Η Γερμανία θα σταματήσει τελείως να αγοράζει από τη Ρωσία άνθρακα την 1η Αυγούστου και πετρέλαιο την 31η Δεκεμβρίου, συνεχίζοντας τη μείζονα αλλαγή που έχει αρχίσει ως προς τον ενεργειακό εφοδιασμό της, τόνισε ο υφυπουργός Οικονομικών της χώρας Γεργκ Κούκις κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στο Σίδνεϊ.
Όμως η μεγάλη πρόκληση που έχει μπροστά του το Βερολίνο θα είναι να αναπληρωθεί το τεράστιο κενό που θα δημιουργηθεί όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πάψει να αγοράζει φυσικό αέριο από τη Μόσχα, η ποσότητα του οποίου φθάνει τα 158 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα σε ετήσια βάση, τόνισε ο κ. Κούκις.
«Θα πάψουμε να αγοράζουμε ρωσικό άνθρακα σε μερικές εβδομάδες», επισήμανε στο Φόρουμ Ενέργειας του Σίδνεϊ, που συνδιοργάνωσαν η αυστραλιανή κυβέρνηση και ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΔΟΕ).
Η Ρωσία προμήθευε ως πρόσφατα το 40% του άνθρακα και το 40% του πετρελαίου που κατανάλωνε η Γερμανία, θύμισε ο κ. Κούκις.
«Για όποιον γνωρίζει την ιστορία του αγωγού Ντρούζμπα, που ήταν ήδη εργαλείο της σοβιετικής αυτοκρατορίας για την κυριαρχία στην ανατολική Ευρώπη» κατανοεί πως «το να απαλλαγείς από αυτή την εξάρτηση δεν είναι κάτι ασήμαντο, αλλά είναι κάτι που θα καταφέρουμε σε μερικούς μήνες», πρόσθεσε ο γερμανός υφυπουργός Εξωτερικών.
Η Γερμανία κατασκευάζει τερματικούς σταθμούς για την εισαγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ) ώστε να αρχίσει να καλύπτει το τεράστιο κενό στην προμήθεια αερίου, ωστόσο ο Γεργκ Κούκις υπογράμμισε ότι οι ΗΠΑ και το Κατάρ μπορούν να πωλούν μόλις 30 δισεκ. κυβικά μέτρα στην Ευρώπη, ποσότητα που δεν επαρκεί.
«Δεν μπορούμε απλά να φανταστούμε πως αυτό το πρόβλημα θα πάψει να υπάρχει».
Ο υφυπουργός Οικονομικών εξήγησε πως το Βερολίνο προωθεί τη μετάβασή του στις μηδενικές εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και νομοθεσία για την επιτάχυνση των έργων ώστε να παράγεται περισσότερη ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, αλλά το αέριο εξακολουθεί να είναι απόλυτα απαραίτητο στη Γερμανία.
Μείωση 25% στην προμήθεια ρωσικού αερίου στην Ελλάδα
Την ώρα που όλη η Ευρώπη ζει με την αβεβαιότητα της συνέχισης ή όχι της προμήθειας ρωσικού φυσικού αερίου, η Ελλάδα όπως δείχνουν τα επίσημα στοιχεία της αγοράς από τον διαχειριστή του συστήματος αερίου ΔΕΣΦΑ, μπορεί να ατενίζει το μέλλον με περισσότερη αισιοδοξία. Και αυτό διότι, σύμφωνα με τα στοιχεία του διαχειριστή, υπάρχει σαφής μείωση της προμήθειας ρωσικού αερίου, την ίδια στιγμή που οι εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου LNG σημειώνουν ραγδαία αύξηση.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ που παρουσιάζει το capital.gr για το πρώτο εξάμηνο του έτους, οι εισαγωγές αερίου από τον σταθμό του Σιδηροκάστρου, από όπου εισάγεται το ρωσικό φυσικό αέριο μέσω του αγωγού Turkstream, έπεσαν στις 13,334 TWh έναντι 16,901 TWh το ίδιο διάστημα πέρυσι. Η μείωση αυτή των 3,567 TWh σε ποσοστό αντιστοιχεί σε 21,1%. Ως ποσοστό επί των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου, φέτος το ρωσικό αέριο αντιπροσωπεύει το 34,25%, όταν πέρυσι στο ίδιο διάστημα αντιστοιχούσε στο 46,1% του συνολικού μείγματος προμήθειας αερίου της χώρας μας.
