Την Κυριακή, οι Γάλλοι ψηφοφόροι αποφασίζουν από ποιον θα κυβερνηθεί η Γαλλία την προσεχή πενταετία, αλλά επί της ουσίας η ψήφος τους υπερβαίνει τα σύνορα της χώρας τους. Κι αυτό γιατί προφανώς το αποτέλεσμα αφορά πρωτίστως τους ίδιους, αλλά σ’ αυτές τις εκλογές μαζί τους ψηφίζει και η Ευρώπη, όλοι οι ευρωπαίοι δημοκράτες και μεταρρυθμιστές που δεν θέλουν την επιστροφή του εθνολαϊκισμού.
Του Χάρη Παυλίδη
Σ’ αυτές τις εκλογές ένα σοβαρό πρόβλημα φαίνεται ότι είναι η απάθεια και ο εφησυχασμός μεταξύ των μετριοπαθών ψηφοφόρων, αλλά και η έλλειψη συσπείρωσης της κομματικής βάσης του κόμματος του Προέδρου Μακρόν, του «En Marche».
Η φιλελεύθερη πολιτική έκφραση, όπως αποτυπώθηκε στη Γαλλία επί της θητείας του Προέδρου Μακρόν, εκπροσωπεί τις μετριοπαθείς, φιλελεύθερες, εξωστρεφείς, και ευρωπαϊκές αξίες σε έναν κόσμο που έχει αποσταθεροποιηθεί από τον λαϊκισμό και τον εθνικισμό του Τραμπ και του Brexit, αλλά εσχάτως από την αυταρχικότητα ηγετών όπως ο Όρμπαν και δικτατόρων περιβεβλημένων με δημοκρατικό μανδύα, όπως ο Πούτιν.
Ο Πρόεδρος Μακρόν ενσαρκώνει και εμφανίζει τα χαρακτηριστικά και τις αξίες που λατρεύει να μισεί το «νέο κύμα» των λαϊκιστών, που φαίνεται να επανακάμπτει στην Ευρώπη και επιζητά να πάρει τη ρεβάνς. Πολλοί Γάλλοι, ειδικά στην άκρα δεξιά και στην άκρα αριστερά, κατηγορούν τον Μακρόν για αλαζονεία και πολιτικό ελιτισμό. Δεν είναι τυχαίο ότι, ο Μελανσόν της ριζοσπαστικής αριστεράς και η Λεπέν της εθνικιστικής δεξιάς συγκλίνουν στην κριτική που ασκούν.
Ωστόσο, τα μεσαία αστικά στρώματα και οι νέοι, ανεξάρτητα από τις τάσεις των τελευταίων δημοσκοπήσεων, θα είναι αυτοί που θα επανεκλέξουν στην Προεδρία τον Μακρόν. Όχι τυχαία, αφού οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις έδωσαν ώθηση στην ανάπτυξη των μικρών και νεοσύστατων επιχειρήσεων, ενώ η δημιουργία νέων και θέσεων εργασίας μετά την πανδημία,
Οι μεταρρυθμίσεις του φορολογικού και εργατικού δικαίου έχουν δώσει ενέργεια στη γαλλική κουλτούρα μικρών επιχειρήσεων και νεοσύστατων επιχειρήσεων, που παραδοσιακά περιορίζονται από τη γραφειοκρατία και το μη συνεργάσιμο εργατικό δυναμικό. Όλες οι ενδείξεις δείχνουν ότι οι επενδύσεις και η δημιουργία θέσεων εργασίας ανακάμπτουν έντονα μετά την πανδημία, φέρνοντας της Γαλλία σε πλεονεκτικότερη θέση από τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η αποχή ενός σημαντικού μέρους του εκλογικού σώματος ενδέχεται να προκαλέσει μείωση των ποσοστών του, εφόσον υπάρξει μεγάλης κλίμακας κινητοποίηση των ψηφοφόρων της άκρας δεξιάς και της άκρας αριστερά. Σ’ αυτή την περίπτωση στο δεύτερο γύρο θα είναι θρίλερ, εάν οι αριστεροί ψηφοφόροι πάψουν να θεωρούν τον Μακρόν ως «το μικρότερο από τα δύο κακά» σε μια αναμέτρηση με τη Μαρίν Λεπέν.
