Το νομοσχέδιο υγειονομικές δομές των Ενόπλων Δυνάμεων θα ψηφιστεί περί τον Ιανουάριο και με τις προβλεπόμενες ρυθμίσεις που θα φέρει, θα μπορέσουν να αντιμετωπιστούν παθογένειες δεκαετιών. Αυτό υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ο υφυπουργός Εθνικής 'Αμυνας Ιωάννης Κεφαλογιάννης σε συνέντευξη που παραχώρησε χθες, Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου, στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Kontra Channel και τον δημοσιογράφο Νίκο Παναγιωτόπουλο.

Για την αλλαγή των διοικήσεων των στρατιωτικών νοσοκομείων, ο κ. Κεφαλογιάννης επισήμανε ότι «ήταν επιβεβλημένη αυτή η απόφαση, προφανώς με βάση και τις τελευταίες εξελίξεις».

Ξεκαθάρισε, δε, ότι η αλλαγή των διοικήσεων «προστίθεται σε μια πρωτοβουλία που ούτως ή άλλως, ως υπουργείο Εθνικής 'Αμυνας έχουμε αναλάβει ήδη από τον Οκτώβριο, οπότε παρουσιάσαμε στο υπουργικό συμβούλιο ένα σχέδιο νόμου, το οποίο επεξεργαζόμαστε εδώ και αρκετούς μήνες».

Οι παθογένειες

Αναφερόμενος στο νομοσχέδιο, ο κ. Κεφαλογιάννης τόνισε ότι «ο λόγος που το παρουσιάσαμε, είναι ακριβώς γιατί διαπιστώσαμε κάποιες παθογένειες στα στρατιωτικά νοσοκομεία, στις υγειονομικές δομές των Ενόπλων Δυνάμεων».

Για τις αλλαγές που θα φέρει νομοσχέδιο, ανέφερε: «Τα στρατιωτικά νοσοκομεία αυτή τη στιγμή δεν αντιμετωπίζονται ως νοσοκομεία, αλλά ως στρατιωτικές μονάδες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, να μην είναι υποχρεωτική η κατάθεση του προϋπολογισμού, των ισολογισμών. Αυτό αντιλαμβάνεστε ότι θα μπορούσε να δημιουργήσει θέματα αδιαφάνειας σε μία σειρά από ζητήματα».

«Παρατηρούμε», συνέχισε, «ότι πολλοί στρατιωτικοί γιατροί και γενικότερα οι υγειονομικοί, το προηγούμενο διάστημα έχουν παραιτηθεί και ο λόγος είναι αφενός ότι αποκτούν πολύ αργά τις ειδικότητές τους, αφετέρου πως η σταδιοδρομία τους εξαρτάται και από αμιγώς στρατιωτικά καθήκοντα».

«Ένας στρατιωτικός γιατρός», πρόσθεσε, «για παράδειγμα, πρέπει να είναι διοικητής σε κάποια νησιά προκειμένου να αποκτήσει το βαθμό και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να στερούνται τα νοσοκομεία κρίσιμες ειδικότητες».

«Ερχόμαστε να το ρυθμίσουμε, δίνοντας τη δυνατότητα πλέον κάποιος στρατιωτικός γιατρός να κάνει χρόνο διοίκησης και εντός του νοσοκομείου» συμπλήρωσε.

Σχετικά με το θέμα των πιστοποιήσεων, αυτή τη στιγμή, είπε, «οι ιατρικές υπηρεσίες στα νοσοκομεία δεν πιστοποιούνται, αλλά και δεν υπάρχει και μία κοστολόγηση».

«Θα πρέπει να ξέρουμε τι ξοδεύουμε, τι δαπανούμε, ποια είναι τα έσοδα, για να μην είμαστε αυτή τη στιγμή σε μία κατάσταση, όπου έχουν συσσωρευτεί εδώ και περίπου δεκατρία χρόνια δεκάδες εκατομμύρια οφειλές από τον ΕΟΠΥΥ προς τα στρατιωτικά νοσοκομεία και αντιστοίχως οφειλές των στρατιωτικών νοσοκομείων προς τους προμηθευτές» ανέφερε.

«Και παράλληλα θα υπάρξει και μία πιστοποίηση όλων των ιατρικών πράξεων, σύμφωνα με τους δείκτες που θα μας δώσει το Υπουργείο Υγείας» επισήμανε.