Την ίδια στιγμή, καταγράφεται σημαντική αύξηση των εισαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου από τον σταθμό της Αγίας Τριάδας (Ρεβυθούσα). Έτσι, φέτος στους έξι πρώτους μήνες του έτους εισήχθησαν 17,325 TWh LNG, όταν πέρυσι το ίδιο διάστημα είχαν εισαχθεί μόλις 11,762 TWh. Δηλαδή σε σχέση με πέρυσι καταγράφεται αύξηση της τάξης του 47,29%. Οι εισαγωγές LNG αντιστοιχούν στο 44,5% των συνολικών εισαγωγών αερίου στην Ελλάδα, όταν πέρυσι το ίδιο διάστημα οι εισαγωγές LNG αντιστοιχούσαν στο 32% των συνολικών εισαγωγών.
Ενθαρρυντικό για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας και την ενίσχυση της διαφοροποίησης της προμήθειας ενέργειας είναι το γεγονός ότι παρουσιάζεται αύξηση 13,43% στις εισαγωγές φυσικού αερίου μέσω του αγωγού TAP από τον σταθμό της Νέας Μεσημβρίας. Συγκεκριμένα, φέτος στο πρώτο εξάμηνο εισήχθησαν 7,474 TWh έναντι 6,589 TWh πέρυσι.
39 φορτία LNG
Ως προς τις εισαγωγές LNG αξίζει να σημειωθεί ότι συνολικά αφίχθησαν στη Ρεβυθούσα 39 δεξαμενόπλοια μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου. Οι μεγαλύτερες ποσότητες, 9,79T Wh, προήλθαν από τις ΗΠΑ (αύξηση 139,07% σε σχέση με πέρυσι), ενώ ακολουθούν τα φορτία από την Αλγερία (2,47 TWh, με μείωση 28,36% σε σχέση με πέρυσι), τα φορτία από την Αίγυπτο (2,01 TWh, με αύξηση 116,39% σε σχέση με πέρυσι). Επίσης, εισήχθησαν 1,2 TWh LNG από τη Νιγηρία, 1,03 TWh από το Ομάν και 0,11 TWh από την Ινδονησία.
Την ίδια στιγμή που ως προς εισαγωγές φυσικού αερίου καταγράφεται έντονη κινητικότητα και διαφοροποίηση των δεδομένων, σε επίπεδο ζήτησης τα ηνία της κατανάλωσης συνεχίζουν να κρατούν οι ηλεκτροπαραγωγοί, οι οποίοι και κατανάλωσαν 20,396 TWh ή αλλιώς 1,762 δισ. κυβικά μέτρα, με οριακή μείωση 0,15% σε σχέση με το 2021.
Στο δίκτυο διανομής, δηλαδή τους οικιακούς και τους μικρότερους επαγγελματικούς καταναλωτές φυσικού αερίου, καταγράφεται αύξηση 8,49% στις 8,28 TWh ή αλλιώς στα 0,713 δισ. κυβικά μέτρα.
Αντίθετα σημαντική υποχώρηση της τάξης του 71,05%, κυρίως λόγω των αυξημένων τιμών που καθιστούν το καύσιμο μη ανταγωνιστικό, καταγράφεται στην κατανάλωση φυσικού αερίου από τη βιομηχανία. Συγκεκριμένα, η βιομηχανία κατανάλωσε μόλις 1,670 TWh ή αλλιώς 0,145 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους.