωτικών (DEA) και τις διωκτικές Αρχές της Βόρειας Μακεδονίας.
Ανάμεσα στους συλληφθέντες που κατηγορούνται ως μέλη διεθνούς κυκλώματος διακίνησης κοκαΐνης είναι ο φερόμενος αρχηγός του, ένας 68χρονος γιατρός γνωστός από παλιότερες υποθέσεις λαθρεμπορίας τσιγάρων και καυσίμων στα Βαλκάνια. Η ποινική δίωξη που τους απαγγέλθηκε αφορά τις πράξεις της διεύθυνσης, συγκρότησης και ένταξης σε εγκληματική οργάνωση και της ιδιαίτερα διακεκριμένης περίπτωσης διακίνησης ναρκωτικών, κατ' επάγγελμα.
Η Δίωξη Ναρκωτικών φαίνεται πως παρακολουθούσε τις κινήσεις του κυκλώματος εδώ και τρία χρόνια. Η αντίστροφη μέτρηση για τις συλλήψεις των μελών του ξεκίνησε το απόγευμα της προηγούμενης Δευτέρας, όταν ύστερα από επεισοδιακή καταδίωξη συνελήφθη 34χρονος οδηγός, ο οποίος μετέφερε με το αυτοκίνητό του έξι ταξιδιωτικούς σάκους που περιείχαν 64 δέματα, με συνολικά 105 κιλά κοκαΐνης. Παρακολουθώντας τις κινήσεις του, αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι είχε παραλάβει την ναρκωτική ουσία - «μαμούθ» από αποθήκη στον Άγιο Αθανάσιο Θεσσαλονίκης.
Σύμφωνα με ανακοινώσεις της ΕΛ.ΑΣ., το παράνομο φορτίο είχε φθάσει το τελευταίο 10ήμερο του Απριλίου στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, μέσα σε κοντέινερ με μπανάνες και χώρα προέλευσης το Εκουαδόρ. Ακολούθως μεταφέρθηκε με φορτηγό στην αποθήκη απ' όπου εξήχθη από το εσωτερικό των εμπορευματοκιβωτίων. Πληροφορίες αναφέρουν πως η κοκαΐνη ήταν καλά κρυμμένη επί των κυλιοδοκών των εμπορευματοκιβωτίων και επρόκειτο να διακινηθεί τόσο στην Ελλάδα όσο και και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Όπως έγινε γνωστό, το κύκλωμα θα αποκόμιζε κέρδη που υπολογίζονται σε τουλάχιστον 2,1 εκατ. ευρώ, ενώ εκτιμάται ότι από την περαιτέρω διακίνηση θα προέκυπταν οφέλη ύψους 8 με 11 εκατ. ευρώ.
Από την ΕΛ.ΑΣ. ανακοινώθηκε επίσης ότι σχεδόν ταυτόχρονα με την αστυνομική επιχείρηση στη Θεσσαλονίκη συνελήφθησαν τέσσερα άτομα στη Βόρεια Μακεδονία, μεταξύ των οποίων και ο φερόμενος ιδιοκτήτης μιας εταιρείας-«βιτρίνας», με έδρα τη γειτονική χώρα, που είχε κάνει την παραγγελία των κοντέινερ με το νόμιμο προϊόν.