Η ουσία και σημασία της χθεσινής Δήλωσης της Διάσκεψης Κορυφής των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) για την Τουρκία είναι ότι άνοιξε «μια σταδιακή και αντιστρέψιμη» διαδικασία ενίσχυσης της συνεργασίας (προώθησης της «θετικής ατζέντας») με την Τουρκία «σε τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος» κυρίως με τον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης. Ολα τα άλλα είναι εν πολλοίς τα γνωστά ωραία λόγια των διασκέψεων κορυφής (έστω κι αν και αυτά έχουν κάποια σημασία).

του Π.Κ. Ιωακειμίδη

Οι συγκεκριμένες αποφάσεις παραπέμπονται βέβαια τον Ιούνιο. Και τούτο καθώς δεν είχαμε τώρα ένα κανονικό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και γιατί η Ενωση χρειάζεται χρόνο για να έχει μια καλύτερη εικόνα για την Τουρκία και τη συμπεριφορά της. Για την Ελλάδα, η Δήλωση έχει ορισμένα θετικά στοιχεία  αλλά θα μπορούσε να έχει ουσιαστικότερες ρυθμίσεις. Ως θετικό στοιχείο θα πρέπει να θεωρηθεί η (προγραμματισμένη) βελτίωση, κανονικοποίηση των ευρωτουρκικών σχέσεων αυτή καθ’ εαυτήν. Εξυπηρετεί πολλαπλώς τη χώρα μας. Η Δήλωση ταυτόχρονα προβλέπει και τα (αναπόφευκτα) περιοριστικά μέτρα/κυρώσεις σε περίπτωση ανανεωμένων προκλήσεων ή μονομερών ενεργειών από πλευράς Τουρκίας ως κύριο αίτημα Ελλάδας και Κύπρου. Για τον σκοπό αυτόν η Ενωση θα χρησιμοποιήσει τα μέσα και επιλογές που διαθέτει για να υπερασπισθεί τα συμφέροντά της και τα συμφέροντα των κρατών-μελών της σύμφωνα και με την έκθεση Μπορέλ.

Η Ελλάδα δεν πήρε κάτι περισσότερο. Τι θα μπορούσε να πάρει; Πρώτον, την κατάργηση του απαράδεκτου casus belli (1995) σε ένδειξη σεβασμού του διεθνούς δικαίου (Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ) από πλευράς Τουρκίας.

Δεύτερον, τη ρητή «πρόσκληση» προς την Τουρκία να προσχωρήσει στη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS-1982) ως μέρος του ενωσιακού κεκτημένου στο πλαίσιο εκσυγχρονισμού της τελωνειακής ένωσης. Και τούτο καθώς η εφαρμογή των κανόνων της Σύμβασης για τις θαλάσσιες ζώνες κ.λπ. συνοδεύεται στενά με την τελωνειακό ένωση (όπως ορισμός τελωνειακού εδάφους κ.λπ.). Απουσιάζει επομένως το «the heads of state and governments call on Turkey to accede…» μέσα σε τακτή ημερομηνία.

Τρίτον, η Δήλωση θα έπρεπε να διαλαμβάνει την αναθεώρηση της Δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας (2016) για το Μεταναστευτικό προ-κειμένου να επιτρέπει «επιστροφές» στην Τουρκία απ’ όλη την Ελλάδα (και όχι μόνο από τα νησιά) παράλληλα με τη χορήγηση πρόσθετης οικονομικής ενίσχυσης κ,λπ.

Τέταρτον, η Δήλωση όφειλε να περιέχει ισχυρότερη διατύπωση για τον σεβασμό της κυριαρχίας των κρατών-μελών της ΕΕ και ιδιαίτερα για εγκατάλειψη από πλευράς Τουρκίας των εξωφρενικών αξιώσεων για «γκρίζες ζώνες».

Στο παρελθόν κάθε φορά που η Ελλάδα «έδωσε» μέσω ΕΕ κάτι σημαντικό στην Τουρκία πήρε πίσω επίσης κάτι εξόχως σημαντικό (1995 – τελωνειακό ένωση/ έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με Κύπρο, 1999 – χορήγηση ιδιότητας υποψήφιας χώρας/ένταξη Κύπρου, επίλυση ελληνοτουρκικών διαφορών). Τώρα δίνουμε τη «θετική ατζέντα» χωρίς να παίρνουμε πίσω κάτι το συγκεκριμένα ουσιαστικό έξω από μια πρόβλεψη για (μάλλον ανεφάρμοστες) κυρώσεις και κάποιες άλλες γενικό-λογες διατυπώσεις. Με μια άλλη προσέγγιση-διαπραγμάτευση θα μπορούσαμε (πιθανότατα) να είχαμε πετύχει περισσότερα – μια νέα εκδοχή του «Ελσίνκι». Δεν την ακολουθήσαμε και το ερώτημα είναι γιατί, όταν στο ΥΠΕΞ τόσο η πολιτική όσο και η διπλωματική ηγεσία γνωρίζουν τη σημασία όλων αυτών; Αλλά υπάρχουν ακόμη κάποιες δυνατότητες.


Ο ομότιμος καθηγητής κ. Π. Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής-σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Από τις εκδόσεις Θεμέλιο κυκλοφορεί το νέο του βιβλίο «Επιτεύγματα και Στρατηγικά Λάθη της Εξωτερικής Πολιτικής της Μεταπολίτευσης». To άρθρο δημοσιεύθηκε στa Νέα