To ΕΣΥ, παρά την αναμφισβήτητη προσφορά του, η οποία επιβεβαιώθηκε πρόσφατα και με την περίθαλψη όσων νόσησαν από την Covid-19, δεν παύει να χαρακτηρίζεται από τις διαχρονικές παθογένειες της υποχρηματοδότησης, της υποστελέχωσης, της ανεπαρκούς διοίκησης και της έλλειψης σχεδιασμού, επισημάνει η διαΝΕΟσις, ένας οργανισμός έρευνας και ανάλυσης στην έκθεση του με θέμα “Το νέο ΕΣΥ: Η ανασυγκρότηση του Εθνικού Συστήματος Υγείας στην εποχή της πανδημίας”.
Σύμφωνα με την έκθεση η πανδημία δημιούργησε νέα δεδομένα στον τομέα της υγείας και έθεσε νέες προτεραιότητες στη χάραξη της πολιτικής για την υγεία. Πάνω από όλα ανέδειξε, με τον πλέον εμφατικό τρόπο, την ανάγκη ύπαρξης ενός σύγχρονου και αποτελεσματικού συστήματος υγείας. Πολιτεία και πολίτες συνειδητοποίησαν σε μεγαλύτερο βαθμό τις διαχρονικές παθογένειες του ΕΣΥ, αλλά και την απουσία ενός οργανωμένου τομέα δημόσιας υγείας με αποτελεσματικές υπηρεσίες πρόληψης της αρρώστιας, προστασίας της υγείας και προαγωγής Υγείας.
Όπως επισημαίνουν οι συγγραφείς της έκθεσης, το γεγονός αυτό δημιουργεί ένα πιο ευνοϊκό περιβάλλον για να πραγματοποιηθούν οι αναγκαίες αλλαγές. Αρκεί βέβαια -όπως τονίζεται- να υπάρξει η απαραίτητη πολιτική βούληση «για να αντιμετωπιστούν τα εμπόδια και οι αντιστάσεις, οι οποίες κατά το παρελθόν κυρίως προέρχονταν από το υγειονομικό συνδικαλιστικό κίνημα».
«Θα χρειαστεί, επίσης, ένα συνολικό σχέδιο προκειμένου οι επιμέρους παρεμβάσεις να μην είναι αποσπασματικές, αλλά να συναρθρώνονται σε ένα νέο βιώσιμο μοντέλο οργάνωσης και λειτουργίας του συστήματος υγείας στη χώρα μας. Τέλος, τόσο το συνολικό σχέδιο όσο και οι επιμέρους διαρθρωτικές αλλαγές θα πρέπει να αντιστοιχούν στις σημερινές ανάγκες υγείας του πληθυσμού κάθε Περιφέρειας, λαμβάνοντας όμως υπόψη τις επερχόμενες δημογραφικές αλλαγές και το μεταβαλλόμενο νοσολογικό πρότυπο», προσθέτουν.
Από όλες τις προτάσεις που περιλαμβάνει η μελέτη της διαΝΕΟσις για το “Νέο ΕΣΥ”, άμεσης προτεραιότητας για την αντιμετώπιση της πανδημίας της COVID-19 είναι μεταξύ άλλων η ανάπτυξη της δημόσιας υγείας ως ολοκληρωμένη κρατική υπηρεσία, η ενίσχυση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας-Πρόληψης και η εφαρμογή υπηρεσιών-προγραμμάτων ηλεκτρονικής υγείας (e-health) και η κατάρτιση των επαγγελματιών υγείας, αλλά και άλλων εμπλεκόμενων επαγγελματιών στην αντιμετώπιση των επιδημικών λοιμώξεων.
Στη συγγραφή της Έκθεσης συμμετείχαν οι καθηγητές Γιάννης Τούντας, Γιάννης Κυριόπουλος, Χρήστος Λιονής, Μιλτιάδης Νεκτάριος, Κυριάκος Σουλιώτης, Γιάννης Υφαντόπουλος, Τάσος Φιλαλήθης.