«Μέσα από αυτή τη μεταρρύθμιση θα βελτιωθεί η στελέχωση των νοσοκομείων, ενώ και οι ίδιοι οι γιατροί θα έχουν μία καλύτερη σταδιοδρομική πορεία. Ακόμα, οι δομές εντός των νοσοκομείων θα αλλάξουν με τέτοιο τρόπο, ώστε να παρέχονται και καλύτερες υπηρεσίες προς τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων» υπογράμμισε ο υφυπουργός Εθνικής 'Αμυνας.

«Για πρώτη φορά», συνέχισε, «στρατιωτικοί γιατροί και υγειονομικοί γενικότερα θα αμείβονται και θα αποζημιώνονται για τις εφημερίες, για τα νυχτερινά, όπως συμβαίνει και στο ΕΣΥ. 'Αρα παρέχουμε κίνητρα ακριβώς για να μην έχουμε διαρροή κρίσιμου υγειονομικού προσωπικού από τα στρατιωτικά νοσοκομεία».

«Ταυτόχρονα, δίνεται η δυνατότητα για καλύτερες υγειονομικές υπηρεσίες προς όλους τους δικαιούχους και δημιουργούνται μία σειρά από νέες δομές στα στρατιωτικά νοσοκομεία. Μεταξύ άλλων, θα δημιουργηθεί, ένα πρότυπο Κέντρο Εκπαίδευσης και Μονάδα Αντιμετώπισης Πολεμικού Τραύματος. Μέσα από αυτό το νομοσχέδιο πιστεύουμε και πραγματικά θέλουμε ριζικές αλλαγές στην λειτουργία των στρατιωτικών νοσοκομείων» τόνισε ο κ. Κεφαλογιάννης.

Για τη συνδρομή των Ενόπλων Δυνάμεων στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, ξεκαθάρισε ότι «τα στρατιωτικά νοσοκομεία θα παραμείνουν με τη λειτουργία την οποία έχουν ως μονάδες, μεταξύ άλλων, και των Ενόπλων Δυνάμεων και δεν υπάρχει καμία περίπτωση ούτε συγχωνεύσεων, ούτε υπαγωγής τους στο ΕΣΥ».

«Πολλές φορές στην Ελλάδα έχουμε μία τάση να πηγαίνουμε και στο άλλο άκρο. Τα καταγγελόμενα περιστατικά που έχουν δει το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες εβδομάδες προφανώς είναι κατακριτέα, εξάλλου και ως πολιτική ηγεσία αντιδράσαμε άμεσα, ενώ ταυτόχρονα είναι υπό διερεύνηση κάποια ζητήματα και η Δικαιοσύνη από τη δική της πλευρά επιλαμβάνεται αυτών» επισήμανε.

«Οφείλω», πρόσθεσε, «να τονίσω ότι γενικότερα οι υπηρεσίες οι οποίες προσφέρονται στα στρατιωτικά νοσοκομεία είναι πάρα πολύ καλές. Κι ότι, επίσης, αν έλειπαν οι στρατιωτικοί γιατροί και γενικότερα τα στελέχη μας, ειδικά σε κάποιες περιοχές της Βορείου Ελλάδος, το ΕΣΥ θα είχε καταρρεύσει».

Υπενθύμισε ότι «πάνω από 176 γιατροί νοσηλευτές έχουν στελεχώσει μονάδες νοσοκομείων του ΕΣΥ, σε περιοχές όπως οι Σέρρες, η Κομοτηνή, η Ξάνθη, ενώ στα ακριτικά νησιά οπλίτες ιατροί στελεχώνουν κρίσιμες μονάδες».

«Παράλληλα», είπε, «πάνω από 220 στελέχη αυτή τη στιγμή είναι στο ΕΚΑΒ, ως πληρώματα νοσοκομειακών πληρωμάτων».

«Είμαι βέβαιος ότι η κοινωνία αντιλαμβάνεται ότι οι στρατιωτικοί υγειονομικοί βάζουν πλάτη, αφουγκραζόμενοι, από την πλευρά τους, με αίσθημα ευθύνης, τις ανάγκες που υπάρχουν στην κοινωνία» κατέληξε ο κ. Κεφαλογιάννης.