Ο Μακρόν κατάφερε, σε μεγάλο βαθμό, να δώσει στον καπιταλισμό λαϊκό χαρακτήρα, σε μια προσπάθεια ώσμωσης, που βρίσκεται σε εξέλιξη, της σοσιαλδημοκρατίας με τον φιλελευθερισμό. Το άλλο, που κατάφερε είναι να συνδυάσει το γαλλικό «εγώ» με την ευρωπαϊκή ταυτότητα, γεγονός που έχει κόστος μεταξύ των παραδοσιακών συντηρητικών ψηφοφόρων, αλλά και απτά αποτελέσματα μεταξύ των νέων και των μορφωμένων ανεξάρτητα από ιδεολογική προέλευση.
Ο Μακρόν κατάφερε επίσης να πείσει την καγκελάριο Μέρκελ να ακολουθήσει ένα πανευρωπαϊκό πρόγραμμα ανάκαμψης μετά την πανδημία με κοινό ευρωπαϊκό δανεισμό, ενώ πρέπει να σημειωθεί η πρωτοβουλία που ανέλαβε πρότασή για κοινή ευρωπαϊκή «στρατηγική αυτονομία». Όπως και το γεγονός ότι πρωτοστατεί στην προσπάθεια να κρατά ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας με τη Μόσχα, αλλά παράλληλα να πρωταγωνιστεί στις κυρώσεις ως απάντηση της Ευρώπης στη ρωσική επιθετικότητα.
Η Αχίλλειος πτέρνα του Μακρόν, εκεί δηλαδή που δεν τα κατάφερε, ήταν η αδυναμία του να διεισδύσει με το κεντρώο- μεταρρυθμιστικό πρόγραμμά του, στις «αριστερές» περιοχές της Γαλλίας. Εκεί που κυριαρχούσε επί σειρά ετών του Κομμουνιστικό Κόμμα και τώρα το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν. Πρόκειται για εμβληματικές περιοχές εξόρυξης χάλυβα, όπου ανθούσε η βιομηχανία, και σήμερα έχουν παρακμάσει και ερημώσει. Η Βρετανία και η Αμερική αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα, αλλά το πρόβλημα του Μακρόν είναι η επιβολή του «φόρου άνθρακα», που οδήγησε στο περιθώριο όσους δεν είχαν πρόσβαση στα δημόσια μέσα μεταφοράς και τους ποδηλατόδρομους των πόλεων, προκαλώντας την εξέγερση των «κίτρινων γιλέκων».
Η αποχή ενός σημαντικού μέρους του εκλογικού σώματος ενδέχεται να προκαλέσει μείωση των ποσοστών του, εφόσον υπάρξει μεγάλης κλίμακας κινητοποίηση των ψηφοφόρων της άκρας δεξιάς και της άκρας αριστερά. Σ’ αυτή την περίπτωση στο δεύτερο γύρο θα είναι θρίλερ, εάν οι αριστεροί ψηφοφόροι πάψουν να θεωρούν τον Μακρόν ως «το μικρότερο από τα δύο κακά» σε μια αναμέτρηση με τη Μαρίν Λεπέν.
Ωστόσο, κανένα από τα δύο σενάρια δεν φαίνεται πιθανό. Αντίθετα, τα προβλήματα του Μακρόν φαίνονται ότι μπορεί να εμφανιστούν μετά την εκλογική του νίκη. Εάν επανεκλεγεί με μικρή πλειοψηφία και υπάρξει μεγάλη αποχή, η ηθική και πολιτική του εξουσία θα μειωθεί σοβαρά. Αυτό θα υπονομεύσει την πρωτοβουλία του να προωθήσει μεταρρυθμίσεις που αφορούν την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 61 στα 65, καθώς και τις μεταρρυθμίσεις στα σχολικά προγράμματα. Και στις δύο περιπτώσεις, θα βρει απάναντι τα συνδικάτα.
Σε κάθε περίπτωση, η κυριαρχία του Μακρόν στο πολιτικό σκηνικό και η δυνατότητα που θα έχει να προωθήσει το κεντρώο- μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα, θα εξαρτηθεί και από τη δύναμη του κόμματός του. Και αυτό είναι πρόβλημα για ένα κόμμα του κέντρου, του οποίου οι ψηφοφόροι δεν έχουν «βαθιές ρίζες» και «πολιτική ταυτοποίηση», σε σύγκριση με τους γκωλιστές και την αριστερά. Αυτό, όμως, θα φανεί στις κοινοβουλευτικές εκλογές.