Νέα οργάνωση για το ΕΣΥ
O καθηγητής του ΕΚΠΑ και μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου της διαΝΕΟσις Γιάννης Τούντας αναλύει τους λόγους που καθιστούν αναγκαία τη δημιουργία ενός “νέου ΕΣΥ” και περιγράφει συνοπτικά την οργάνωσή του.
Σύμφωνα με τη μελέτη, το υπουργείο Υγείας πρέπει να έχει επιτελικό και εποπτικό ρόλο στην οργάνωση του με δημιουργία «Κέντρου Στρατηγικού Σχεδιασμού και Αξιολόγησης» στο ΕΣΥ.
Επίσης προβλέπει ανασυγκρότηση των Υγειονομικών Περιφερειών (ΥΠΕ) ως ΝΠΔΔ σε κάθε διοικητική περιφέρεια, ανάπτυξη σε κάθε ΥΠΕ των θεσμών του “Συμπλέγματος Νοσοκομείων”, “Δικτύων Νοσοκομείων” και “Ανοικτών Νοσοκομείων” και μετατροπή των νοσοκομείων του ΕΣΥ σε ΝΠΙΔ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, ως θυγατρικές εταιρείες των ΥΠΕ.
Η ισχυρή συναινετική κλινική διοίκηση με την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων και των μέσων λήψης αποφάσεων της ιατρικής ιεραρχίας και κυρίως των διευθυντών-συντονιστών, είναι σημαντική για την έκθεση, καθώς και η συμπληρωματική σχέση του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα υγείας.
Οι βάσεις για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας
Όσον αφορά στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και τη δημόσια υγεία, προτείνεται η συγκρότηση “Δομής Οικογενειακής Ιατρικής” από διεπιστημονική ομάδα επαγγελματιών υγείας του δημοσίου και του συμβεβλημένου ιδιωτικού τομέα υγείας.
Ακόμη, συγκρότηση “Τοπικής Μονάδας ΠΦΥ” από συνλειτουργούσες “Δομές Οικογενειακής Ιατρικής” και ανάπτυξη ολοκληρωμένων “Δικτύων ΠΦΥ” επί τη βάσει σχεδιασμένων συμβολαιακών αγορών.
Η διαμόρφωση ολοκληρωμένης δέσμης υπηρεσιών υγείας οικογενειακής ιατρικής και η ελεύθερη επιλογή από μέρους της οικογένειας (ή του ατόμου) του οικογενειακού του γιατρού με πληθυσμιακό πλαφόν ανά γιατρό, κρίνονται επιβεβλημένα για την «μετάβαση από τον θεσμό του “οικογενειακού γιατρού” στην “ολοκληρωμένη οικογενειακή ιατρική”».
Οι προτάσεις για τα νοσοκομεία
Οι προτάσεις για την καλύτερη λειτουργία των νοσοκομείων περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων, τη διασφάλιση της ελεύθερης επιλογής των ασθενών και της ισότητας στη διάχυση των νοσοκομειακών υπηρεσιών. Συγχωνεύσεις και αλλαγές χρήσης νοσοκομείων, ιδιαίτερα των μικρών, πρώην νομαρχιακών νοσοκομείων. Συγκρότηση “αντίπαλων” νοσοκομείων υψηλού κύρους για τη βελτίωση της αποδοτικότητας με επιστροφή σε οικονομίες κλίμακας.
Ανακατανομή των κλινικών και των εργαστηρίων με συγχωνεύσεις ή καταργήσεις και ίδρυση νέων, με αλλαγή των υφιστάμενων οργανισμών και κανονισμών λειτουργίας. Οργάνωση και λειτουργία των νοσοκομείων σε επιχειρησιακή βάση με εκτεταμένη αυτονομία και ευθύνη (self-governing).
Εφαρμογή κλειστών σφαιρικών προϋπολογισμών και αποζημίωση με βάση τις Ομογενείς Διαγνωστικές Ομάδες (ΚΕΝ/DRGs). Διαχείριση κλειστού προϋπολογισμού κάθε κλινικής και εργαστηρίου από τους διευθυντές-συντονιστές, στο πλαίσιο αυξημένων διοικητικών-διαχειριστικών αρμοδιοτήτων. Πλήρη λογιστική και διοικητική μηχανοργάνωση των νοσοκομείων και λειτουργία νέου ηλεκτρονικού συστήματος προμηθειών.
Αξιοκρατική και τεχνοκρατική στελέχωση των διοικήσεων των νοσοκομείων.
Διαφοροποίηση των αμοιβών των νοσοκομειακών στελεχών, ιδιαίτερα των γιατρών στη βάση οικονομικής και κλινικής αποδοτικότητας.
Η θέση των γιατρών στο σύστημα
Η έκθεση πρότεινε για τους γιατρούς, την εφαρμογή του θεσμού της «πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης» μόνο στους διευθυντές-συντονιστές με βελτιωμένες αποδοχές και με δυνατότητα παροχής αμειβόμενου ιδιωτικού έργου εντός του νοσοκομείου. Για τους υπόλοιπους γιατρούς, να παρέχεται η δυνατότητα πλήρους αλλά όχι αποκλειστικής απασχόλησης για να μπορούν να απασχολούνται σε δύο ή περισσότερα νοσοκομεία με βάση επιμέρους συμβόλαια εργασίας.
Επίσης να δίνεται έτσι η δυνατότητα, ιδιώτες γιατροί να συμβάλλονται με συμβάσεις με νοσοκομεία του ΕΣΥ με πλήρη ή μερική απασχόληση για έκτακτες ή εποχιακές ανάγκες.
Θεσμοθέτηση της κινητικότητας εντός του ΕΣΥ, ώστε να διατίθεται το αναγκαίο προσωπικό ανάλογα με τις ανάγκες σε κάθε περιοχή και σε κάθε μονάδα και ενίσχυση και αναβάθμιση του νοσηλευτικού δυναμικού με νέα προγράμματα σπουδών και βελτιωμένες αποδοχές.
Ακόμη προεκτείνεται η επανεκτίμηση των αναγκών των θέσεων εργασίας και των συνθηκών εργασίας όλων των επαγγελμάτων που υπηρετούν στο ΕΣΥ και ανάπτυξη στοχευμένων προγραμμάτων διά βίου εκπαίδευσης για όλα τα στελέχη των μονάδων του ΕΣΥ.
Η χρηματοδότηση του «Νέου ΕΣΥ»
Όσον αφορά την χρηματοδότηση, οι συγγραφείς της έκθεσης προτείνουν την μετατροπή του ΕΟΠΥΥ σε ενιαίο μοναδικό πληρωτή με αποκλειστική διαχείριση του συνόλου των εθνικών πόρων για τις δημόσιες δαπάνες υγείας και αναπροσαρμογή των ασφαλιστικών εισφορών. Εισαγωγή του “κοινωνικού” ΦΠΑ και της ειδικής φορολογίας σε βλαπτικά προϊόντα και ενσωμάτωση των ιδιωτικών πληρωμών και παραπληρωμών στην επίσημη χρηματοδοτική διαδικασία με τη μορφή συνασφάλισης ή συμπληρωματικής ασφάλισης.
Επίσης προτείνεται η αναπροσαρμογή της συμμετοχής των ασφαλισμένων στο κόστος με βάση εισοδηματικά κριτήρια και κριτήρια της ανάγκης για φροντίδα υγείας και ελάχιστη ή μηδενική συμμετοχή στο κόστος στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Αποζημίωση μονάδων ΠΦΥ με κατά κεφαλήν πληρωμή τού καλυπτόμενου πληθυσμού σε συνδυασμό με το είδος της κατηγορίας επίσκεψης και εισαγωγή ασφαλιστικών τιμών αναφοράς ως ανώτατο όριο κάλυψης. Τέλος, διαμόρφωση ενός δομικά σταθερού και λειτουργικού πλαισίου τιμών με γνώμονα την άριστη χρήση των πόρων υγείας και τη μεγιστοποίηση της οικονομικής αποδοτικότητας.